Η απόπειρα δολοφονίας κατά του Ντόναλντ Τραμπ το Σάββατο εξόργισε, «ηλέκτρισε», και ενθάρρυνε τους Ρεπουμπλικάνους, οι οποίοι χαιρέτησαν τη σφιγμένη γροθιά του τέως προέδρου στον απόηχο των πυροβολισμών, ενώ ανησύχησε τους Δημοκρατικούς, που ήταν ήδη νευρικοί, λόγω του κινδύνου πολιτικής βίας, αλλά και των σταθερά συρρικνούμενων προοπτικών του Τζο Μπάιντεν στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Όπως αναφέρει το Politico, μέσα σε λίγα λεπτά από τα πυρά του 20χρονου Τόμας Μάθιου Κρουκς στη συγκέντρωση του Τραμπ στο Μπάτλερ της Πενσιλβάνια, η οργή των Ρεπουμπλικανών για τους πυροβολισμούς μετατράπηκε σε θαυμασμό για την ενστικτώδη αντίδραση του Τραμπ, και στη συνέχεια σε αγαλλίαση για την αψήφησή τους, μια αντίδραση που υπογράμμισε την περιθωριοποίηση που νιώθουν οι υποστηρικτές του και τον ακαριαίο τρόπο που αφομοιώνονται σήμερα και οι πιο άσχημες ειδήσεις.
Μέχρι να πέσει ο ήλιος, και χωρίς συγκεκριμένες αναφορές για την ταυτότητα του νεκρού ελεύθερου σκοπευτή, οι Ρεπουμπλικάνοι κατηγορούσαν ανοιχτά για το περιστατικό τους πολιτικούς τους αντιπάλους.
«Δεν θα ανεχτούμε αυτή την επίθεση από τα αριστερά», δήλωσε χαρακτηριστικά ο βουλευτής Μάικ Κέλι, ο οποίος ήταν παρών στη συγκέντρωση.
Η κατηγορία ήταν τόσο ωμή όσο και αξιοσημείωτη. Θυμίζει τη δολοφονία του προέδρου Τζον Φ. Κένεντι το 1963, την οποία πολλοί Δημοκρατικοί απέδωσαν αμέσως στη δεξιά εχθροπάθεια που αντιμετώπιζε ο τότε πρόεδρος στο Ντάλας.
Στον πάντα διαδικτυακό και βαθιά πολωμένο κόσμο του 2024, ωστόσο, οι ισχυρισμοί βγήκαν γρήγορα στην επιφάνεια, ανεξάρτητα από την έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τα κίνητρα.
Ένας από τους πιθανούς υποψηφίους αντιπροέδρους του Τραμπ, ο γερουσιαστής Τζέι Βανς, σχολίασε: «ο κεντρικός άξονας της εκστρατείας του Μπάιντεν είναι ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι ένας αυταρχικός φασίστας που πρέπει να σταματηθεί με κάθε κόστος», προσθέτοντας: «Αυτή η ρητορική οδήγησε ευθέως στην απόπειρα δολοφονίας του προέδρου Τραμπ».
Βλέποντας επίσης μια ευκαιρία, ο γερουσιαστής Μάικ Λι συντάχθηκε με τον Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν, τον πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, για να καλέσουν τον Μπάιντ να αποσύρει όλες τις ομοσπονδιακές κατηγορίες εναντίον του τέως προέδρου.
Ακόμη και τα παιδιά του Τραμπ απάντησαν αμέσως στην παραλίγο δολοφονία του πατέρα τους με μια αίσθηση θριάμβου, και όχι σοκ. «Δεν θα σταματήσει ποτέ να παλεύει για να σώσει την Αμερική»,ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, αναρτώντας στα κοινωνικά δίκτυα την εμβληματική φωτογραφία του πατέρα του, με υψωμένη γροθιά, με πρόσωπο ματωμένο και περιτριγυρισμένο από τα μέλη της Μυστικής Υπηρεσίας, ενώ μια αμερικανική σημαία βρίσκεται στο φόντο. Άλλα μέρη του Κογκρέσου ακολούθησαν.
Μπορεί να ήταν χαώδης αυτή τη στιγμή, αλλά υπήρχε ένας λόγος που τόσοι πολλοί Ρεπουμπλικάνοι σκέφτηκαν να δημοσιεύσουν γρήγορα τις φωτογραφίες ενός αιμόφυρτου Τραμπ: Θα
αποδειχθούν πολιτικά ισχυρές.
Στις προεκλογικές εκστρατείες, η αντίληψη μπορεί γρήγορα να γίνει πραγματικότητα, και ο συμβολισμός είναι συχνά πιο σημαντικός από την ουσία. Οι φωτογραφίες, και η κίνηση του Τραμπ να συσπειρώνει το πλήθος, πιθανότατα θα είναι η διαρκής εικόνα αυτών των εκλογών, και ίσως ολόκληρης της πολιτικής του καριέρας.
Η ταχύτητα και η ένταση της αντίδρασης αντανακλούσαν επίσης τον θυμό που νιώθουν πολλοί οπαδοί του Τραμπ πολύ πριν τραυματιστεί από σφαίρα. Οι οπαδοί του αισθάνονται ότι έχει κυνηγηθεί από την κυβέρνηση με τρόπο που θυμίζει εξόριστο ηγέτη της αντιπολίτευσης. Τα γεγονότα – ιδιαίτερα η αρχική απροθυμία της κυβέρνησης Μπάιντεν να ασκήσει διώξεις εναντίον του προκατόχου του – δεν αντικατοπτρίζουν τους ισχυρισμούς, αλλά έχουν «εμποτίσει» βαθιά την αφήγηση της αμερικανικής δεξιάς.
«Η υψωμένη γροθιά θα γίνει το εμβληματικό σύμβολο του συνεδρίου των Ρεπουμπλικανών», προέβλεψε ο αναλυτής του κόμματος, Μάικ Μέρφι.
Αυτό που είναι λιγότερο σαφές είναι εάν οι πυροβολισμοί επισπεύδουν τις εκκλήσεις των Δημοκρατικών να αποσυρθεί ο Μπάιντεν από την προεκλογική κούρσα. Οι περισσότεροι Δημοκρατικοί βουλευτές και γερουσιαστές αντέδρασαν στους πυροβολισμούς καταγγέλλοντας την πολιτική βία, και λίγοι ήθελαν να συζητήσουν τι απήχηση μπορεί να έχουν στην προεκλογική εκστρατεία.
Ωστόσο, κατ’ ιδίαν, πολλοί βετεράνοι των Δημοκρατικών εκτιμούν ότι η ανάκαμψη της απήχησης του Τραμπ θα είναι μεγαλύτερη από ό,τι θα μπορούσε και ο ίδιος να ελπίζει ότι θα είχε σε τόσο διχασμένους καιρούς. Και δεν ήταν δύσκολο να ανιχνεύσει κανείς μια αίσθηση βαθιάς απαισιοδοξίας, δηλαδή ότι η νίκη μπορεί να γίνεται απρόσιτη σε μια ήδη «ανηφορική» εκστρατεία.
Αυτό που ανησυχεί περισσότερο τους Δημοκρατικούς είναι αν ο Μπάιντεν θα μπορούσε να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, αν θα εμφανιστεί περισσότερο όπως ο ισχυρός Λίντον Τζόνσον στην ομιλία του στην κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου μετά τη δολοφονία του Κένεντι, ή όπως ο ηλικιωμένος ομιλητής της Βουλής, Τζον ΜακΚόρμακ, που καθόταν στο βήμα.
O Ρεπουμπλικανός βουλευτής Γκάι Ρεσεντάλερ, ενθουσιώδης υποστηρικτής του Τραμπ, ανησυχεί για κάτι άλλο. «Η μεγάλη μου ανησυχία είναι ότι αυτό δεν συνέβη μια φορά, και θα δούμε περισσότερη πολιτική βία» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ρεσεντάλερ.