Μεγάλη συζήτηση γίνεται τις τελευταίες μέρες με μια σειρά από δημοσιεύματα που βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας στα βρετανικά μέσα αναφορικά με την Επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, τα οποία επιβεβαιώνουν το θετικό κλίμα ανάμεσα στη βρετανική και την ελληνική πλευρά κάνοντας, ωστόσο, λόγο για «συμφωνία δανεισμού»-κάτι που διαψεύδει κατηγορηματικά το υπουργείο Πολτιισμού – και ανεβάζοντας τον τόνο της πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Όλα ξεκίνησαν από τις πρόσφατες επαφές ανάμεσα στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Πρόεδρο του βρετανικού μουσείου Τζορτζ Όζμπορν, που έδειχναν ότι υπάρχει έντονη διπλωματική κινητικότητα αλλά και προσδοκία για μια win-win συμφωνία ανάμεσα στις δυο πλευρές. Ωστόσο οι «εποικοδομητικές συζητήσεις», τις οποίες δείχνει και πάλι να επιβεβαιώνει το βρετανικό μουσείο που συζητά πια ανοιχτά, σε σχέση με το παρελθόν, το ενδεχόμενο να επιστραφούν τα Γλυπτά τα οποία έκλεψε, αφαίρεσε προκαλώντας ανυπολόγιστες καταστροφές ο λόρδος Έλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν ήταν πρεσβευτής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, συνοδεύονται από μια σειρά από πρόσφατα βρετανικά δημοσιεύματα, τα οποία εκφράζουν διαφορετικές και ετερόκλητες θέσεις.
Καμία σχέση, για παράδειγμα, δεν έχει το δημοσίευμα των Times ή του Bloomerbg που κάνει λόγο για «μακροχρόνιο δανεισμό», τα οποία διαψεύδει η Αθήνα, σε σχέση με το δημοσίευμα της Guardian που επιμένει, μέσω του φιλέλληνα συγγραφέα Στίβεν Φράι, ότι η απομάκρυνση των Γλυπτών του Παρθενώνα από την Αθήνα είναι κάτι τόσο αποτρόπαιο, όσο το να αφαιρούσε κανείς τον Πύργο του Άιφελ από το Παρίσι ή το Στόουνχετζ από τη Βρετανία κάνοντας λόγο για την αναγκαιότητα της επιστροφής-χωρίς αστερίσκους.
Μιλώντας, με τη σειρά της, για θετικό κλίμα και για συζητήσεις η ελληνική πλευρά, τόσο μέσω πηγών της κυβέρνησης όσο και του υπουργείου Πολιτισμού, ταυτόχρονα αρνείται οποιοδήποτε ενδεχόμενο μακροχρόνιου δανεισμού. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει το υπουργείο Πολιτισμού «πάγια θέση της χώρας μας ότι δεν αναγνωρίζει στο Βρετανικό Μουσείο νομή, κατοχή και κυριότητα των Γλυπτών, καθώς αποτελούν προϊόν κλοπής» διαψεύδοντας κατηγορηματικά οποιοδήποτε ενδεχόμενο σταδιακής ανταλλαγής αρχαιοτήτων σε βάθος χρόνου με τη μορφή δανεισμού για το οποίο κάνουν λόγο οι Times σε πρόσφατο δημοσίευμά τους.
Σύμφωνα με την βρετανική εφημερίδα «υπάρχουν σημάδια που δείχνουν ότι ο Όζμπορν και ο Έλληνας πρωθυπουργός είναι πολύ κοντά στην ανακοίνωση ενός συμβιβασμού για να επιστραφούν στην Αθήνα τα μάρμαρα με δάνειο αορίστου χρόνου με αντάλλαγμα δάνεια εκθεμάτων που φυλάσσονται στο Μουσείο της Ακρόπολης» λέγοντας πως αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να παρακάμψουν το θέμα της νομολογίας που απαγορεύει στους διαχειριστές του μουσείου να προβούν σε μια τέτοια λύση. Μάλιστα, για πρώτη φορά, η βρετανική εφημερίδα που μιλούσε πάντα πολύ απαξιωτικά για τη χώρα μας, κάνει λόγο για «ιδανικές συνθήκες και υποδομές» που προσφέρει το Μουσείο της Ακρόπολης, κάτι που δεν ίσχυε στο παρελθόν και για αναγκαιότητα επίλυσης ενός προβλήματος που σοβεί εδώ και σαράντα χρόνια. Επιμένουν μάλιστα πως «αυτή η συμφωνία έχει συνταχθεί».
Αντίστοιχες θέσεις υποστηρίζει με δημοσίευμα του και το πρακτορείο Bloomerbg επιμένοντας πως οι προχωρημένες συζητήσεις έχουν οδηγήσει σε μια συμφωνία δανεισμού αρχικά και ενδεχόμενης επιστροφής στο μέλλον, στα πλαίσια μιας πολιτιστικής ανταλλαγής, ακολουθώντας τα πρότυπα της συμφωνίας που έχει συναφθεί με τη συλλογή Στερν. Η συμφωνία αυτή εξετάζει το ενδεχόμενο οι Βρετανοί να μας δώσουν για αρκετά χρόνια τα Μάρμαρα και σε αντάλλαγμα, η Αθήνα να δανείσει άλλα ιστορικής αξίας αντικείμενα στο Βρετανικό Μουσείο, το οποίο θα ήταν δυνατό να γεμίσει τις κενές προθήκες του με πιστά αντίγραφα των Γλυπτών του Παρθενώνα που ήδη ετοιμάζονται. Με αυτό τον τρόπο η συμφωνία θα είναι «στο πλαίσιο του νόμου» και θα καλύπτει το αίτημα όλων των πλευρών κάνοντας λόγο για διπλωματικές συνομιλίες που φαίνονται, για πρώτη φορά, να είναι καρποφόρες.
Τι λέει η Αθήνα
Ωστόσο η Αθήνα σπεύδει να διαψεύσει μέσω ανακοινώσεων που εξέδωσε το Υπουργείο Πολιτισμού τέτοιου είδους συμφωνία αρνούμενη κατηγορηματικά το ενδεχόμενο δανεισμού. Πηγές του Υπουργείου μάλιστα επιμένουν ότι σε καμία περίπτωση δεν ισχύει το δημοσίευμα του Bloomerbg, το οποίο αναφέρει πως ενδέχεται να επιστραφούν σταδιακά στην Ελλάδα τα γλυπτά υπό μορφή δανεισμού επιμένοντας κατηγορηματικά ότι «δεν αναγνωρίζουμε, ποτέ και σε καμία περίπτωση, την κυριότητά τους από τους Βρετανούς».
Ωστόσο οι συζητήσεις που φαίνονται να γίνονται και έχουν επιβεβαιωθεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό λαμβάνουν χώρα σε μια συγκυρία που σίγουρα, μοιάζει ουσιαστικά καλύτερη από ποτέ για την Ελλάδα καθώς υπάρχουν μια σειρά από παράγοντες που έχουν παίξει ρόλο. Κατά αρχάς η ελληνική πλευρά έχει στο πλευρό της, εκτός από τη βρετανική κοινωνική γνώμη, την εκστρατεία των διεθνών Επιτροπών που έχουν σχηματιστεί για την Επιστροφή των Μαρμάρων, τους διεθνείς αστέρες όπως τον Στίβεν Φράι, ο οποίος πρωταγωνιστεί στην καμπάνια για την Επιστροφή, τον Τζον Μάλκοβιτς και τον Τζορτζ Κλούνεϊ οι οποίοι έχουν εκφράσει δημόσια την υποστήριξή τους, τις διατυπωμένες με σαφήνεια ελληνικές θέσεις που αντιπροτείνουν διάφορες δωρεές και δάνεια (εξου και το win-win) ως «αποζημίωση» προς το βρετανικό μουσείο αλλά και τη γενικότερη αλλαγή πολιτικής των μουσείων σχετικά με το ζήτημα των επιστροφών
Σημαντικό ρόλο έχουν επίσης διαδραματίσει, επίσης, η ομόφωνη απόφαση της Διακυβερνητικής Επιτροπής της Unesco καθώς και η ουσιαστική κίνηση της Περιφερειακής Κυβέρνησης της Σικελίας και της Ιταλικής Δημοκρατίας, να κατατεθεί αρχικά προς έκθεση και στη συνέχεια να αποφασισθεί ο οριστικός επαναπατρισμός του «θραύσματος Fagan», μια άκρως σημαντική, για τα επιχειρήματά μας, λεπτομέρεια-που ανοίγει νομικά το δρόμο στο θέμα του επαναπατρισμού των αποσπασθέντων μερών του γλυπτού.
Το κυριότερο, όμως, όλων είναι η μεταστροφή της βρετανικής κοινής γνώμης που είναι πλέον αναφανδόν υπέρ μας: δριμεία επίθεση στον άτεγκτο διευθυντή του Βρετανικού μουσείου, ο οποίος, σε αντίθεση με τον Πρόεδρο δεν δείχνει να είναι διαλλακτικός, έχει ασκήσει για παράδειγμα εκτός από τον Στίβεν Φράι και η διεθνούς φήμης σαιξπηρική ηθοποιός Ντέιμ Τζάνετ Σούζμαν, πρόεδρος της βρετανικής επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, δηλώνοντας πως «η αποικιοκρατική ιδιοποίηση αντικειμένων δεν πρέπει να είναι αποδεκτή από κανέναν τον 21ο αιώνα» συμπληρώνοντας, επίσης, πως είναι «καιρός αυτά τα αξεπέραστα γλυπτά να επιστρέψουν εκεί, από όπου προέρχονται, έτσι ώστε να σχηματίσουν όλοι μια πλήρη εικόνα της ιστορίας που αντιπροσωπεύουν, σε αντίθεση με την κατακερματισμένη εικόνα που παρουσιάζουν στο Λονδίνο».
Κόντρα κυβέρνησης-ΣΥΡΙΖΑ
Ωστόσο, τα δημοσιεύματα αυτά που ήρθαν στο φως την περασμένη βδομάδα ήταν αρκετά για να προκαλέσουν μια σειρά ανακοινώσεων από πλευράς αξιωματικής αντιπολίτευσης, που κάνει λόγο για «κρυφή διπλωματία αλά 19ου αιώνα, μεταξύ μεγιστάνων και άλλων «μεγάλων κεφαλών» για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο». Σε ανακοίνωση της η βουλευτής Αχαίας και τομεάρχης Πολιτισμού, Σία Αναγνωστοπούλου σημειώνει ότι «είναι ανεπίτρεπτο ο πρωθυπουργός και η υπουργός Πολιτισμού, μόνοι τους και με κρυφές συνεννοήσεις να διευθετούν αυτό το κορυφαίο διεθνώς ζήτημα πολιτιστικής κληρονομιάς και ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα συναινέσει σε συμφωνίες εν κρυπτώ με τις οποίες ο δανεισμός και η εκχώρηση του εθνικού μας πλούτου βαφτίζονται «επιστροφή» και «επαναπατρισμός».
Σε αυτές τις ανακοινώσεις το υπουργείο Πολιτισμού, με τη σειρά του, απαντά πως ο ΣΥΡΙΖΑ «προτάσσει τα μικροκομματικά οφέλη και τον στόχο της φθοράς της κυβέρνησης αδιαφορώντας αν οι θέσεις του προκαλούν ζημιά στη χώρα» τονίζοντας, για μια ακόμα φορά, και με τρόπο κατηγορηματικό πως η χώρα μας «δεν αναγνωρίζει στο Βρετανικό Μουσείο νομή, κατοχή και κυριότητα των Γλυπτών, καθώς αποτελούν προϊόν κλοπής».
Τέλος, κάνει λόγο, για κοινή πολιτική όσον αφορά την εκστρατεία της Επιστροφής και κοινή στάση κυβέρνησης-υπουργείου Πολιτισμού λέγοντας πως «η κυβέρνηση, από την αρχή της θητείας της, κινείται με σοβαρότητα, υπευθυνότητα, ευαισθησία και αποτελεσματικότητα, προκειμένου να υλοποιηθεί ο εθνικός στόχος της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα και της επανένωσης τους στο Μουσείο της Ακρόπολης. Αυτό αναμφίβολα τεκμαίρεται από σειρά γεγονότων των τελευταίων δύο ετών: Από την απόφαση της ΟΥΝΕΣΚΟ, τον Σεπτέμβριο 2021, και την οριστική (sine die) επανένωση του θραύσματος Fagan, ως την μεταστροφή και τη στήριξη του ελληνικού αιτήματος από τη διεθνή κοινή γνώμη».