Το κουμπί πανικού (panic button) εγκατέστησε σήμερα το πρωί η σύζυγος του γνωστού ποινικολόγου Απόστολου Λύτρα, Σοφία Πολυζωγοπούλου.
Μετά τον ξυλοδαρμό της από τον σύζυγό της και μετά το γεγονός ότι ο γνωστός ποινικολόγος αφέθηκε ελεύθερος από τη Δικαιοσύνη, θέλησε να έχει στο κινητό της το κουμπί πανικού, προκειμένου να μπορεί να ειδοποιήσει τις αρχές σε περίπτωση κινδύνου.
Σύμφωνα με πληροφορίες του protothema.gr το απόγευμα της Δευτέρας (17/6) η σύζυγος του δικηγόρου επικοινώνησε με ανώτατο αξιωματικό της Ασφάλειας προκειμένου να ενημερωθεί εκ νέου για το κουμπί πανικού. Έτσι σήμερα το πρωί η σύζυγος του Απόστολου Λύτρα, πήγε στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας και αξιωματικοί του τμήματος ενδοοικογενειακής βίας, της εγκατέστησαν την εφαρμογή. Η αναφορά που είχε κάνει στην αρχική της κατάθεση ότι ήθελε να χτυπήσει το Panic button την ώρα της επίθεσης από τον σύζυγό της, σχετίζεται με το κουμπί του συναγερμού.
Η γυναίκα εξακολουθεί να βρίσκεται σε σοκ μετά την άγρια επίθεση που δέχθηκε από τον ποινικολόγο τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακής μέσα στο αυτοκίνητό τους.
Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας της με τους αστυνομικούς, το βράδυ της Δευτέρας, πληροφορίες αναφέρουν πως η γυναίκα τους εκμυστηρεύτηκε πως μετά την επίθεση που δέχθηκε από τον σύζυγό της φοβήθηκε ότι θα πεθάνει και ότι δεν θα την πήγαινε στο νοσοκομείο.
Από τη φωνή της ακουγόταν πολύ ταραγμένη ενώ, αναφερόμενη στην πρώτη της κατάθεση που έκανε λόγο για πτώση από τις σκάλες, σημείωσε ότι το είπε αυτό γιατί φοβόταν τον δικηγόρο προσθέτοντας ότι δέχθηκε το κουμπί πανικού προκειμένου να περάσει το μήνυμα στους αστυνομικούς ότι είχε κακοποιηθεί. Εξήγησε δηλαδή ότι μπορεί να είπε λόγω φόβου ότι έπεσε από σκάλα, αλλά ταυτόχρονα εξέφρασε την επιθυμία για κουμπί πανικού ώστε να καταλάβουν οι αστυνομικοί ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, κάτι που επιβεβαιώθηκε και με την κατάθεση του γιατρού και που τελικά παραδέχθηκε χθες δημόσια και ο ίδιος ο δικηγόρος μετά την απόφαση να αφεθεί ελεύθερος υποστηρίζοντας ότι «δεν μπορεί να δώσει εξήγηση» για αυτό που έγινε και προσθέτοντας ότι θα αναζητήσει βοήθεια για να θεραπευτεί.
«Ομολόγησα την πράξη μου, ζήτησα συγγνώμη από τη σύζυγό μου που την υπεραγαπώ και τις τρεις κόρες μου. Δυστυχώς βρέθηκε σε μια κατάσταση που έγινε αυτό το περιστατικό. Κι εγώ ακόμα δεν μπορώ να δώσω εξήγηση. Όπως και εκείνη κατέθεσε δεν έχω υπάρξει ποτέ βίαιος. Θα κοιτάξω να δω με ποιον τρόπο μπορώ να θεραπευτώ, να ζητήσω βοήθεια» είπε αρχικά στη δήλωσή του ο Απόστολος Λύτρας.
Συνεχίζοντας ο ποινικολόγος είπε ότι «η πράξη που έγινε είναι κάτι που για μένα είναι αδιανόητο. Θα αναζητήσω ψυχολογική βοήθεια, δεν μπορώ να το συγχωρέσω στον εαυτό μου. Κανείς να μην βρεθεί σε αυτή την κατάσταση. Βλέπετε πόσο αιχμηρός είμαι και για τον ίδιο μου τον εαυτό».
Δηλώσεις Απόστολου Λύτρα
«Ζητάω συγγνώμη από όλο τον κόσμο, από τη Σοφία και τις κόρες μας και από εκεί και μετά θέλω να πιστεύω ότι αυτό το θέμα θα ξεπεραστεί με την κατάλληλη βοήθεια» κατέληξε στη δήλωσή του ο Απόστολος Λύτρας.
Η κατάθεση της συζύγου
Στην κατάθεσή της στην ανακρίτρια η 37χρονη δικηγόρος, περιέγραψε με λεπτομέρειες που προκαλούν σοκ τον εφιάλτη που βίωσε τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακής.
«Όλα αυτά τα χρόνια είμαστε και συνεργάτες στο γραφείο. Χθες 15/06/2024 πήγαμε μαζί σε εστιατόριο στη Βουλιαγμένη στα νότια προάστια με μια μεγάλη παρέα. Κάποια στιγμή γύρω στις 23.30 λογομαχήσαμε για μια ασήμαντη αφορμή και συγκεκριμένα γιατί εγώ κοίταζα το κινητό μου και ο σύζυγός μου δεν ξέρω τι θεώρησε, πάντως μου έκανε σκηνή ζηλοτυπίας» κατέθεσε στην ανακρίτρια η δικηγόρος και συνεχίζοντας περιέγραψε:
«Η αλήθεια είναι ότι εγώ μιλούσα με την αδερφή μου στην οποία είχα αφήσει το παιδί μου για να βγούμε και η οποία μου έστελνε βιντεάκια με τη μικρή μου. Μου ζήτησε επιτακτικά να φύγουμε αλλιώς θα έκανε φασαρία μέσα στο μαγαζί. Εγώ επειδή τον είδα σε κατάσταση άνευ λόγου έξαλλο τον ακολούθησα και φύγαμε για να μην εκτεθούμε μπροστά σε φίλους μας και στον υπόλοιπο κόσμο. Μόλις έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο άρχισε να με βρίζει και μου έριξε την πρώτη μπουνιά. Άρχισε να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και σε μικρή απόσταση σε ένα απόμερο μέρος δεξιά του δρόμου που είχε χώρο σταμάτησε το αυτοκίνητο και με χτύπησε στο πρόσωπο έχοντας τα χέρια του σε γροθιά. Σημειωτέον ότι όλη αυτή την ώρα μου είχε πάρει το κινητό. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ούρλιαζα βοήθεια και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα και τα κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι».
Στη συνέχεια της κατάθεσής της η 37χρονη δικηγόρος περιέγραψε στην ανακρίτρια: «Κάποια στιγμή ένιωθα ότι χάνω τις αισθήσεις μου. Προφανώς με είδε σε αυτή την κατάσταση και σταμάτησε. Τον παρακαλούσα να με πάει σε κάποιο νοσοκομείο και να μου δώσει το κινητό μου προκειμένου να ειδοποιήσω την αδερφή μου ή κάποιον δικό μου. Ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν σε τίποτα από όλα αυτά παρότι του έλεγα ότι θα πεθάνω γιατί αιμορραγούσα πάρα πολύ! Ακόμα και τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα. Με οδήγησε στο σπίτι. Εγώ όταν μπήκα μέσα με όσες δυνάμεις είχα γιατί ζαλιζόμουν πολύ και ήμουν πολύ χτυπημένη του είπα ότι πάω να πλυθώ. Όταν ανέβηκα στο δωμάτιο προκειμένου να πάρω το κουμπί πανικού που είναι συνδεδεμένο με τον συναγερμό και χτυπάει κατευθείαν στην αστυνομία με πρόλαβε και το πήρε αυτός και συνέχιζε να κρατάει το κινητό μου. Μπήκαμε μαζί στην είσοδο της Ευρωκλινικής. Είπα ότι θέλω να με δει γιατρός στα επείγοντα επειδή έχω χτυπήσει στο κεφάλι. Με πήρε κατευθείαν ο γιατρός στο εξεταστήριο μόνη μου και δεν επέτρεψε στον σύζυγό μου να μπει. Μαζί ήρθε και μια νοσοκόμα. Μόλις με πλησίασε η νοσοκόμα της είπα αμέσως ότι με έχει χτυπήσει ο άνδρας μου. Ότι φοβάμαι και τον ίδιο και το είπα και στον γιατρό. Μου είπαν ότι θα ειδοποιήσουν την αστυνομία… Όπως πράγματι και έγινε … Μου παρείχαν τις πρώτες βοήθειες. (…) Σημειωτέον ότι αμέσως μόλις είπα στον γιατρό τι είχε συμβεί έβγαλε φωτογραφίες με το κινητό του. Όταν έφτασε η αστυνομία ο σύζυγός μου έδωσε το κινητό μου στον γιατρό ο οποίος μου το έδωσε και έτσι έβγαλα φωτογραφίες με το δικό μου κινητό τις οποίες θα τυπώσω και θα σας τις προσκομίσω. Ο αστυνομικός επέμενε ότι έπρεπε να δώσω κατάθεση εκείνη τη στιγμή. Του είπα να γράψει ότι έπεσα από τις σκάλες και να μου δώσουν κουμπί πανικού έτσι ώστε οι αστυνομικοί να αντιληφθούν τι είχε συμβεί και όχι ο άνδρας μου».