Μεγάλες ανατροπές φέρνει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση
Συμβάσεις «κατά παραγγελία», δυνατότητα εξαήμερης εργασίας, δουλειά έως και 13 ώρες σε περισσότερους εργοδότες και ποινικοποίηση των καταλήψεων και των περιφρουρήσεων των απεργιών: αυτές είναι μερικές μόνο από τις αλλαγές που φέρνει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης το οποίο δόθηκε στη δημοσιότητα για δημόσια διαβούλευση σήμερα.
Με πλήρη τίτλο: «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019 για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Απλοποίηση ψηφιακών διαδικασιών και ενίσχυση της Κάρτας Εργασίας – Ρυθμίσεις για την αναβάθμιση της επιχειρησιακής λειτουργίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και της Επιθεώρησης Εργασίας», το νομοσχέδιο αυτό διαμορφώνει ένα νέο τοπίο στην εργασία, με την κυβέρνηση να το παρουσιάζει ως αναβάθμιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και την αντιπολίτευση και τα συνδικάτα ήδη να παίρνουν «θέσεις μάχης» για να το αντιμετωπίσουν.
Οι βασικές αλλαγές
Πυρήνας του νομοσχεδίου είναι η ενσωμάτωση της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Ιουνίου για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η πρώτη αλλαγή είναι ότι περιορίζεται η δοκιμαστική περίοδος στους έξι μήνες, με το υπουργείο να υποστηρίζει ότι με αυτόν τον τρόπο περιορίζεται η τάση των εργοδοτών να κάνουν κατάχρηση των επάλληλων δοκιμαστικών συμβάσεων και ταυτόχρονα δίνεται η δυνατότητα στους εργαζομένους να μπορούν να έχουν μετά το πέρας των έξι μηνών τα πλήρη δικαιώματα της σύμβασης αορίστου χρόνου, συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης.
Ωστόσο, η ρύθμιση αυτή συμπληρώνεται από ρύθμιση σε επόμενο σημείο που προβλέπει τη δυνατότητα απόλυσης χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση κατά τους πρώτους 12 μήνες μιας σύμβασης αορίστου χρόνου, με την αποσαφήνιση ότι τυχόν δοκιμαστική περίοδος έξι μηνών προσμετράται σε αυτό το δωδεκάμηνο.
Η δεύτερη αλλαγή αφορά την ενίσχυση της υποχρέωσης του εργοδότη να παρέχει σαφή και συγκεκριμένη πληροφόρηση στον εργαζόμενο ως προς τους όρους της εργασίας του. Το υπουργείο υποστηρίζει ότι με βάση τις νέες υποχρεώσεις των εργοδοτών να ενημερώνουν έγκαιρα για τους όρους της σύμβασης εργασίας, οι εργαζόμενοι προστατεύονται από αυθαιρεσίες ως το προς τους όρους εργασίας και ιδίως το ωράριο, τις βάρδιες κ.λπ. Οι ρυθμίσεις αυτές συνοδεύονται και από μια σειρά ενσωματώσεων των προβλέψεων της ευρωπαϊκής οδηγίας για την προστασία από αυθαίρετες απολύσεις και συνολικότερα δυσμενείς μεταβολές της εργασιακής συνθήκης.
Δουλειά ακόμη και 13 ώρες ημερησίως
Η τρίτη αλλαγή αφορά τη δυνατότητα εργασίας σε περισσότερους του ενός εργοδότες. Αυτό προκύπτει από την ενσωμάτωση της σχετικής πρόβλεψης της ευρωπαϊκής οδηγίας που ουσιαστικά ξεκαθαρίζει ότι δεν έχουν δικαίωμα οι εργοδότες να απαγορεύουν την απασχόληση εργαζομένων τους και σε άλλους εργοδότες. Αυτό, στην περίπτωση του νομοσχεδίου, αποτελεί την αφετηρία για να ρυθμιστεί το ζήτημα της πολλαπλής απασχόλησης, μια που αρχικά είχε φανεί ως να προτεινόταν η δυνατότητα έως και 16ωρης εργασίας (8+8).
Τώρα αποσαφηνίζεται ότι η δυνατότητα απασχόλησης σε περισσότερους εργοδότες δεν μπορεί να παραβιάζει τις γενικές προβλέψεις της εργατικής νομοθεσίας για 11 τουλάχιστον ώρες ανάπαυσης ανά 24ωρο και για μέγιστο χρόνο εβδομαδιαίας εργασίας 48 ώρες σε τετράμηνη βάση και για διατήρηση του 40ωρου/πενθήμερου ως βάσης. Αυτό βέβαια, στην πράξη σημαίνει δυνατότητα εργασίας έως και 13 ώρες σε δύο εργοδότες.
Παράλληλα το υπουργείο υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η χρήση της ψηφιακής κάρτας εργασίας για την «αυτόματη» καταγραφή των αλλαγών στο ωράριο, αλλά και τη δυνατότητα ευκολότερων ελέγχων από τα όργανα της Επιθεώρησης Εργασίας.
Σημειώνουμε εδώ ότι το νομοσχέδιο κάνει ακόμη απλούστερη τη καταγραφή μιας οικειοθελούς αποχώρησης από την εργασίας, χωρίς υπογραφή του εργαζομένου, κατά βάση σε περίπτωση αδικαιολόγητης απουσίας του τελευταίου για δέκα εργάσιμες μέρες (πέντε μέχρι την όχληση από τον εργοδότη και άλλες πέντε μετά από αυτή).
«Συμβάσεις κατά παραγγελία»
Η τέταρτη μεγάλη αλλαγή αφορά τις συμβάσεις κατά παραγγελία. Με αυτό τον τρόπο περιγράφεται αυτό που σε άλλες χώρες έχει συχνά περιγραφεί ως συμβάσεις «μηδενικού χρόνου», δηλαδή συμβάσεις στις οποίες ο εργαζόμενος προσφέρει τη διαθεσιμότητά του να εργαστεί, χωρίς να είναι προκαθορισμένη η διάρκεια της εργασίας του ή το εάν θα εργαστεί.
Ουσιαστικά, η σχετική ρύθμιση του νομοσχεδίου, που είναι η πρώτη που κατοχυρώνει πλήρως τη δυνατότητα τέτοιων συμβάσεων, προσπαθεί να δώσει κάποιες εγγυήσεις ότι δεν θα είναι όντως συμβάσεις μηδενικών ορών.
Αυτό γίνεται με την υποχρέωση εκ των προτέρων συμφωνίας για τον ελάχιστο αριθμό ωρών εργασίας, ενός προκαθορισμένου πλαισίου αναφοράς ημερών και ωρών εργασίας, έγκαιρης ειδοποίησης (τουλάχιστον 24 ώρες πριν) και αποζημίωσης του εργαζόμενου σε περίπτωση που τελικά ακυρωθεί η ανάθεση.
Τα παραδείγματα που χρησιμοποίησε το υπουργείο, σε σχετικό δελτίο Τύπου για να δικαιολογήσει τη ρύθμιση αφορούσαν όντως κλάδους (π.χ. cateting) όπου προκύπτουν έκτακτες ανάγκες και οι εταιρείες χρειάζονται να βρίσκουν έγκαιρα επιπλέον εργαζομένους και αντέτεινε στους επικριτές της ρύθμισης ότι με αυτό τον τρόπο δεν θα καλύπτονται οι έκτακτες ανάγκες με «μαύρη» αδήλωτη εργασία.
Όμως, υπάρχει το ερώτημα εάν η αυτή η επισημοποίηση των συμβάσεων χωρίς προκαθορισμένο ωράριο οδηγήσει στην κατάχρησή τους και στη λογική ότι η εργασιακή σχέση σημαίνει πια απλώς τη διαθεσιμότητα προς εργασία χωρίς κάποια εγγύηση ότι όντως θα υπάρξει εργασία.
Ακόμη χειρότερα, υπάρχει το πρόβλημα για την εργασιακή συνθήκη των ανθρώπων που απλώς θα αναμένουν καθημερινά ένα sms για να δουν εάν θα εργαστούν την επόμενη και εάν αυτό μπορεί τελικά να θεωρηθεί μια αξιοπρεπής εργασιακή συνθήκη.
Η καθιέρωση της έκτης ημέρας εργασίας
Μια ρύθμιση που αναμένεται να προκαλέσει αντιδράσεις είναι η κατ’ εξαίρεση απασχόληση της έκτης ημέρας σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις συνεχούς λειτουργίας.
Το υπουργείο υποστηρίζει ότι αυτή αφορά επιχειρήσεις συνεχούς λειτουργίας που δουλεύουν με εναλλασσόμενες βάρδιες και πενθήμερη εργασία, εντός των οποίων μπορεί να προκύψει ανάγκη για έκτακτη απασχόληση και έκτη ημέρα εβδομαδιαίως.
Η ρύθμιση αυτή δεν αφορά τις ξενοδοχειακές και επισιτιστικές επιχειρήσεις, για τις οποίες ούτως ή άλλως υπάρχουν και στις ΣΣΕ άλλες προβλέψεις για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας.
Με τη νέα ρύθμιση το ημερομίσθιο στην έκτη ημέρα εργασίας θα είναι προσαυξημένο κατά 40%.
Παρότι το υπουργείο παρουσιάζει αυτή τη ρύθμιση ως κάτι που θα αφορά έκτακτες ανάγκες και εδώ υπάρχει η εύλογη ανησυχία ότι το έκτακτο θα… μονιμοποιηθεί, δηλαδή να θεωρηθεί η ρύθμιση ως «πράσινο φως» για συνεχή εξαήμερα.
Αυτό επιτείνεται και από το γεγονός ότι το υπουργείο περιλαμβάνει και χωριστή πρόβλεψη μέσα στο νομοσχέδιο που επεκτείνει τη δυνατότητα εξαήμερης εργασίας σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για τις επιχειρήσεις που δεν είναι από τη φύση τους συνεχούς λειτουργίας.
Ποινικοποίηση των καταλήψεων και των περιφρουρήσεων των απεργιών
Αντιδράσεις αναμένεται να προκαλέσει κη ρύθμιση του νομοσχεδίου που προβλέπει ότι «όποιος α) εμποδίζει την ελεύθερη και ανεμπόδιστη προσέλευση ή αποχώρηση από την εργασία ή την παροχή της εργασίας από εργαζομένους οι οποίοι δεν συμμετέχουν σε απεργία και επιθυμούν να εργαστούν ή ασκεί σωματική ή ψυχολογική βία σε βάρος τους ή β) συμμετέχει σε κατάληψη χώρων εργασίας ή εισόδων τους κατά τη διάρκεια απεργίας ή ανεξαρτήτως αυτής, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων (200) ημερησίων μονάδων, οριζoμένης της τιμής εκάστης ημερησίας μονάδας σε είκοσι πέντε (25) ευρώ, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη. Σε περίπτωση υποτροπής τα ανωτέρω ελάχιστα όρια διπλασιάζονται».
Ουσιαστικά η ρύθμιση αυτή ποινικοποιεί δύο πρακτικές που είναι αρκετά συχνές σε απεργίες. Αφενός, τις καταλήψεις χώρων – συχνές κυρίως σε κινητοποιήσεις του δημοσίου –, αφετέρου τις περιφρουρήσεις των απεργιών, κυρίως με τη μορφή συγκέντρωσης εργαζομένων την ημέρα της απεργίας έξω από εργασιακούς χώρους. Εύλογο είναι να υπάρξουν αντιδράσεις από τη μεριά των συνδικάτων. Σημειώνουμε εδώ τη συμπερίληψη της «ψυχολογικής βίας», που μπορεί να επεκταθεί στα συνθήματα, στις παροτρύνσεις κ.λπ.
Κυρίως, όμως, η ρητή περιγραφή αυτών των πράξεων σε ποινικά κολάσιμων, εκτιμάται ότι θα διευκολύνει τις κατασταλτικές παρεμβάσεις των αστυνομικών αρχών απέναντι σε απεργούς που θα προσπαθούν να συγκεντρωθούν έξω από έναν χώρο εργασίας.