Για την Παρασκευή διεκόπη χθες από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δωδεκανήσου μετά το πέρας της λήψεως μαρτυρικών καταθέσεων από τους 4 μάρτυρες της κατηγορίας η εκδίκαση της πολύκροτης υπόθεσης κατασκοπείας εις βάρος της Ελλάδας με κατηγορούμενο έναν 36χρονο γραμματέα του τουρκικού προξενείου κι έναν 53χρονο πρώην μάγειρα του πλοίου «Ε/Γ – Ο/Γ Σταύρος».
Οι δύο κατηγορούμενοι έχουν κριθεί πρωτοδίκως ένοχοι κατασκοπείας από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, με κοινό ενιαίο σκοπό χρήσης για διαβίβαση κρατικών απορρήτων σε άλλον με σκοπό την πρόκληση κινδύνου στα συμφέροντα του κράτους.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, όπως έγραψε η «δημοκρατική», τους έκρινε αθώους για τα αδικήματα της υποστήριξης πολεμικής δύναμης του εχθρού από κοινού και κατ’ εξακολούθηση και για παραβίαση μυστικών της Πολιτείας από κοινού και κατ’ εξακολούθηση.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου σύννομου βίου και στους δύο κατηγορούμενους και επέβαλε ποινή κάθειρξης 5 ετών στον 36χρονο και ποινή φυλάκισης 4 ετών στον 53χρονο.
Η ποινή του πρώτου δεν ανεστάλη αρχικώς, ενώ στην πορεία με απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δωδεκανήσου έγινε δεκτό σχετικό αίτημα που υπέβαλε και αφέθηκε ελεύθερος με τους περιοριστικούς όρους της καταβολής χρηματικής εγγύησης ύψους 10.000 ευρώ, της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισής του την 1η και 15η ημέρα κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του.
Χθες με την έναρξη της διαδικασίας ο Πρόεδρος της έδρας εξεμάνη όταν διαπίστωσε ότι μια γυναίκα, που φορούσε ιατρική μάσκα στο ακροατήριο, τράβηξε πλάνα από την έδρα. Διαπιστώθηκε ότι ήταν η υποπρόξενος του Προξενείου της Τουρκίας στην Ρόδο, σύζυγος όπως αναφέρουν οι πληροφορίες του Πρόξενου και η παράνομη αυτή κίνηση από μέρους της προκάλεσε αντιδράσεις.
Της ζητήθηκε άμεσα να διαγράψει το παράνομο υλικό και από το κινητό της τηλέφωνο και από το cloud, ενώ μετά από διακοπή ο Πρόεδρος της έδρας κατέστησε σαφές ότι στην περίπτωσή της υφίσταται ετεροδικία αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να κινηθεί διαδικασία από το Υπουργείο Εξωτερικών για την απέλασή της, πόσω μάλλον αν το υλικό αυτό δημοσιοποιηθεί σε ΜΜΕ της γείτονος. Η ίδια μέσω μεταφράστριας ζήτησε συγγνώμη και δήλωσε πως έχει ήδη διαγράψει το υλικό.
Θυμίζουμε ότι στην έφεσή του ο 36χρονος προέβαλε τρεις λόγους ακύρωσης της πρωτόδικης καταδικαστικής αποφάσεως.
Ισχυρίζεται ειδικότερα ότι υπήρξε θετική υπέρβαση εξουσίας του δικαστηρίου, το οποίο προχώρησε στη συζήτηση της υπόθεσης, καίτοι η παραπομπή του σε δίκη δεν είχε καταστεί απολύτως αμετάκλητη.
Ως δεύτερο λόγο έφεσης ο 36χρονος ανέφερε ότι υπήρξε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ισχυρίζεται ότι δεν συντρέχουν ούτε τα αντικειμενικά, ούτε τα υποκειμενικά στοιχεία της πράξης, για την οποία καταδικάστηκε.
Ως τρίτο λόγο έφεσης προέβαλε ότι υπήρξε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας.
Ισχυρίζεται ότι η εισαγγελέας προσκόμισε στο δικαστήριο την από 25 Νοεμβρίου 2021 συμπληρωματική έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, η οποία αφορούσε στον έλεγχο 19 κατασχεθέντων πειστηρίων και συνοδευόταν από ψηφιακό δίσκο (CD).
Χθες με την έναρξη της διαδικασίας οι λόγοι εφέσεως επανυποβλήθηκαν ως ενστάσεις, ενώ σε ό,τι αφορά στον πρώτο ο Πρόεδρος της έδρας επεσήμανε ότι από την στιγμή που η έφεση έγινε τυπικώς δεκτή παρέλκει η εξέταση της πρώτης ενστάσως που θα οδηγούσε σε ακύρωση της πρωτόδικης αποφάσεως με αποτέλεσμα να επανεκδικαστεί όλη η υπόθεση και να εξαφανιστούν οι αθωωτικές διατάξεις αυτής με αποτέλεσμα η επαπειλούμενη ποινή να μην έχει το «ταβάνι» της πρωτόδικης.
Σημειώνεται ότι ο 53χρονος στο πλαίσιο της αστυνομικής προανάκρισης αποδέχθηκε ότι κατέγραφε από το πλοίο όπου εργαζόταν τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις και εγκαταστάσεις και ότι προωθούσε το υλικό στον συγκατηγορούμενό του.
Οπως είχε υποστηρίξει ο 53χρονος, ο 36χρονος του ζήτησε να του μεταφέρει τις πληροφορίες τηλεφωνικά και όχι με γραπτά μηνύματα για να μην αφήνει ίχνη των μεταδιδόμενων πληροφοριών. Για τον λόγο αυτό, στις τηλεφωνικές επικοινωνίες χρησιμοποιούσε συχνά την εφαρμογή «whats up».
Αναφέρει μάλιστα ο 53χρονος ότι ο 36χρονος ήταν πολύ φορτικός και τον έπεισε τελικά να του μεταφέρει πληροφορίες που του ζητούσε, πράγμα που ισχυρίζεται ότι έπραξε μόνο δύο φορές μέσα στον μήνα Οκτώβριο. Ανέφερε ότι η τελευταία δια ζώσης συνάντηση με τον κατηγορούμενο ήταν στις 6 Νοεμβρίου 2020. Τότε του ζήτησε εκ νέου να συνομιλούν μέσω “whats up” και να σβήσει όλα τα μηνύματα που είχαν ανταλλάξει και που περιείχαν κυρίως ερωτήσεις για τις κινήσεις πολεμικών πλοίων στο Καστελλόριζο.
Την επομένη του απέστειλε ένα πακέτο δεδομένων κινητής τηλεφωνίας.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης του 36χρονου παρίστανται οι κ.κ. Ηλίας Αναγνωστόπουλος, Αλέξανδρος Τσαγκαλίδης και Τίνα Χατζηκωσταντίνου και του 53χρονου ο κ. Στέλιος Αλεξανδρής.