Δύο παιδίατροι από δύο νοσοκομεία – του Ρίου και του Ωνασείου – είναι οι μάρτυρες που θα καταθέσουν σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο στη δίκη με κατηγορούμενη την Ρούλα Πισπιρίγκου για το θάνατο της Τζωρτζίνας ,σε μία δίκη που έχει συμπληρώσει ήδη 4 μήνες ακροαματικής διαδικασίας.
Η πρώτη μάρτυρας είναι η γιατρός της Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Πάτρας η οποία καλείται ως μάρτυρας από το δικαστήριο καθώς πρέπει να δοθούν διευκρινίσεις για τα τελευταία επεισόδια του παιδιού στο νοσοκομείο εξαιτίας των οποίων χρειάστηκε να μεταφερθεί τρεις φορές στη ΜΕΘ με τους γιατρούς που έχουν καταθέσει μέχρι στιγμής να υποστηρίζουν ότι στη ΜΕΘ δεν παρουσίαζε κανένα επεισόδιο και όλα τα εμφάνιζε στην Παιδιατρική Κλινική.
Ο κ.Κούγιας επιμένει ότι η μικρή Τζωρτζίνα πάθαινε ανακοπές αλλά οι γιατροί δεν έδωσαν την σημασία που έπρεπε.
Από το ιατρικό προσωπικό του Ρίου μένει να έρθει στο δικαστήριο για 4η φορά ο διευθυντής της ΜΕΘ Παίδων Πατρών κ.Ανδρέας Ηλιάδης προκειμένου να ολοκληρωθεί η εξέτασή του από τον Αλέξη Κούγια .Μία εξέταση που μέχρι τώρα είχε αρκετές εντάσεις. Η κατάθεση του κ. Ηλιάδη αναμένεται να γίνει αρχές Ιουνίου.
Αρχίζουν οι καταθέσεις γιατρών από το Ωνάσειο
Ο δεύτερος μάρτυρας που έχει κληθεί να καταθέσει -εκτός απροόπτου – είναι γιατρός στο Ωνάσειο ο οποίος και ανοίγει τον κύκλο των καταθέσεων από το συγκεκριμένο νοσοκομείο που ανέλαβε το κοριτσάκι όταν εισήχθη προκειμένου να της τοποθετηθεί απινιδωτής -βηματοδότης .
Ο γιατρός στην κατάθεσή του στην ανακρίτρια αποκάλυψε ότι το παιδί έκανε ένα επεισόδιο σπασμών μόνο το πρώτο 24ωρο της νοσηλείας του .Μία νοσηλεία που ξεκίνησε στις 10 Μαΐου 2021 και ολοκληρώθηκε στις 5 Ιουνίου του 2021.
«Η Τζωρτζίνα νοσηλεύτηκε αποκλειστικά στη ΜΕΘ και επομένως το επεισόδιο έγινε μέσα στη ΜΕΘ
To παιδί ήταν ήδη σε βαριά νευρολογική κατάσταση και η εγκεφαλοπάθεια που είχε συνδυάζεται με επιληπτικές κρίσεις. Ο κλινικός παράγοντας των σπασμών ήταν το εμπύρετο, έκανε δηλαδή 39,5 πυρετό. Προσωπικά δεν ήμουν παρών όταν άρχισε το επεισόδιο των σπασμών, στο οποίο παρούσα ήταν συνάδελφός μου, γνωρίζω όμως ότι η ασθενής είχε προσήλωση βλέμματος, ωχρότητα, αποκορεσμό έως 90% και πτώση των σφύξεων έως 90 το λεπτό, διατηρώντας όμως φυσιολογικό ρυθμό. Μετά από αυτό το επεισόδιο η ασθενής παρέμεινε διασωληνωμένη για 2 ημέρες».
Ο γιατρός ερωτάται αν στη ΜΕΘ το κοριτσάκι είχε επαφή με τους γονείς του:
«Η μητέρα επισκεπτόταν τακτικά την κόρη της και έμενε μαζί της για χρονική διάρκεια από 5 έως 20 λεπτά το πολύ. Επίσης και ο πατέρας επισκεπτόταν το παιδί, χωρίς να γνωρίζω ακριβώς τις ημέρες και τη διάρκεια των επισκέψεων αυτών. Κατά τη διάρκεια των επισκέψεων των γονέων στη ΜΕΘ, υπήρχε παρουσία νοσηλευτή, ο οποίος παρακολουθούσε τα μηχανήματα με τα οποία ήταν συνδεδεμένο το παιδί».
Ο παιδίατρος τόνισε στην ανακρίτρια από την πρώτη στιγμή ότι κανείς δεν τους ενημέρωσε ότι υπήρχαν υποψίες για τη μητέρα .Ενώ στο Ρίο είχαν γίνει ήδη κινήσεις – όπως αποκαλύφθηκε και στο δικαστήριο – για να διαπιστωθεί ο ρόλος της μητέρας εντούτοις κανείς δεν ενημέρωσε τους γιατρούς στην Αθήνα όπου μεταφέρθηκε το παιδί .
Ο γιατρός ήταν σαφής :
«Το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο ουδέποτε έλαβε γνώση από την Πάτρα για τις υποψίες για κακοποίηση.»
Σε ερώτηση αν με βάση το ιατρικό ιστορικό της Τζωρτζίνας και με δεδομένο ότι τοποθετήθηκε απινιδωτής – βηματοδότης σε αυτή, ο θάνατός της από καρδιακή ανακοπή ήταν κάτι συνηθισμένο για τα ιατρικά δεδομένα εκείνος απάντησε:
«Όχι δεν είναι σύνηθες. Συνήθως τα άτομα που πάσχουν από βαριά εγκεφαλική βλάβη, όπως ήταν και η περίπτωση της Τζωρτζίνας, δεν έχουν μεγάλο προσδόκιμο ζωής. Εντούτοις δε περίμενα να έχει τόσο σύντομη κατάληξη όταν μάλιστα στο παιδί είχε τοποθετηθεί απινιδωτής – βηματοδότης.»