Από το Αιγαίο και τη ΝΑ Μεσόγειο στον Εβρο μεταφέρει το επίκεντρο της ελληνοτουρκικής «ψυχρής αντιπαράθεσης» η Τουρκία εργαλειοποιώντας για δεύτερη φορά μέσα τρία χρόνια το μεταναστευτικό ζήτημα, προκειμένου αφενός να θέσει ζήτημα κυριαρχίας στις νησίδες του Εβρου και αφετέρου να δοκιμάσει την αντοχή του ελληνικού συστήματος φύλαξης των συνόρων σε περιοχές όπου δεν υπάρχει φράχτης. Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, τους τελευταίους τουλάχιστον δύο μήνες οι τουρκικές αρχές υλοποιούν κατά μήκος του ποταμού Εβρου μια ευρεία επιχείρηση «υβριδικού πολέμου» εναντίον μας, μεταφέροντας από την τουρκική ενδοχώρα -οργανωμένα και βάσει σχεδίου- ομάδες μεταναστών, τις οποίες αρχικά συγκεντρώνουν σε δομές φιλοξενίας πλησίον της μεθοριακής γραμμής και εν συνεχεία τοποθετούν πάνω σε νησίδες του Εβρου τεστάροντας τις αντιδράσεις της χώρας μας.
Εκείνο που ανησυχεί περισσότερο την ελληνική πλευρά είναι η εκδήλωση μιας συντονισμένης προβοκάτσιας από μέρους των τουρκικών αρχών, μέσω της τοποθέτησης μεταναστών σε νησίδες δικής τους ή «αμφισβητούμενης» κυριαρχίας, επιδιώκοντας την επέμβαση των ελληνικών αρχών για τη διάσωσή τους, μια επέμβαση την οποία η Αγκυρα θα μπορούσε να χαρακτηρίσει «εισβολή επί τουρκικού εδάφους» προκαλώντας από το μηδέν μία μείζονα κρίση ανάμεσα στις δύο χώρες.
«Επί της ουσίας η Αγκυρα ενδέχεται να θέσει σε λειτουργία ένα διπλό σχέδιο ελληνοτουρκικής κρίσης, χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τις νησίδες στον Εβρο και την παρουσία του τουρκικού γεωτρύπανου “Abdulhamid Han” στη ΝΑ Μεσόγειο προκειμένου να εγκλωβίσει τις ελληνικές Eνοπλες Δυνάμεις σε μια παρατεταμένη επαγρύπνηση σε δύο μέτωπα, στην ξηρά και τη θάλασσα», επισημαίνουν οι παραπάνω κύκλοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υλοποίησης του παραπάνω σχεδίου αποτέλεσαν οι 38 Σύροι μετανάστες που στις 11 Αυγούστου είχαν εντοπιστεί σε νησίδα του Εβρου η οποία, σύμφωνα με ανακοίνωση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, ήταν εκτός της ελληνικής επικρατείας. Οι συγκεκριμένοι, υπό την καθοδήγηση των τουρκικών αρχών, πέρασαν σε ελληνικό έδαφος, διασχίζοντας απλά τη σχεδόν ξερή κοίτη του ποταμού ανατολικά του χωριού Κισσάρι στο Σουφλί.
Το γεγονός αξιολογήθηκε ως μια προσπάθεια της Αγκυρας να τραβήξει τα πράγματα στα άκρα, αφού οι εν λόγω μετανάστες βρέθηκαν για πρώτη φορά πάνω στη συγκεκριμένη νησίδα στις 14 Ιουλίου. «Το τελευταίο χρονικό διάστημα και ιδιαίτερα από τις αρχές του Ιουνίου και μετά, οι τουρκικές αρχές εμφανίζονται να μεταφέρουν και να τοποθετούν συντονισμένα πάνω σε νησίδες του ποταμού Εβρου ομάδες μεταναστών, θέτοντας σε κίνηση ένα σχέδιο που σε πολλά σημεία ταιριάζει με την αντίστοιχη επιχείρηση που είχε στήσει το τουρκικό κράτος στις Καστανιές το 2020. Εχουν καταγραφεί τουλάχιστον πέντε ανάλογα με την περίπτωση των Σύρων μεταναστών περιστατικά, χωρίς ωστόσο να προκληθεί σημαντικός θόρυβος καθώς οι συγκεκριμένες ομάδες ήταν ολιγάριθμες και αποτελούνταν κατά κύριο λόγο από άνδρες.
Η χαμηλή στάθμη του Εβρου κατά την καλοκαιρινή περίοδο και η ύπαρξη νησίδων που “δημιουργούνται” και “εξαφανίζονται” ανάλογα με τη ροή του ποταμού, έχουν ως αποτέλεσμα την επαναφορά του ζητήματος του ποιος έχει την κυριαρχία πάνω σε καθεμία από αυτές από την πλευρά της Τουρκίας. Βασικός στόχος της Αγκυρας είναι να δημιουργήσει κάποιο είδος σύγχυσης αναφορικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς ορισμένων κατ’ αυτήν “αμφισβητούμενων” νησίδων μεταφέροντας την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση από το Αιγαίο και στην περιοχή του Εβρου», επισημαίνουν χαρακτηριστικά οι ίδιοι κύκλοι.
Διαρκής παρακολούθηση
Παράλληλα προσθέτουν πως οι κινήσεις της τουρκικής πλευράς στην περιοχή παρακολουθούνται προκειμένου να αξιολογηθεί κατά πόσον πρόκειται για μια εποχική προκλητική κίνηση της Τουρκίας η οποία αξιοποιεί το άδειασμα του Εβρου για να επιφέρει κάποιο είδος πλήγματος στο διεθνές γόητρο της χώρας μας δοκιμάζοντας συνάμα τα αντανακλαστικά μας ή είναι κάτι που θα συνεχίσει να εξελίσσεται και τους επόμενους μήνες, όταν η στάθμη του νερού θα έχει ανέβει κάνοντας εξαιρετικά δύσκολη τη διάβαση του ποταμού χωρίς κάποιο πλωτό μέσο.
Την ίδια στιγμή συναγερμός για την «περίεργη στάση» των τουρκικών αρχών στο ζήτημα των 38 Σύρων προσφύγων έχει σημάνει και στην Ελληνική Αστυνομία. Παρότι οι ελληνικές αρχές είχαν ενημερώσει εγκαίρως τις αντίστοιχες τουρκικές υπηρεσίες στο Καπιτάν Αντρέεβο, στο σημείο της τριεθνούς συνεργασίας, για την ύπαρξη μεταναστών πάνω σε νησίδα που ανήκε στην τουρκική επικράτεια προκειμένου να κινητοποιηθούν ώστε να τους πάρουν από εκεί και να τους μεταφέρουν σε κάποια δομή φιλοξενίας επί τουρκικού εδάφους, οι Τούρκοι δεν έπραξαν το παραμικρό.
Σύμφωνα με το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, οι μετανάστες δεν είχαν εντοπιστεί σε ελληνικό έδαφος, καθώς οι συντεταγμένες της νησίδας που δόθηκαν, ήταν εκτός ελληνικής επικράτειας. Οι τουρκικές αρχές ενημερώθηκαν, ώστε να προβούν κατεπειγόντως στις απαραίτητες ενέργειες και να βοηθήσουν τους μετανάστες, χωρίς ωστόσο να υπάρξει κάποια σχετική ανταπόκριση. Παράλληλα, η υπόθεση των 40 μεταναστών μεταφέρθηκε και στη Βουλή, με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέτουν ερώτηση, ζητώντας διευκρινίσεις για το καθεστώς κυριαρχίας της, κατηγορώντας ταυτόχρονα την κυβέρνηση για λανθασμένους χειρισμούς στην υπόθεση αφού η εν λόγω νησίδα ήταν υπό ελληνική κυριαρχία και μάλιστα έχει καταγραφεί και στο Εθνικό Κτηματολόγιο, γεγονός ωστόσο το οποίο εν συνεχεία διαψεύστηκε τόσο από τα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη όσο και από ειδικούς.
Μεθοριακά επεισόδια
Σε ό,τι αφορά τις νησίδες του Εβρου πάντως, επιτελείς του Πενταγώνου εκφράζουν φόβους ότι η τουρκική επιθετικότητα στο ποτάμι ενδέχεται να κλιμακωθεί περαιτέρω, δεδομένου ότι κατά το παρελθόν είχαν συμβεί σοβαρά μεθοριακά επεισόδια τα οποία ξεκίνησαν από την αμφισβήτηση κυριαρχίας σε κάποια νησίδα. Να επισημάνουμε πως όταν το 1926 οριοθετήθηκαν οριστικά τα σύνορα στον Εβρο, δεν είχαν σχηματιστεί οι σημερινές νησίδες.
Οι περισσότερες από αυτές εμφανίστηκαν μετά το 1932, με την Ελλάδα να ζητάει από τότε καθορισμό σταθερών σημείων για τον ορισμό των συνόρων, πράγμα που όμως δεν έγινε, με αποτέλεσμα να υπάρξουν αρκετές περιπτώσεις έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες όπως η δολοφονία του στρατιώτη Ζήση Καραγώγου, από τουρκική περίπολο, το 1986, κοντά στο χωριό Πέπλος, σε μια ένοπλη συμπλοκή χωρίς εμφανή αιτία. Εξάλλου κάθε φορά που οι Τούρκοι επιδιώκουν να ανεβάσουν τους τόνους της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις χρησιμοποιούν κατά κόρον τις νησίδες αλλά και τους φυσικούς θύλακες που δημιουργεί το ποτάμι του Εβρου, αντιπαραβάλλοντάς τα σε σχέση με την ευθυγράμμιση των συνόρων. Μία διαδικασία πάντως την οποία επικαλούνται όταν και όποτε τους βολεύει, έχοντας ως στόχο την έγερση ζητημάτων κυριαρχίας.
Οι συχνές πλημμύρες του Εβρου, εξάλλου, έχουν ως αποτέλεσμα την αλλοίωση του γεωφυσικού τοπίου, αλλά και την καταστροφή πολλών συνοριακών οροσήμων που είχαν τοποθετηθεί με τη χάραξη του 1926. Να σημειώσουμε πως με βάση τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923 συστήθηκε μία τριμερής επιτροπή για τον καθορισμό των ελληνοτουρκικών συνόρων, που αποτελούνταν από τον Ολλανδό συνταγματάρχη Μπάκερ, ως πρόεδρο, και τους επικεφαλής των αντιπροσωπιών Ελλάδας και Τουρκίας, ταγματάρχη Εμμανουήλ Μινωτάκη και συνταγματάρχη Χαϊρουλάχ Μπέη αντίστοιχα, ως μέλη.
Οι αποφάσεις της εν λόγω επιτροπής ελήφθησαν κατά πλειοψηφία και ήταν υποχρεωτικές για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Το σημαντικότερο πρόβλημα που είχε να αντιμετωπίσει η επιτροπή ήταν η τύχη του σημερινού Δέλτα του ποταμού Εβρου καθώς, όπως συμβαίνει και με άλλα ποτάμια, το βάθος και τα τοιχώματα της κοίτης του ποταμού μεταβάλλονται ανάλογα με τις μετατοπίσεις της άμμου και την ισχύ των ρευμάτων. Η συγκεκριμένη εναλλαγή είχε αποτελέσει την αφορμή μεθοριακών επεισοδίων όχι μόνο στο Δέλτα του ποταμού, αλλά και στο λεγόμενο Τριεθνές, εκεί όπου ενώνονται τα σύνορα Ελλάδας, Βουλγαρίας και Τουρκίας στο βόρειο άκρο του Εβρου. Εκεί βρίσκεται και η περίφημη νησίδα «Α» του ποταμού, την οποία μοιράζονται οι τρεις χώρες. Η νησίδα έχει έκταση 340 στρεμμάτων, εκ των οποίων τα 170 ανήκουν στην Τουρκία, τα 85 στην Ελλάδα και τα 85 στη Βουλγαρία.