Έντονη διπλωματική κινητικότητα επικρατεί τις τελευταίες ημέρες στα ελληνοτουρκικά, με την Αγκυρα να συντηρεί και να κλιμακώνει την ένταση θέτοντας μετ’ επιτάσεως ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης νησιών του Αιγαίου.
Τελευταίος χρονικά ο οποίος πήρε τη σκυτάλη ήταν, το πρωί της Τρίτης, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Ο τούρκος ΥΠΕΞ -βαδίζοντας στα χνάρια του Ταγίπ Ερντογάν είπε ότι «τα έδωσαν (σ.σ. τα νησιά) στην Ελλάδα με τη Συνθήκη της Λωζάνης και τα άλλα τα νησιά οι Ιταλοί τα έδωσαν στην Ελλάδα το 1947 με την συνθήκη των Παρισίων. Και στις δύο συνθήκες υπάρχει ένας όρος: η Ελλάδα δεν θα στρατιωτικοποιήσει, δεν θα εξοπλίσει αυτά τα νησιά. Τα έδωσαν με αυτό τον όρο».
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών δήλωσε ότι «η Ελλάδα από τη δεκαετία του 1960 άρχισε να στρατιωτικοποιεί αυτά τα νησιά. Πρώτα το διέψευσαν και μετά το δέχτηκαν, κυρίως το 1974 και αυτή την φορά με τη δικαιολογία ότι υπάρχει απειλή από την Τουρκία και εξοπλίζουμε αυτά τα σημεία».
Σημείωσε, επίσης, ότι «ως Τουρκία, προειδοποιήσαμε. Στείλαμε δύο επιστολές στον ΟΗΕ. Στην πρώτη επιστολή αναφέραμε ότι η Ελλάδα στρατιωτικοποιεί αυτά τα νησιά και αυτό είναι εναντίον των δύο συνθηκών. Στη δεύτερη επιστολή πιο αναλυτικά διευκρινίσαμε με νομικούς όρους ότι η Ελλάδα έχει παραβιάσει το καθεστώς αυτών των νησιών. Άρα η Ελλάδα πρέπει να αποστρατιωτικοποιήσει αυτά τα νησιά. Σε αντίθετη περίπτωση θα ανοίξει η συζήτηση για την κυριαρχία τους. Διότι τα έχουν δώσει με αυτόν τον όρο».
Γιατί… τώρα;
Το γεγονός ότι η Τουρκία θέτει ξανά ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου ήρθε να θυμίσει τον τρόπο με τον οποίο η Τουρκία τις τελευταίες δεκαετίες ανακυκλώνει συστηματικά τα ίδια ζητήματα, με απώτερο σκοπό να διαμορφώσει μια εικόνα γενικευμένης ύπαρξης «γκρίζων ζωνών», κάτι που κατά τη γνώμη της τουρκικής διπλωματίας θα διευκολύνει μια συνολική αναδιαπραγμάτευση του καθεστώτος στο Αιγαίο και συνολικά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Δεν πρέπει, βέβαια, να παραβλέψουμε το γενικότερα ανατολικό παζάρι που κάνει η Αγκυρα, με φόντο και την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Είναι αλήθεια ότι προηγούμενες συνθήκες όρισαν ένα καθεστώς μερικής ή ολικής αποστρατιωτικοποίησης για αρκετά νησιά του Αιγίου.
Τα πράγματα άλλαξαν σημαντικά μετά την επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ιδίως μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974. Η εκτίμησε ότι η Τουρκία προχωρά σε νέα επιθετική κατεύθυνση οδήγησε τις ελληνικές κυβερνήσεις στην επιλογή για επαναστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου. Σε αυτό συνετέλεσε και η ίδρυση το 1975 από την Τουρκία της «Στρατιάς του Αιγαίου» (Τέταρτη Στρατιά) με έδρα τη Σμύρνη.
Σε αυτό το πλαίσιο επιλέχτηκε η επαναστρατιωτικοποίηση των νησιών με βάση το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ που ρητά επιτρέπει σε μία χώρα την αναγκαία αμυντική προπαρασκευή για να μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας.
Ουσιαστικά, τις τελευταίες δεκαετίες η ελληνική πλευρά υποστηρίζει ότι σε σχέση με το καθεστώς των νησιών υπάρχει μια συνολική αλλαγή των συνθηκών σε σχέση με την εποχή της υπογραφής των Συνθηκών, ότι υπάρχει θέμα απειλής, νόμιμης προληπτικής άμυνας και αντιμέτρων απέναντι σε προπαρασκευή επιθετικών ενεργειών.
Η ελληνική επιστολή – απάντηση
Ο κ. Τσαβούσογλου -όπως και οι τούρκοι αξιωματούχοι γενικότερα- ξέχασε να αναφερθεί στην επιστολή που έστειλε η Ελλάδα στον Γ.Γ. του ΟΗΕ, με την οποία αποδομεί πλήρως τις μονομερείς και ανυπόστατες αιτιάσεις της Τουρκίας για τα νησιά του Αιγαίου.
Ειδικότερα, με την εν λόγω επιστολή απορρίπτεται το σύνολο της τουρκικής επιχειρηματολογίας όσον αφορά την «διασύνδεση» της ελληνικής κυριαρχίας των νησιών και των παρακείμενων νήσων του Αιγαίου με την δήθεν υποχρέωση αποστρατιωκοποίησης των νησιών αυτών.
Τονίζεται ότι η διασύνδεση αυτή αποτελεί καθαρή αθέτηση τόσο του γράμματος όσο και του πνεύματος της συνθήκης της Λωζάννης του 1923 και της συνθήκης των Παρισίων του 1947, που ορίζουν μόνιμα σύνορα και εδαφικά δικαιώματα στις χώρες που αναφέρονται, χωρίς να υπάρχει κανένας άλλος όρος ή υποχρέωση.
Τονίζεται ότι σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, ότι όταν τα κράτη συνομολογούν μια συνθήκη που ορίζει σύνορα ή εδαφική κυριαρχία, ο βασικός σκοπός τους είναι να επιτύχουν σταθερότητα και τελικό καθεστώς (finality). Για τον λόγο αυτό, όταν μια συνθήκη ορίζει ένα σύνορο ή μια οριστική εδαφική διευθέτηση, αυτή η διευθέτηση αποτελεί ένα πραγματικό γεγονός από μόνο του, το οποίο δεν εξαρτάται πλέον από την συνθήκη.
Ο ορισμός ενός συνόρου αποτελεί μια αυτόνομη πραγματικότητα και δημιουργεί μονιμότητα. Αντιθέτως, τονίζεται στην επιστολή της Ελληνίδας Μονίμου Αντιπροσώπου, οι τουρκικές μονομερείς αιτιάσεις υπονομεύουν αναφανδόν την περιφερειακή ειρήνη και ασφάλεια.
Παράλληλα, τονίζεται ότι τα νησιά αυτά, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (άρθρο 121 (2), έχουν δικαιώματα σε χωρικά ύδατα, αποκλειστική οικονομική ζώνη και υφαλοκρηπίδα.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα απορρίπτει στο σύνολο τους, τις σχετικές αιτιάσεις της Τουρκίας.
Τα νησιά που βρίσκονται στο στόχαστρο της Αγκυρας
Σύμφωνα με την Άγκυρα, η Ελλάδα οφείλει -στη βάση του διεθνούς δικαίου- να μην διαθέτει στρατεύματα σε συνολικά 23 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου. Πρόκειται συγκεκριμένα για τη Λέσβο, τη Σάμο, τη Χίο, την Ικαρία, τη Λήμνο, τη Σαμοθράκη, καθώς και τα νησιά των Δωδεκανήσων – Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Αγαθονήσι, Χάλκη, Λέρος, Λειψοί, Ψέριμος, Πάτμος, Σύμη, Κως και Καστελλόριζο.
Διεθνείς συνθήκες όρισαν ένα καθεστώς μερικής ή ολικής αποστρατιωτικοποίησης για αρκετά νησιά του Αιγίου.
Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 (Άρθρο 23) ανέφερε ότι η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος και η Ικαρία ορίζονται ως μερικώς αποστρατιωτικοποιημένες περιοχές. Απαγόρευε, δε, ναυτικές εγκαταστάσεις ή οχυρωματικά έργα και επέτρεπε μόνο μικρή παρουσία στρατιωτικής δύναμης («εις στον συνήθη αριθμόν δια την στρατιωτικήν υπηρεσίαν καλουμένων») και δύναμης χωροφυλακής και αστυνομίας.
Επίσης, η Σύμβαση της Λωζάννης για το καθεστώς των Στενών, που συνδέεται με τη Συνθήκη της Λωζάννης και αφορούσε την ασφάλεια στα Στενά, ρητά όριζε πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της Λήμνου και της Σαμοθράκης και αντίστοιχα της Ίμβρου, της Τενέδου και των Λαγουσών Νήσων.
Ωστόσο, η Συνθήκη του Μοντρέ του 1936 αντικατέστησε το παραπάνω εδάφιο της Συνθήκης της Λωζάννης (Άρθρο 23), αφαιρώντας την υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης της Λήμνου και της Σαμοθράκης.
Σε ό,τι αφορά στο καθεστώς των Δωδεκανήσων το Άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (1947), με βάση την οποία η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα πλήρη κυριαρχία στα νησιά των Δωδεκανήσων, έκανε λόγο για πλήρη αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Σύμφωνα με την Ελλάδα όμως, η Συνθήκη των Παρισίων δεν αφορά και δεν σχετίζεται με την Τουρκία, καθώς η Άγκυρα δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος αυτής. Άρα, η Τουρκία δεν οφείλει και δεν πρέπει να εγείρει αξιώσεις, επικαλούμενη τη συγκεκριμένη συνθήκη.