Η γενοκτονία των Αρμενίων, η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα, αναφέρεται στη φυσική εξόντωση των Αρμενίων χριστιανών που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και ξεκίνησε από την άνοιξη του 1915 έως το φθινόπωρο του 1916.
Υπήρχαν περίπου 1,5 εκατομμύριο Αρμένιοι που ζούσαν στην πολυπολιτισμική Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1915. Σύμφωνα με όσα έχουν καταγραφεί, τουλάχιστον 664.000 πέθαναν κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας, είτε σε σφαγές και μεμονωμένες δολοφονίες, είτε από συστηματική κακομεταχείριση ή έκθεση σε πείνα, αριθμός που κατά άλλους ανέρχεται ακόμα και στα 1,2 εκατομμύρια.
Η προέλευση του όρου γενοκτονία και η κωδικοποίησή του στο διεθνές δίκαιο έχουν τις ρίζες τους στις μαζικές δολοφονίες των Αρμενίων το 1915-16. Ο δικηγόρος Ραφαήλ Λέμκιν, δημιουργός της λέξης, που αργότερα την κατοχύρωσε στα Ηνωμένα Έθνη, επανειλημμένα δήλωσε ότι η πρώιμη έκθεση σε άρθρα εφημερίδων για οθωμανικά εγκλήματα κατά των Αρμενίων ήταν το κλειδί στην πεποίθησή του ότι υπάρχει ανάγκη προστασίας συγκεκριμένων ομάδων (βασικό στοιχείο της Σύμβασης του ΟΗΕ για τη γενοκτονία το 1948).
Το κίνημα των Νεότουρκων
Σφαγές Αρμενίων είχαν γίνει και νωρίτερα, επί Σουλτάνου Αμπντούλ χαμίτ, το 1894-96, με τον αριθμό των νεκρών να εκτιμάται μεταξύ 80 και 300 χιλιάδων και τον αριθμό των ορφανών παιδιών σε 50.000.
Το μεγαλύτερο μέρος των διώξεων και των μαζικών δολοφονιών διέπραξαν οι οθωμανικές αρχές με την υποστήριξη βοηθητικών στρατευμάτων και κατά καιρούς ακόμα και πολιτών. Η Οθωμανική κυβέρνηση, ελεγχόταν από τους γνωστούς Νεότουρκους (1908-1918) – αλλιώς Επιτροπή Ένωσης και Προόδου (CUP) – και είχε στόχο την εδραίωση της μουσουλμανικής τουρκικής κυριαρχίας στην κεντρική και ανατολική Ανατολία, εξαλείφοντας την σημαντική παρουσία Αρμενίων εκεί.
Ως έναρξη της Αρμενικής Γενοκτονίας συμβολικά θεωρείται η 24η Απριλίου του 1915, όταν η ηγεσία της Αρμενικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης φυλακίστηκε και εκατοντάδες Αρμένιοι της Πόλης απαγχονίστηκαν.
Μαζικές θηριωδίες και γενοκτονίες συχνά διαπράττονται στο πλαίσιο του πολεμου. Η καταστροφή των Αρμενίων συνδέθηκε στενά με τα γεγονότα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Φοβούμενοι ότι τα εχθρικά στρατεύματα εισβολής θα παρότρυναν τους Αρμένιους να ενωθούν μαζί τους, την άνοιξη του 1915 η Οθωμανική κυβέρνηση ξεκίνησε τις απελάσεις του πληθυσμού των Αρμενίων από τις βοεριοανατολικές συνοριακές περιοχές της. Στους μήνες που ακολούθησαν οι Οθωμανοί επέκτειναν τις απελάσεις από όλες σχεδόν τις επαρχίες ανεξάρτητα από την απόσταση από τις ζώνες μάχης.
Στα θύματα της γενοκτονίας των Αρμενίων περιλαμβάνονται άνθρωποι που σκοτώθηκαν σε τοπικές σφαγές που ξεκίνησαν την άνοιξη του 1915, άλλοι που πέθαναν κατά τη διάρκεια των απελάσεων, υπό συνθήκες πείνας, αφυδάτωσης και ασθενειών και Αρμένιοι που πέθαναν στις ή καθ’ οδόν προς τις έρημες περιοχές της νότιας Αυτοκρατορίας (η σημερινή βόρεια και ανατολική Συρία, βόρεια Σαουδική Αραβία και το Ιράκ). Επιπλέον δεκάδες χιλιάδες παιδιών απομακρύνθηκαν βίαια από τις οικογένειές τους και ασπάστηκαν το Ισλάμ.
Ο ρόλος των ΗΠΑ
Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, Χένρι Μοργκεντάου ο πρεσβύτερος ήταν βαθιά ταραγμένος από τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν κατά των Αρμενίων και ήταν μεταξύ εκείνων που προσπάθησαν να διεγείρουν το κοινό αίσθημα ως απάντηση. Η κατάσταση των Αρμενίων πυροδότησε μια άνευ προηγουμένου φιλανθρωπική απάντηση στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου Γουόντροου Γουίλσον, διασημοτήτων του Χόλιγουντ και πολλών χιλιάδων Αμερικανών που προσφέρθηκαν εθελοντικά τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό και συγκέντρωσαν πάνω από 110 εκατομμύρια δολάρια (πάνω από 1 δις. δολάρια προσαρμοσμένα για πληθωρισμό) για να βοηθήσουν τους Αρμένιους πρόσφυγες και τα ορφανά.
Η γενοκτονία των Αρμενίων άπλωσε μία μεγάλη σκιά στην περίοδο του Ολοκαυτώματος. Ο γιος του Πρέσβη Μοργκεντάου ήταν γραμματέας Οικονομικών κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Φρανκλίνου Ρούσβελτ. Εν μέρει λόγω των αναμνήσεών του από την γενοκτονία των Αρμενίων, ο Μόργκενταου ο νεότερος ήταν βασικός υποστηρικτής της ίδρυσης του Επιτροπής Προσφύγων Πολέμου, που έσωσε έως και 200.000 Εβραίους από τη ναζιστική Ευρώπη.
Η ανάγκη εξολόθρευσης
Η Τουρκία αρνείται την ύπαρξη «γενοκτονίας» και ισχυρίζεται ότι δεν υπήρχε εξόντωση αλλά εκτοπισμός του Αρμενικού πληθυσμού. Το επίσημο τουρκικό κράτος υποστηρίζει πως οι Αρμένιοι αντάρτες υποστήριζαν τα ρωσικά στρατεύματα κατά την εισβολή τους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Άλλοι αρνητές, υποστηρίζουν πως δεν υπήρξαν ενέργειες οι οποίες έχουν σκοπό την εξολόθρευση, άρα δεν είναι γενοκτονία. Σύμφωνα με τον Μουσταφά Ακιόλ, η γενοκτονία (την αποκαλεί «εθνοκάθαρση») συνέβη εξ αιτίας της κατάρρευσης της «ανεκτικής» Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της ανάδυσης του τουρκικού εθνικισμού.
Η Γενοκτονία των Αρμενίων πραγματοποιήθηκε παράλληλα και με τον ίδιο τρόπο με γενοκτονίες σε βάρος και άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλ. των Ελλήνων και των Ασσυρίων (Νεστοριανών χριστιανών). Ειδικά για τους Αρμενίους η ανάγκη εξολόθρευσης ήταν μεγαλύτερη διότι – σε αντίθεση με τους Έλληνες – δεν υπήρχε αρμενικό κράτος στους οποίους θα μπορούσαν να εκδιωχθούν. Αρχικά υπήρξε η σκέψη να εκδιωχθούν οι Αρμένιοι προς τη Ρωσία, αλλά υπήρχε ο φόβος ότι θα εντάσσονταν στον Ρωσικό Στρατό και θα επανέρχονταν. Έτσι αποφασίστηκε η εξόντωσή τους μέσα στην Ανατολία.
Εκτός από τη δολοφονία ανθρώπων, η γενοκτονία περιλάμβανε και την απαγωγή γυναικών και παιδιών τα οποία εξισλαμίζονταν, άλλαζαν ονόματα και ενσωματώνονταν σε νοικοκυριά μουσουλμάνων (Τούρκων, Κούρδων, Αράβων κ.ά.) ως σύζυγοι ή σκλάβοι. Σύμφωνα με τα έθιμα των τοπικών φυλών, για να αποφεύγονται οι αποδράσεις, οι σκλάβοι μαρκάρονταν με τατουάζ στο πρόσωπο ή το λαιμό. Πόλεις όπως η Χαρπούτ (Δυτική Αρμενία) και η Μεζρέ (Ανατολική Τουρκία) είχαν γίνει κέντρα εμπορίας Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων σκλάβων. Εκεί «οι πλέον επιθυμητές γυναίκες, κυρίως αυτές από πλούσιες οικογένειες, ζητούνταν από τοπικούς μουσουλμάνους και ελέγχονταν από γιατρούς για αρρώστιες κτλ.» Μετά το τέλος του Α’ Παγκ. Πολέμου, στα εδάφη της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που κατέλαβαν οι σύμμαχοι απελευθερώθηκαν πάνω από 90.000 ορφανά Αρμενίων από την Τουρκία, τη Συρία, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Αρμενία και τη Γεωργία.
Η αναγνώριση της γενοκτονίας
Οι χώρες που έχουν αναγνωρίσει επίσημα την γενοκτονία των Αρμενίων είναι:
Αργεντινή, Βέλγιο, Καναδάς, Χιλή, Κύπρος, Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Λεττονία, Λιθουανία, Λίβανος, Ολλανδία (μαζί με των Ελλήνων και των Ασσυρίων, 2015), Γενοκτονία Αρμενίων (το 2018), Πολωνία, Ρωσία, Σλοβακία, Σουηδία (μαζί με των Ελλήνων και των Ασσυρίων), Ελβετία, Ουρουγουάη, Βατικανό, Βενεζουέλα, Αρμενία, Αυστρία (μαζί με των Ελλήνων και των Ασσυρίων), Βολιβία, Τσεχία, Συρία. Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Βραζιλία, Βουλγαρία, Λιβύη, Λουξεμβούργο, Παραγουάη, Πορτογαλία
Τη Γενοκτονία των Αρμενίων έχουν αναγνωρίσει, επίσης, τέσσερις περιοχές της Ισπανίας (Βασκονία, Καταλονία, Βαλεαρίδες Νήσοι, Ναβάρρα), η Σκωτία, η Ουαλία και η Βόρειος Ιρλανδία (από το Ηνωμένο Βασίλειο) και δύο Πολιτείες της Αυστραλίας (Νέα Νότια Ουαλία και Νότια Αυστραλία). Στην αναγνώριση από τις Αυστραλιανές Πολιτείες (από κοινού με τις γενοκτονίες των Ελλήνων και των Ασσυρίων), συνέβαλε και η έρευνα του Ελληνο-αυστραλού μελετητή γενοκτονιών Παναγιώτη Διαμαντή, όπως αναγνωρίζεται από βουλευτές.