Παρεμβάσεις στην αγορά αλεύρων ζητούν οι αρτοποιοί – Οι διεθνείς ανατιμήσεις, οι έλεγχοι στα αποθέματα και οι υποψίες για «πληθωρισμό της απληστίας»
Με δεδομένο ότι πάνω από το 80% των αλεύρων στη χώρα μας είναι εισαγωγής και πως η Ελλάδα είναι πλήρως εξαρτημένη από εισαγωγές, η αναταραχή που έχει δημιουργηθεί στη διεθνή αγορά μετά και την απόφαση της Ρωσίας, στα μέσα του περασμένου Ιουλίου, να παγώσει τη συμφωνία με την Ουκρανία για τη μεταφορά των σιτηρών, φαίνεται να τροφοδοτεί ανατιμήσεις στην αγορά των αλεύρων και κατ’ επέκταση του ψωμιού και των προϊόντων αρτοποιίας.
Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι η μη ανανέωση της συμφωνίας για τα σιτηρά θα μπορούσε να πυροδοτήσει εκ νέου άνοδο των τιμών των τροφίμων, κάτι που στην Ελλάδα φαντάζει εφιαλτικό αν σκεφτεί κανείς ότι στη χώρα μας τον πληθωρισμό τον τροφοδοτεί η ακρίβεια στα τρόφιμα.
Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε έναν χρόνο οι τιμές στο ψωμί και τα είδη αρτοποιίας έχουν αυξηθεί σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής κατά 8,6% στο διάστημα Ιούλιος 2022 – Ιούλιος 2023, ενώ μέσα σε έναν μήνα οι τιμές στα είδη αυτά αυξήθηκαν κατά 0,6%. Αλλοι πάλι δεν κρύβουν τη σκέψη τους ότι η αρρυθμία αυτή αποτελεί άλλοθι για εκείνους που τροφοδοτούν τον «πληθωρισμό της απληστίας».
Παρέμβαση
Στις αρχές του μήνα οι αρτοποιοί με παρέμβασή τους προς το υπουργείο Ανάπτυξης γνωστοποίησαν ότι ενημερώθηκαν από τους προμηθευτές αλεύρων για αυξήσεις 7%-10%, κάτι που θα τροφοδοτήσει αυξήσεις μέχρι και τον τελικό καταναλωτή. Αν και οι τιμές στους παραδοσιακούς φούρνους της γειτονιάς έχουν να αυξηθούν από τον Μάρτιο του 2022 καθώς οι αρτοποιοί απορρόφησαν τα κόστη από τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας αλλά και των πρώτων υλών, κρατώντας σταθερή την τιμή της φραντζόλας, κάτι τέτοιο φαντάζει δύσκολο σήμερα δεδομένου ότι το τελευταίο τρίμηνο παρατηρείται διεθνώς αύξηση έως και 30% στις πρώτες ύλες που αφορούν τόσο το ψωμί όσο και τα αρτοσκευάσματα και τα είδη ζαχαροπλαστικής.
Στάση αναμονής
Μάλιστα, όπως αναφέρουν επιχειρηματίες, με τις υπάρχουσες ανατιμήσεις η αύξηση στην τιμή του ψωμιού ενδέχεται να φθάσει τα 15 λεπτά τη φραντζόλα, ωστόσο ακόμα κρατούν στάση αναμονής και έχουν ζητήσει την παρέμβαση του υπουργείου Ανάπτυξης καθώς θεωρούν ότι οι αυξήσεις στα άλευρα δεν δικαιολογούνται αφού ακόμα υπάρχουν αποθέματα.
Εκπρόσωποι της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδας επισημαίνουν ότι η τιμή του μαλακού σιταριού έχει μειωθεί σε σύγκριση με την περίοδο που ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, στα τέλη Φεβρουαρίου 2022. Ωστόσο, και παρά την προσωρινή στάση αναμονής, οι αρτοποιοί δηλώνουν ότι για λίγο καιρό ακόμα θα μπορούν να συγκρατήσουν τις τιμές. «Κρατάμε στάση αναμονής», λέει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος Μιχάλης Μούσιος.
«Οι αρτοποιοί, απορροφήσαμε το υψηλό λειτουργικό κόστος, από ενέργεια και πρώτες ύλες, για να διατηρήσουμε την πελατεία μας. Από τον Μάρτιο του 2022 δεν έχει γίνει καμία ανατίμηση στο φρέσκο ψωμί που πουλάει ο φούρνος της γειτονιάς με την τιμή της φραντζόλας των 350 γρ. να κυμαίνεται από 90 λεπτά έως 1 ευρώ και του μισού κιλού από 1,10 ευρώ έως 1,30 ευρώ».
Μάλιστα ο ίδιος λέει ότι επί του παρόντος δεν θα γίνει καμία αύξηση στο ψωμί που φτιάχνουν και πωλούν οι φούρνοι και πως οι αυξήσεις που καταγράφονται στα στοιχεία του πληθωρισμού αφορούν το βιομηχανικό ψωμί. Παρά ταύτα σύμφωνα με τα στοιχεία των αρτοποιών η κατανάλωση έχει μειωθεί σε σχέση με πέρυσι κατά 20% στο σύνολο των ειδών που πωλούν και σχεδόν 260 φούρνοι σε όλη τη χώρα έχουν βάλει λουκέτο.
Συνάντηση
Σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον και για να μην πει ο Ελληνας το ψωμί ψωμάκι, από τις αρχές του μήνα όταν έγιναν οι πρώτες κρούσεις από προμηθευτές για αυξήσεις, η Συντεχνία Αρτοποιών Αθηνών Προαστίων Περιχώρων έστειλε επιστολές προς το Οικονομικό Επιτελείο της κυβέρνησης ζητώντας μάλιστα και άμεση συνάντηση με θέμα τις αυξήσεις στις τιμές των αλεύρων και άμεση διενέργεια ελέγχων σε αποθήκες προμηθευτών αλεύρων, έτσι ώστε να διαπιστωθεί η επάρκεια ή μη των πρώτων υλών προκειμένου να ξεκαθαρίσει το τοπίο αναφορικά με την αισχροκέρδεια και την ενδεχόμενη χειραγώγηση τιμών και αγοράς.
Και αυτό διότι τον περασμένο Απρίλιο είχαν πάρει διαβεβαιώσεις ότι υπήρχαν αποθέματα και δεν θα υπάρξει πρόβλημα στην αγορά, κάτι που σήμερα διαψεύδεται.