Οι σκηνές που εκτυλίχθηκαν στο Καπιτώλιο και το Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας έχουν εκπληκτική ομοιότητα με όσα συνέβησαν πριν από δύο χρόνι, στις 6 Ιανουαρίου του 2021 στις ΗΠΑ, σχολιάζει το βρετανικό ΒΒC αφήνοντας να εννοηθεί ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο.
«Κάτι μου βρωμάει», είχε δηλώσει ο Στιβ Μπάνον, πρώην στενός συνεργάτης του τέως προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών στη Βραζιλία το περασμένο μήνα. Χωρίς να υπάρξει εκλογικό αποτέλεσμα, διατυμπάνιζε ότι οι εκλογές είναι «στημένες».
Την ίδια ώρα, το αμερικανικό περιοδικό «Τhe Atlantic» δημοσιεύει ένα άρθρο, υπό τον τίτλο: «Οι Αμερικανοί ταραξίες έδωσαν το παράδειγμα στους Βραζιλιάνους ακροδεξιούς». «Οι υποστηρικτές του Μπολσονάρου υποστήριξαν ότι οι αντιδημοκρατικές επαναστάσεις μπορεί επίσης να είναι μεταδοτικές», επισημαίνει το σχετικό δημοσίευμα.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι «New York Times», εκτιμώντας ότι η επίθεση στην έδρα της κυβέρνησης της Βραζιλίας, μοιάζει με την εισβολή στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου του 2021.
«Ο Μπολσονάρου, ο δεξιός πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας, προσπαθούσε επί μήνες να υπονομεύσει τα αποτελέσματα των εκλογών που έχασε, με τον ίδιο περίπου τρόπο που έπραξε ο Ντόναλντ Τραμπ μετά την ήττα του στις προεδρικές εκλογές του 2020. Οι προσπάθειες του Μπολσονάρου και των συμμάχων του έχουν πλέον κορυφωθεί σε μια προσπάθεια – όσο απίθανη κι αν είναι – να ανατραπούν τα αποτελέσματα των εκλογών στη Βραζιλία και να επαναφέρουν τον πρώην πρόεδρο στην εξουσία. Με τον ίδιο περίπου τρόπο όπως στις 6 Ιανουαρίου, ο όχλος που κατέβηκε στην πρωτεύουσα της Βραζιλίας, επιτέθηκε στην αστυνομία που είχε περικυκλώσει το κτίριο στο Κογκρέσο. Εισέβαλε στις αίθουσες σπάζοντας παράθυρα, κλέβοντας πολύτιμα αντικείμενα και ποζάροντας για να φωτογραφηθούν σε εγκαταλελειμμένα γραφεία βουλευτών», γράφουν οι «NYΤ».
Η αμερικανική εφημερίδα παραθέτει και το σχετικό φωτογραφικό υλικό που δείχνει τις εκπληκτικές ομοιότητες των εξεγέρσεων στις ΗΠΑ και τη Βραζιλία.
Εξ αριστερών, ένας υποστηρικτής του Τραμπ ποζάρει στο φακό μέσα στο γραφείο της Νάνσυ Πελόζι, της τότε προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων στις 6 Ιανουαρίου του 2021. Στη διπλανή φωτογραφία, υποστηρικτές του πρώην προέδρου της Βραζιλίας, Ζαΐρ Μπολσονάρου, κλέβουν χθες χαρτιά από το γραφείο στο προεδρικό μέγαρο «Planalto» στη Μπραζίλια.
Η βία του όχλου στις 6 Ιανουαρίου του 2021 στις ΗΠΑ «είχε στόχο να καταφέρει πλήγμα στην καρδιά της κυβέρνησης που άλλαζε χέρια», ενώ η επίθεση στη Βραζιλία δεν έχει την «ίδια βαρύτητα με αυτό το είδος συμβολισμού», δήλωσε ο Καρλ Τομπίας, καθηγητής συνταγματικού δικαίου στο το Πανεπιστήμιο του Ρίτσμοντ.
«Ο Μπολσονάρου», όπως επισημαίνει, «ο οποίος είχε ισχυρούς δεσμούς με τον Τραμπ όλα τα χρόνια της θητείας του, δεν ήταν πουθενά κοντά στην πρωτεύουσα όταν έγινε η εξέγερση, έχοντας εγκατασταθεί στο Ορλάντο της Φλόριντα, περίπου 150 μίλια από το θέρετρο του Τραμπ στο Μαρ αλ Λάγκο.
Ο Στιβ Μπάνον έπαιξε ρόλο στην βραζιλιάνικη εξέγερση
Για το BBC, πάντως, αυτό που συνέβη στη Βραζιλία έχει βαθύτερες διασυνδέσεις με αυτό που συνέβη στις ΗΠΑ το 2021.
Ο Στιβ Μπάνον, πρώην σύμβουλος του Τραμπ εξέφρασε την άποψή του για το εκλογικό αποτέλεσμα στη Βραζιλία από τον πρώτο γύρο και επί εβδομάδες διέδιδε αβάσιμες φήμες για νοθεία στην κάλπη.
Σε πολλά επεισόδια του podcast του Μπάνον, σχολιάζει το βρετανικό δίκτυο, και με βάση τις αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο ίδιος και οι καλεσμένοι του υποστήριζαν ισχυρισμούς για «νοθευμένες εκλογές» και σκιώδεις δυνάμεις.
Ο πρώην συνεργάτης του Τραμπ προώθησε επίσης το hashtag #BrazilianSpring (Άνοιξη στη Βραζιλία) συνεχίζοντας να ενθαρρύνει την αντιπολίτευση ακόμα κι όταν ο ίδιος ο Μπολσονάρου φάνηκε να αποδέχεται την ήττα του.
Ο Μπάνον, ο πρώην επικεφαλής στρατηγικής του Λευκού Οίκου, ήταν μόνο ένας από τους πολλούς βασικούς συμμάχους του Ντόναλντ Τραμπ που ακολούθησαν την ίδια στρατηγική που χρησιμοποιήθηκε για να αμφισβητήσει τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2020 στις ΗΠΑ.
Και όπως συνέβη στην Ουάσιγκτον στις 6 Ιανουαρίου του 2021, αυτές oι «fake» αναφορές και οι αναπόδεικτες φήμες εμψύχωσαν τον όχλο που έσπασε παράθυρα και εισέβαλε σε κυβερνητικά κτίρια σε μια προσπάθεια να ανατρέψει τον εκλεγμένο Λούλα.
Νεοφασίστες και ακροδεξιά στοιχεία οι «μπολσοναριστές»
Κρατώντας σημαίες της Βραζιλίας και φορώντας ρούχα στα χρώματα της βραζιλιάνικης σημαίας, πάνω από 3.000 υποστηρικτές του Μπολσονάρου, που δεν αναγνωρίζουν τη νίκη του Λουλα ντα Σίλβα στις προεδρικές εκλογές, εισέβαλαν στο προεδρικό μέγαρο, το Κογκρέσο και το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτεύουσα, Μπραζίλια, προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές.
Η αστυνομία προσπάθησε αρχικά να τους απωθήσει με χρήση δακρυγόνων, χωρίς όμως επιτυχία.Λίγο αργότερα, σύμφωνα με όσα μετέδωσαν βραζιλιάνικα ΜΜΕ, οι δυνάμεις ασφαλείας κατάφεραν να θέσουν ξανά υπό τον έλεγχο τους τα κυβερνητικά κτήρια.
«Κάντε ότι χρειάζεται!»
Μία ημέρα πριν την εξέγερση στο αμερικανικό Καπιτώλιο, ο Μπάνον είχε δηλώσει στους οπαδούς του μιλώντας στο podcast: «Αύριο θα ξεσπάσει η κόλαση».
Υπενθυμίζεται ότι, ο Στιβ Μπάνον έχει καταδικαστεί σε τέσσερις μήνες φυλάκιση επειδή αρνήθηκε να συμμορφωθεί με εντολή να καταθέσει ενώπιον μιας επιτροπής του Κογκρέσου που ερευνά την επίθεση, αλλά είναι ελεύθερος εν αναμονή της προσφυγής που έχει ασκήσει.
«Ο Λούλα έκλεψε τις εκλογές… Οι Βραζιλιάνοι το ξέρουν αυτό», έγραψε επανειλημμένως στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Gettr και αποκάλεσε τους διαδηλωτές που εισέβαλαν στα κυβερνητικά κτίρια ως «Μαχητές της Ελευθερίας».
Την ίδια ώρα, ο Αλί Αλεξάντερ, ένας περιθωριακός ακτιβιστής που εμφανίστηκε μετά τις εκλογές του 2020 ως ένας από τους ηγέτες του κινήματος υπέρ του Τραμπ: «Stop the Steal» (Σταματήστε την κλοπή) έγραψε στα social media αναφερόμενος στην βραζιλιάνικη εξέγερση: «Κάντε ότι είναι απαραίτητο!», ενώ ισχυρίζεται ότι έχει επαφές στο εσωτερικό της χώρας.
Ο Λούλα ντα Σίλβα σηκώνει τα μανίκια ενώ δεσμεύτηκε ότι θα τιμωρηθούν οι ταραξίες
Επιστρέφοντας στην Μπραζίλια, ο Βραζιλιάνος πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα, μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος σε βάρος του από περίπου 3.000 οπαδούς του Μπολσονάρου, τον δείχνουν να συζητά με μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου, μπροστά στο κτήριο με σπασμένα παράθυρα, όσα άφησαν οι ταραξίες που δεν ήθελαν την επιστροφή του στην εξουσία, μια εβδομάδα αφού ανέλαβε την τρίτη του θητεία.
Χθες, μετέβη στο προεδρικό μέγαρο για να διαπιστώσει τις ζημιές, μετά την εισβολή οπαδών του ακροδεξιού Ζαΐχ Μπολσονάρου, ο οποίος από τη Φλόριντα, όπου βρίσκεται καταδίκασε, αν και όχι πολύ σθεναρά, την επίθεση, που θύμισε αυτή στο Καπιτώλιο στην Ουάσιγκτον πριν από δυο χρόνια.
Με μια διαφορά: τουλάχιστον μέχρι στιγμής, δεν έχει αναφερθεί κανένας θάνατος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, ο Ζαΐχ Μπολσονάρου παραμένει στις ΗΠΑ, για τις οποίες αναχώρησε δύο ημέρες πριν την ορκωμοσία του Λούλα, αρνούμενος να του παραδώσει τα ηνία της χώρας που τον κέρδισε οριακά την 30ή Οκτωβρίου, και βεβαίως δεν τον συνεχάρη.
«Οι ειρηνικές διαδηλώσεις, που συμμορφώνονται προς τον νόμο, είναι μέρος της δημοκρατίας… Ωστόσο, τα πλιάτσικα και οι εισβολές σε δημόσια κτίρια αντίκεινται προς τον κανόνα», τόνισε ο ίδιος μέσω Twitter.
Από την πλευρά του, ο ντα Σίλβα χαρακτήρισε την εισβολή «βαρβαρότητα» και προειδοποίησε ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι «θα εντοπιστούν από τις αρχές και θα λάβουν την τιμωρία που τους αξίζει. Υποσχέθηκε επίσης ότι οι αρχές θα βρουν και τους χρηματοδότες των μπολσοναριστών.
Αφήνοντας αιχμές για τη στάση της αστυνομίας, ο Βραζιλιάνος πρόεδρος υπογράμμισε ότι υπήρξε «κενό ασφαλείας» στην πόλη.
Ο πρόεδρος της Βραζιλίας κήρυξε παράλληλα «ομοσπονδιακή παρέμβαση» μέχρι τις 31 Ιανουαρίου, γεγονός που σημαίνει ότι οι δυνάμεις ασφαλείας, οι οποίες συνήθως ελέγχονται από τις πολιτειακές και τοπικές αρχές, τίθενται υπό ομοσπονδιακή διοίκηση.
Ξεκινώντας τη νέα του θητεία – έπειτα από τις δύο συναπτές προηγούμενες (2003-2010), ο Λούλα καταδίκασε τα γεγονότα «άνευ προηγουμένου στην ιστορία της Βραζιλίας».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Ασφάλειας της κυβέρνησής του Φλάβιου Ντίνου δήλωσε αργά χθες κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ότι ο έλεγχος των εδρών των τριών εξουσιών ανακτήθηκε πλήρως και πρόσθεσε πως συνελήφθησαν πάνω από 200 άνθρωποι. Ο κυβερνήτης του ομοσπονδιακού διαμερίσματος έκανε λόγο για πάνω από 400 συλλήψεις. «Δεν θα καταφέρουν να καταστρέψουν τη δημοκρατία», δεσμεύτηκε χαρακτηρίζοντας τις εισβολές.
Ο κυβερνήτης του ομοσπονδιακού διαμερίσματος της Μπραζίλιας, ο Ιμπανέις Ρόσα, σύμμαχος του πρώην προέδρου Μπολσονάρου, ζήτησε συγγνώμη μέσω βίντεο από τον πρόεδρο Λούλα και χαρακτήρισε τους δράστες των εκτεταμένων καταστροφών στα δημόσια κτίρια «αληθινούς βάνδαλους».
Ο Αλεσάντρ τζι Μοράις, δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έδωσε εντολή να παυθεί επί 90 ημέρες ο κυβερνήτης Ρόσα, εξαιτίας των σφαλμάτων και των παραλείψεων στα μέτρα ασφαλείας που επέτρεψαν την εισβολή στις έδρες των τριών εξουσιών.
Ακόμη, διέταξε οι καταυλισμοί έξω από στρατιωτικές βάσεις που έχουν στήσει υποστηρικτές του Μπολσονάρου, απαιτώντας οι ένοπλες δυνάμεις να προχωρήσουν σε πραξικόπημα, να έχουν διαλυθεί εντός 24 ωρών, να απομακρυνθούν τα οδοφράγματα και να τερματιστούν οι καταλήψεις κτιρίων.
Επιπλέον, έδωσε εντολή οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης Facebook, Twitter και Tik Tok να αναστείλουν μέχρι νεωτέρας τη λειτουργία των λογαριασμών χρηστών που διασπείρουν αντιδημοκρατική προπαγάνδα.
Διεθνής κατακραυγή για τα βίαια επεισόδια στη Βραζιλία
Οι εισβολές και οι καταστροφές προκάλεσαν κύμα αγανακτισμένων αντιδράσεων σε διεθνές επίπεδο.
Εξωφρενικά χαρακτήρισε τα επεισόδια ο Αμερικανός Δημοκρατικός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν. «Η χρήση βίας για την εξαπόλυση επιθέσεων εναντίον δημοκρατικών θεσμών είναι πάντα απαράδεκτη», ανέφερε από την πλευρά του μέσω Twitter ο υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησής του, Άντονι Μπλίνκεν.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν διαβεβαίωσε τον Λούλα πως μπορεί να «λογαριάζει στην ανελλιπή υποστήριξη» του Παρισιού.
Αποτροπιασμένος από τις πράξεις βίας και την παράνομη κατάληψη της κυβερνητικής συνοικίας της Μπραζίλια από βίαιους εξτρεμιστές δήλωσε πως είναι ο ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε, Ζοζέπ Μπορέλ.