Για να είναι αξιόπιστη, μια αμυντική στρατιωτική συμμαχία απαιτεί την κοινή εμπιστοσύνη των μελών της ότι, εάν ένα μέλος δεχθεί επίθεση, τα άλλα μέλη θα της παράσχουν αποφασιστική υποστήριξη. Όποια άλλα συμφέροντα και αν έχουν με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ, είναι πλέον προφανές ότι η Τουρκία και η Ουγγαρία δεν μπορούν να εκπληρώσουν αυτή την προσδοκία. Και τα δύο έθνη πρέπει να αποκλειστούν από τη συμμαχία, γράφει ο Τομ Ρόγκαν σε άρθρο του στον Washington Examiner.
Αν και όπως επισημαίνει θα υπήρχαν νομικές περιπλοκές, μια αποβολή τους θα ήταν δυνατή. Επιπλέον, η δράση προς την αναστολή ενδέχεται να προκαλέσει σημαντικές αλλαγές στην τουρκική και την ουγγρική πολιτική. Η πιο άμεση αιτία για την αποβολή της Τουρκίας είναι η παρεμπόδιση της Φινλανδίας και της Σουηδίας στην προσπάθειά τους να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ.
Η Τουρκία διέκοψε τις σχετικές συνομιλίες την Τρίτη ως απάντηση στις σουηδικές διαμαρτυρίες, κατά τις οποίες κάηκε ένα Κοράνι και κρεμάστηκε ανάποδα ένα ομοίωμα του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν .
Η πιο άμεση αιτία για την αποβολή της Ουγγαρίας είναι η υποταγή του πρωθυπουργού της Βίκτορ Όρμπαν στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ. (Παρεμπιπτόντως, η Ουγγαρία είναι το μόνο άλλο κράτος μέλος που δεν έχει επικυρώσει ακόμη την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας).
Η αναστολή δεν είναι ένα βήμα που πρέπει να γίνει ελαφρά τη καρδία. Μέσω της θέσης της στο σημείο εισόδου της Μεσογείου στη Μαύρη Θάλασσα και της γειτνίασής της με τα ενεργειακά αποθέματα της Μέσης Ανατολής, η Τουρκία είναι εδώ και καιρό βασικός σύμμαχος του ΝΑΤΟ.
Όπως και με την Ουγγαρία, η Τουρκία ελπίζουμε ότι μια μέρα θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη του ΝΑΤΟ, λέει ο Ρόγκαν. Ωστόσο, μια εξέταση της συνθήκης του ΝΑΤΟ σκιαγραφεί τις περιπτώσεις στις οποίες και τα δύο κράτη παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 της συνθήκης, ένα μέλος δεσμεύεται να “συμβάλει στην περαιτέρω ανάπτυξη ειρηνικών και φιλικών διεθνών σχέσεων ενισχύοντας την ελευθερία των θεσμών του”.
Ούτε ο Όρμπαν ούτε ο Ερντογάν ενισχύουν την ελευθερία των θεσμών. Αντίθετα, και οι δύο ηγέτες έχουν ενισχύσει τον έλεγχό τους στα κρατικά μέσα ενημέρωσης σε βάρος της πραγματικής ελευθερίας του λόγου. Και οι δύο έχουν καταστείλει τις αντίθετες φωνές των μεινοτήτων, πολιτικών και ακτιβιστών και ΜΚΟ. Ο Ερντογάν έχει ρίξει στη φυλακή εκατοντάδες δημοσιογράφους, μερικούς απλώς επειδή λέει ότι τον προσέβαλαν.
Σύμφωνα με το άρθρο 3, ένα μέλος δεσμεύεται να “διατηρήσει και να αναπτύξει την ατομική και συλλογική του ικανότητα να αντιστέκεται στην ένοπλη επίθεση”.
Ο Ερντογάν διέλυσε αυτή τη δέσμευση με την αγορά του ρωσικού συστήματος αεράμυνας S-400, το οποίο έχει σχεδιαστεί ειδικά για να καταστρέφει τις αεροπορικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ. Με αυτόν τον τρόπο, ο Ερντογάν αποδυνάμωσε την αξιοπιστία του ΝΑΤΟ και έθεσε σε κίνδυνο τα αεροσκάφη του.