Σε εξέλιξη βρίσκονται, όπως αναφέρουν πληροφορίες του energypress, διπλωματικές και παρασκηνιακές κινήσεις για την υπογραφή και του Ιταλού πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι στη διακρατική συμφωνία Ελλάδας- Ισραήλ – Κύπρου για την ανάπτυξη και κατασκευή του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου EastMed.
Η συμφωνία, να υπενθυμίσουμε, είχε υπογραφεί από τις τρεις χώρες τον Ιανουάριο του 2020, χωρίς τη συμμετοχή της Ιταλίας, με τις πολιτικές δυνάμεις της εποχής εκείνης να αντιδρούν στην έλευση του αγωγού στη χώρα τους. Επικαλούνταν περιβαλλοντικούς λόγους.
«Οι τελευταίες εξελίξεις στη γειτονική χώρα με όλες τις πολιτικές δυνάμεις να εκδίδουν ψήφισμα από τη Βουλή στηρίζοντας το έργο και προτρέποντας την κυβέρνηση να συνυπογράψει τη διακρατική συμφωνία, σηματοδοτούν βούληση του Μάριο Ντράγκι να συμμετέχει πιο ενεργά», αναφέρουν στο energypress αρμόδιες πηγές.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η απόφαση των 27 της Ε.Ε. να απεξαρτηθούν από το ρωσικό φυσικό αέριο προκάλεσε την αλλαγή της στάσης της Ρώμης απέναντι στο έργο. Πληροφορίες δεν αποκλείουν ίσως κι εντός του Μαΐου να εκδηλωθεί κι επίσημα το ενδιαφέρον της ιταλικής κυβέρνησης να συνυπογράψει τη διακρατική συμφωνία της Αθήνας.
Να σημειωθεί επίσης ότι οι εταιρείες που τρέχουν… το project του αγωγού, οι ΔΕΠΑ και Edison, δεν έχουν σταματήσει λεπτό την τεχνική ωρίμανση του έργου. Μέχρι το τέλος του χρόνου αναμένεται να ολοκληρωθούν οι εργασίες για τη μελέτη σκοπιμότητας του αγωγού, ενώ την ίδια στιγμή καταβάλλονται προσπάθειες για να αναδειχθεί η ελκυστικότητα (σε επίπεδο κόστους) αλλά και η σημασία του αγωγού υπό το βάρος των αβεβαιοτήτων που προκαλεί η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αλλά και η επιθετική της κίνηση απέναντι στη Δύση.
Στο πλαίσιο αυτό η συμμετοχή του διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΠΑ Εμπορίας και ΔΕΠΑ Διεθνών Έργων Κώστα Ξιφαρά στην τριμερή υπουργική σύνοδο Ενέργειας των Ισραήλ – Ελλάδας – Κύπρου αποσκοπούσε στην παρουσίαση των νέων δεδομένων για την αναγκαιότητα κατασκευής του EastMed. Με τις τιμές του φυσικού αερίου στα υψηλά επίπεδα των 90 και 100 ευρώ ανά Μεγαβατώρα και τη διατήρηση του σε υψηλά και στα επόμενα χρόνια οι παραγωγοί στην ισραηλινή ΑΟΖ θα είχαν πολλαπλά οφέλη.