Μετά τα Rafale και τα F-16 Viper ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αναζητά εναγωνίως απάντηση και για τις ελληνικές Belharra την ώρα, που η προεκλογική κούρσα στη γείτονα έχει αρχίσει και ο ίδιος εμφανίζεται αποφασισμένος να κάνει τα πάντα για να επανεκλεγεί στις 14 Μαΐου. Ο στρατηγικός χαρακτήρας των οπλικών συστημάτων, που επέλεξε το υπουργείο Εθνικής Αμυνας για να πολλαπλασιάσει τις επιχειρησιακές δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεων σε αέρα και θάλασσα έχει προβληματίσει τους Τούρκους επιτελείς καθώς βραχυπρόθεσμα θα ανατραπούν οι ισορροπίες ισχύος στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και αυτό το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά στην Αγκυρα.
Δεν είναι μόνο τα καινούργια F-16, που ζητά απεγνωσμένα από τις ΗΠΑ ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προκειμένου να διατηρηθεί το αξιόμαχο της τουρκικής αεροπορίας απέναντι στα ελληνικά Rafale και F-16 Viper. Τις προσεχείς μέρες θα προσγειωθούν στην Αεροπορική Βάση της Τανάγρας 2 επιπλέον γαλλικά μαχητικά με τον αριθμό τους να φτάνει τα 12 ενώ θα παραδοθεί από την ΕΑΒ το 6ο κατά σειρά αναβαθμισμένο F-16. Ουσιαστικά, η πρώτη Μοίρα της Πολεμικής Αεροπορίας με αεροσκάφη, που δε διαθέτει η Τουρκία, είναι σχεδόν έτοιμη ανοίγοντας το δρόμο για συνθήκες αδιαμφισβήτητης αεροπορικής υπεροχής το επόμενο διάστημα.
Γερασμένος στόλος
Τα πράγματα όμως δείχνουν να είναι εξίσου δύσκολα για τους Τούρκους και στη θάλασσα. Η ναυπήγηση από το Πολεμικό Ναυτικό των 3 φρεγατών Belharra, τα 4 «αόρατα» ελληνικά υποβρύχια κλάσης «Παπανικολής», που είναι κυρίαρχα στον βυθό του Αιγαίου αλλά και η αυξημένη ανθυποβρυχιακή προστασία, που θα χρειαστεί το μίνι αεροπλανοφόρο «Anadolu», όταν βγει στη Μεσόγειο αποτελούν το μεγάλο πονοκέφαλο των Τούρκων ναυάρχων. Για το λόγο αυτό, βρίσκεται σε εξέλιξη μία σοβαρή συζήτηση στους κόλπους του τουρκικού υπουργείου Αμυνας κατά πόσο θα ήταν εφικτή μία άμεση ενίσχυση του γερασμένου στόλου όχι με νεότευκτα πλοία αλλά με μεταχειρισμένες βρετανικές φρεγάτες Type-23.
Το ενδεχόμενο αυτό εντάχτηκε στις διερευνητικές συζητήσεις, που είχε ο Τούρκος υπουργός Αμυνας Χουλουσί Ακάρ, κατά το πρόσφατο ταξίδι του στο Λονδίνο με κύριο θέμα την πιθανή πώληση στην Αγκυρα Eurofighter, που μπορούν να φέρουν, όπως και τα Rafale, τους πυραύλους Meteor. Οι ικανότητες ανθυποβρυχιακού πολέμου των Type-23, που είναι εξοπλισμένες με αντιπλοϊκούς πυραύλους HARPOON, αντιαεροπορικό σύστημα SEA CEPTOR και τορπίλες, έχουν μπει στο στόχαστρο των Τούρκων καθώς θεωρείται ότι είναι πλοία σχεδόν συμβατά με τις υπόλοιπες μονάδες επιφανείας του τουρκικού στόλου έχοντας αναπτυχθεί κατά τα πρότυπα του ΝΑΤΟ. Βέβαια, στο τουρκικό ναυτικό δεν υπάρχουν βρετανικά πλοία καθώς οι μονάδες είναι αμερικανικής, γερμανικής και τουρκικής ναυπήγησης, με αρκετούς ειδικούς να εκφράζουν αμφιβολίες σε ποιο βαθμό μία τέτοια προσθήκη θα ήταν επιχειρησιακά αποτελεσματική.
Καθυστερήσεις στην τουρκική αμυντική βιομηχανία
Παρά την τεχνολογική πρόοδο της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, το πρόγραμμα ναυπήγησης πολεμικών πλοίων παρουσιάζει σημαντικές καθυστερήσεις, οι οποίες θα πρέπει να καλυφθούν άμεσα, καθώς οι επιχειρησιακές ανάγκες του στόλου, για την «υπεράσπιση της “Γαλάζιας Πατρίδας”» έχουν πολλαπλασιαστεί. Είναι χαρακτηριστικό πως από το 2016 έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι ώρες πλεύσης των τουρκικών πλοίων φτάνοντας τις 4.000-5.000 με αποτέλεσμα η προμήθεια μίας σοβαρής πλατφόρμας να καθίσταται αδήριτη ανάγκη.
Επιπλέον, από τις 16 φρεγάτες, που διαθέτει το τουρκικό πολεμικό ναυτικό, οι 8 είναι κλάσης Oliver Hazard Perry, πλοία ηλικίας άνω των 40 ετών και σίγουρα παλαιότερα από τις βρετανικές Type-23. Η προδιαγεγραμμένη, αν και όχι άμεση, απόσυρση τους θα απαιτήσει εκ των πραγμάτων την αντικατάσταση τους με πλοία αυξημένων δυνατοτήτων αεράμυνας περιοχής. Με βάση τον αντίλογο, που διατυπώνεται, τα προγράμματα εκσυγχρονισμού των συστημάτων των αμερικανικών φρεγατών τούς έχουν προσδώσει δυνατότητες αεράμυνας σαφώς καλύτερες από αυτές, που διαθέτουν τα βρετανικά πλοία. Σε κάθε περίπτωση, η νεότερη μονάδα του τουρκικού στόλου είναι η φρεγάτα «Kemal Reis» (1999), που λαβώθηκε από την επακούμβηση της φρεγάτας «Λήμνος» το καλοκαίρι του 2020, όταν η επιθετικότητα των Τούρκων κορυφώθηκε.
Σίγουρο είναι πάντως πως τα επεκτατικά σχέδια του τουρκικού καθεστώτος στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορούν να υποστηριχτούν επαρκώς από τις υπάρχουσες ναυτικές δυνάμεις της χώρας. Σύμφωνα με τις εισηγήσεις, που έχει στα χέρια του ο Τούρκος πρόεδρος, απαιτούνται 28 έως 30 φρεγάτες για να είναι εφικτή η παρουσία της Τουρκίας σε όλα τα θαλάσσια πεδία της ευρύτερης περιοχής. Σε αυτό το πλαίσιο, οι βρετανικές Type-23 θα ήταν δυνατό να καλύψουν τμήμα του υφιστάμενου κενού παράλληλα όμως με το εξελισσόμενο εθνικό πρόγραμμα ναυπήγησης.
Ανησυχία στους Τούρκους ναυάρχους
Οι Τούρκοι ναύαρχοι βλέποντας τους γοργούς ρυθμούς των εξοπλιστικών προγραμμάτων της χώρας μας ανησυχούν καθώς εκτιμούν ότι μία κλιμάκωση της έντασης στο Αιγαίο, που θα ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να εξελιχθεί σε σύγκρουση, δεν αφήνει χρονικά περιθώρια ολοκλήρωσης του προγράμματος ναυπήγησης νέων μονάδων. Παρά το γεγονός ότι στην Αγκυρα προτάσσεται η δυναμική της εγχώριας ανάπτυξης και παραγωγής οπλικών συστημάτων για τον τουρκικό στόλο σε αντίθεση με τις αγορές νέων μονάδων του Πολεμικού Ναυτικού από το εξωτερικό λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψη ότι οι ελληνικές Belharra θα ενσωματώσουν τα κορυφαία επιτεύγματα της γαλλικής αμυντικής βιομηχανίας.
Οι Τούρκοι λοιπόν, εξετάζουν ως ενδιάμεση λύση την αγορά 4 βρετανικών φρεγατών Type-23 «πακέτο» με την αγορά, μεταξύ άλλων, μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter από το Λονδίνο. Η κινητικότητα αυτή και οι διπλωματικές διεργασίες της Αγκυρας προς διάφορες κατευθύνσεις καταδεικνύουν ότι το ελληνικό εξοπλιστικό πρόγραμμα έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα, στα οποία εάν η Τουρκία δεν κατορθώσει να βρει απάντηση η αλλαγή των στρατιωτικών συσχετισμών στην περιοχή μας θα είναι μη αναστρέψιμη.