Γράφει ο Κρις Εϊτέ, Christian Daily
Ένας οργανισμός δικαιωμάτων ανέδειξε τη βία της Τουρκίας κατά των Χριστιανών σε μια αναφορά που δημοσιοποιήθηκε με αφορμή την επίσκεψη του Πάπα Λέοντα Δ΄ για τον εορτασμό των 1.700 ετών από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας.
Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δικαίου και Δικαιοσύνης (ECLJ) υπογράμμισε την ειρωνεία του ότι οι τουρκικές αρχές υποδέχθηκαν τον Πάπα στις 27–30 Νοεμβρίου, την ώρα που η έκθεσή του κατέγραφε το «κανονικοποιημένο μίσος» της χώρας κατά των Χριστιανών.
«Η άμεση βία κατά των Χριστιανών παραμένει μια πραγματικότητα στην Τουρκία, που χαρακτηρίζεται από ένοπλες επιθέσεις, στοχευμένες βιαιοπραγίες και ευθείες απειλές», αναφέρει η 52σελιδη έκθεση με τίτλο «Η Δίωξη των Χριστιανών στην Τουρκία».
Η πρόσφατη βία περιλαμβάνει την περσινή επίθεση παραμονή Πρωτοχρονιάς σε εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Ένοπλος άνοιξε πυρ στις εγκαταστάσεις της Προτεσταντικής Εκκλησίας Κουρτουλούș, στην περιοχή Τσεκμέκιοϊ.
«Δεν θα σας αφήσουμε να πλύνετε τον εγκέφαλο στη μουσουλμανική νεολαία μας!» φέρεται να φώναξε ο δράστης. «Εσείς οι άπιστοι θα ηττηθείτε και θα οδηγηθείτε στην κόλαση!»
Σε άλλο περιστατικό, στις 28 Ιανουαρίου 2024, δύο ενόπλοι με μάσκες, μέλη του Ισλαμικού Κράτους (IS), άνοιξαν πυρ μέσα στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία Σάντα Μαρία, στην Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια της Κυριακάτικης Λειτουργίας, σκοτώνοντας έναν επισκέπτη. Το θύμα αναγνωρίστηκε ως ο Τουντζέρ Τζιχάν, 52 ετών, Τούρκος υπήκοος με πνευματική αναπηρία και χωρίς πολιτικές συνδέσεις.
«Η επίθεση στη Σάντα Μαρία τον Ιανουάριο του 2024, οι επανειλημμένες επιθέσεις κατά της Προτεσταντικής Εκκλησίας Τσεκμέκιοϊ, και οι δολοφονίες μελών της συριακής κοινότητας δείχνουν ένα ανησυχητικό κλίμα ανασφάλειας», σημειώνει η έκθεση. «Πάστορες έχουν δεχθεί σωματικές επιθέσεις στους χώρους λατρείας τους, ενώ εχθρικά γκράφιτι στοχοποιούν συχνά εκκλησίες. Αυτά τα περιστατικά σπάνια αναγνωρίζονται ως εγκλήματα μίσους, ενισχύοντας το αίσθημα ευαλωτότητας στις χριστιανικές κοινότητες».
Ακόμη, η έκθεση εντοπίζει εκτεταμένη ρητορική μίσους κατά των Χριστιανών, σε συνδυασμό με την ταύτιση του Ισλάμ με την τουρκική ταυτότητα στο σχολικό σύστημα της χώρας.
Ιδιαίτερα εκτεθειμένοι σε βία μέσα στις οικογένειές τους είναι όσοι Χριστιανοί έχουν μεταστραφεί από το Ισλάμ, σύμφωνα με την έκθεση.
Οι τουρκικές αρχές συνεχίζουν να αρνούνται επίσημα τη Γενοκτονία των Αρμενίων του 1915, την οποία αναγνωρίζουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, σημειώνεται.
Εξηγώντας το ιστορικό και νομικό πλαίσιο περιθωριοποίησης των Χριστιανών στην Τουρκία τον τελευταίο αιώνα, η έκθεση αναφέρει ότι οι συνθήκες έχουν επιδεινωθεί σταθερά.
«Μια σκόπιμη, πολυεπίπεδη πολιτική εξάλειψης — που εφαρμόστηκε μέσω βίας, αναγκαστικών εκτοπισμών, νομικού αποκλεισμού και θεσμικής καταπίεσης — είναι το αποτέλεσμα της δραματικής δημογραφικής κατάρρευσης του χριστιανικού πληθυσμού της Τουρκίας τον τελευταίο αιώνα», σημειώνει.
Οι Χριστιανοί στην Τουρκία μειώθηκαν από το 20% του πληθυσμού στις αρχές του 20ού αιώνα σε μόλις 0,3% σήμερα, ή περίπου 257.000 άτομα, καταγράφει η έκθεση.
«Κοινότητες που κάποτε ήταν αναπόσπαστο μέρος του πολιτισμικού, θρησκευτικού και ιστορικού ιστού της Ανατολίας έχουν μειωθεί σε ένα εύθραυστο υπόλειμμα», αναφέρει. «Η εξαφάνισή τους δεν αποτελεί προϊόν ενός και μόνο γεγονότος αλλά το συσσωρευμένο αποτέλεσμα περιοριστικής νομοθεσίας, διοικητικών εμποδίων, κατασχέσεων περιουσιών, άρνησης νομικής προσωπικότητας και — πιο πρόσφατα — αυθαίρετων απελάσεων κληρικών, ιεραποστόλων και προσήλυτων».
Το ECLJ υποστηρίζει ότι το σουνιτικό Ισλάμ λειτουργεί ως «κύριος δείκτης» της εθνικής ταυτότητας στην Τουρκία, μια «στενή ερμηνεία» του σύγχρονου κράτους που διαμορφώθηκε με τη Συνθήκη της Λωζάννης στις 24 Ιουλίου 1923.
«Σήμερα, ο Χριστιανισμός στην Τουρκία επιβιώνει μέσα σε ένα νομικό και πολιτικό περιβάλλον που διαμορφώνεται από μια στενή ερμηνεία της Συνθήκης της Λωζάννης, ένα μοντέλο κρατικής εποπτείας της θρησκευτικής ζωής και μια εθνική αφήγηση που παρουσιάζει το σουνιτικό Ισλάμ ως τον κύριο δείκτη της τουρκικής ταυτότητας», αναφέρει. «Αυτό το πλαίσιο συνεχίζει να περιθωριοποιεί όλες τις χριστιανικές κοινότητες — είτε αναγνωρίζονται στη Λωζάννη είτε όχι — στερώντας τους τις θεσμικές, δημογραφικές και νομικές προϋποθέσεις για τη συνέχειά τους».
Η Τουρκία κατατάσσεται 45η στη Λίστα Παγκόσμιας Παρακολούθησης World Watch List 2025 της Open Doors, με τις χώρες όπου είναι πιο δύσκολο να είσαι Χριστιανός.
Το ECLJ ανέδειξε τις ανησυχίες του για την Τουρκία στη Διάσκεψη Ανθρωπίνων Διαστάσεων στη Βαρσοβία στις 16 Οκτωβρίου, που διοργάνωσε ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ). Ο Thibault van den Bossche, υπεύθυνος συνηγορίας του ECLJ, έκανε εκτενή δήλωση, τονίζοντας ότι οι Χριστιανοί όλων των δογμάτων «ζουν σε εχθρικό κλίμα» στη χώρα.
«Οι πολιτικές, τα μέσα ενημέρωσης και οι κοινωνικές αφηγήσεις συχνά παρουσιάζουν τους Χριστιανούς ως ξένους, ύποπτους ή αποσταθεροποιητικούς — εν συντομία, ως απειλή για την εθνική ασφάλεια», δήλωσε ο Van den Bossche. «Αυτή η ρητορική τροφοδοτεί άμεση βία, συμπεριλαμβανομένων επιθέσεων σε εκκλησίες και νεκροταφεία, και εκφοβισμό κληρικών και πιστών».
Ο Van den Bossche πρόσθεσε ότι οι Προτεστάντες και οι Χριστιανοί προσήλυτοι από το Ισλάμ αποτελούν μια «ιδιαίτερα ευάλωτη και στενά παρακολουθούμενη ομάδα».
Είπε ότι 132 ξένοι Χριστιανοί υπέστησαν απαγορεύσεις εισόδου μεταξύ 2019 και 2024, επηρεάζοντας 303 άτομα συμπεριλαμβανομένων συζύγων και παιδιών. Αναφέρθηκε επίσης στη συνεχιζόμενη επίδραση της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
«Η άρνηση της Γενοκτονίας των Αρμενίων συνεχίζει να διαμορφώνει τον δημόσιο λόγο και προσθέτει στίγμα στις αρχαίες χριστιανικές κοινότητες», σημείωσε.
Το ECLJ κάλεσε την Τουρκία να αναγνωρίσει τη νομική προσωπικότητα των χριστιανικών κοινοτήτων και οργανώσεων και να προστατεύσει τα περιουσιακά τους δικαιώματα. Πρόσφατο παράδειγμα διακρίσεων ήταν η άρνηση της αρχής της περιοχής Ουσκουντάρ της Κωνσταντινούπολης να καταχωρίσει τίτλο γης στο ιστορικό Αρμενικό Νοσοκομείο του Αγίου Σωτήρα.
Το νομικό ινστιτούτο ζήτησε επίσης από την Τουρκία να εγγυηθεί ελεύθερες, τακτικές εκλογές για τα διοικητικά συμβούλια των χριστιανικών ιδρυμάτων και να εφαρμόσει πλήρως τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
