Για τα σεισμικά χρονικά της Τουρκίας, ο φονικός σεισμός των 7,8 Ρίχτερ που εκδηλώθηκε τα ξημερώματα της 6ης Φεβρουαρίου 2023 με επίκεντρο την περιοχή του Γκαζιάντεπ στη νοτιοανατολική Ανατολία (σύνορα Τουρκίας-Συρίας), καταγράφεται ως ο πιο καταστροφικός των τελευταίων 84 ετών. Και ενώ η γη εξακολουθεί να συγκλονίζεται από δονήσεις ακόμη και ίδιου μεγέθους με τον πρώτο σεισμό και παράλληλα με τις αγωνιώδεις προσπάθειες για τη διάσωση των εγκλωβισθέντων, ο αριθμός των νεκρών αυξάνεται διαρκώς.
Οι πλέον δυσοίωνες προγνώσεις των ειδικών για το πραγματικό πλήθος των θυμάτων, μοιραία, επηρεάζεται από εκείνον που προκάλεσε ο σεισμός του 1939. Τότε, ύστερα από ένα πλήγμα επίσης 7,8 Ρίχτερ με επίκεντρο το Ερζινκάν, επίσης στην Ανατολία αλλά βορειότερα από τον πρόσφατο, ο σεισμός είχε αφήσει πίσω του περίπου 33.000 νεκρούς.
Για τον νεότερο σεισμό, της 6ης Φεβρουαρίου 2023, ο Στίβεν Χικς, ερευνητής στον τομέα της Υπολογιστικής Σεισμολογίας με έδρα στο Κολλέγιο του Λονδίνου, επισημαίνει ότι «με βάση την κατανομή των σεισμών μεγέθους 7 και άνω, από την εποχή που άρχισαν να χρησιμοποιούνται από τους επιστήμονες οι σεισμογράφοι (δηλαδή από το 1900 περίπου), ο σημερινός σεισμός των 7,8 Ρίχτερ είναι μακράν ο πιο ισχυρός που έχει καταγραφεί ποτέ στη συγκεκριμένη γεωγραφική ενότητα. Οι περισσότεροι μεγάλοι σεισμοί έχουν σημειωθεί κατά μήκος του ρήγματος της Βόρειας Ανατολίας, στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας».
Ο Στίβεν Χικς παρατηρεί επίσης ότι «απλώς και μόνο βλέποντας τις πρώτες εικόνες από τον όλεθρο που επέφερε ο σεισμός των 7,8 Ρίχτερ, καθίσταται σαφές πως οι επιπτώσεις του γεγονότος θα είναι τεράστιες και θα αποτελέσουν ιστορικό ορόσημο. Πρόκειται για έναν από τους πιο ισχυρούς χερσαίους σεισμούς οριζόντιας μετατόπισης που εκδηλώθηκαν ποτέ απευθείας σε κατοικημένη περιοχή και στην περίοδο όπου διαθέτουμε τα μέσα καταγραφής και αξιολόγησης. Και, ακριβώς το τμήμα της Τουρκίας κοντά στα συριακά σύνορα, είναι πυκνοκατοικημένο».
Ο Χικς κατατάσσει στην κατηγορία της «οριζόντιας μετατόπισης» τον πρόσφατο σεισμό των 7,8 Ρίχτερ στο Γκαζιάντεπ. Υπεραπλουστεύοντας, αυτό σημαίνει ότι ο συγκεκριμένος σεισμός έχει μια σύνθετη δυναμική, καθώς συμβαίνει σύγκρουση, αλλά και τριβή-ολίσθηση μεταξύ κολοσσιαίων γεωλογικών σχηματισμών. Το μήκος του ρήγματος που δημιουργείται, εξαρτάται από το πόσο ισχυρός είναι ο εκάστοτε σεισμός. Πάντως, οι σεισμοί οριζόντιας μετατόπισης είναι κατά κανόνα εξαιρετικά καταστροφικοί, σκίζοντας τη γη σε ρήγματα που μπορούν να εκτείνονται ακόμη και σε εκατοντάδες χιλιόμετρα. Οι σεισμοί αυτής της τυπολογίας είναι συχνοί στην Ανατολία, αλλά και στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ.
Ενδεικτικά, η επιφανειακή ρωγμή που δημιούργησε ο σεισμός του 1939 στη βόρεια Ανατολία, άνοιξε το έδαφος σε χάσματα βάθους έως και 3,7 μέτρων, προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές σε μήκος 360 χλμ.
Καθόλου τυχαία, με τους 33.000 νεκρούς και τους 100.000 τραυματίες, ο εν λόγω σεισμός έχει καταχωριστεί σαν το χειρότερο πολύνεκρο περιστατικό από φυσικά αίτια σε ολόκληρη την ιστορία της Τουρκίας.
Τα περισσότερα από τα σεισμικά γεγονότα πολύ μεγάλης σφοδρότητας στην Τουρκία αποδίδονται στο περιβόητο Ρήγμα της Βόρειας Ανατολίας. Το οποίο επανέρχεται στην επικαιρότητα με αυξημένη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, καθώς οι σεισμολόγοι παρατηρούν μια τάση μετακίνησης των σεισμών μεγάλης έντασης, με κατεύθυνση από τα ανατολικά προς τα δυτικά, δηλαδή από τα βάθη της Τουρκίας προς την Κωνσταντινούπολη.
Παρ’ όλα αυτά, όπως σημειώνει ο Στίβεν Χικς του UCL «ο σεισμός των 7,8 Ρίχτερ της 6/2/2023 μοιάζει να σχετίζεται περισσότερο με το Ρήγμα του ανατολικού τμήματος της Ανατολίας, το οποίο με τη σειρά του επηρεάζεται από τις μετατοπίσεις των τεκτονικών πλακών Αραβίας και Ανατολίας».
Το ερώτημα για το αν και κατά πόσον η Ελλάδα θα πρέπει να τεθεί σε επιφυλακή, αγωνιώντας για πιθανό σεισμικό γεγονός ύστερα από ό,τι συνέβη στην Τουρκία τα ξημερώματα της Δευτέρας 6 Φεβρουαρίου, δεν μπορεί να απαντηθεί από κανέναν. Επί του παρόντος, πάντως, οι Έλληνες επιστήμονες δεν εκφράζουν σοβαρή ανησυχία για επικείμενο σεισμό. Παρόλον ότι στο χάρτη -και με δεδομένο το πρόσφατο, βεβαρημένο ιστορικό της Κρήτης, της Σάμου, της Κω κ.α.- το Κυπριακό Τόξο μοιάζει υπερβολικά κοντά στην επικίνδυνη ζώνη.
Η αλήθεια είναι όμως ότι, ακόμη και εάν η χώρα μας δεν είναι «σεισμικός δορυφόρος» της Τουρκίας, ο ελλαδικός χώρος βρίσκεται ακριβώς στο σύνορο ανάμεσα στη βόρεια, Ευρασιατική τεκτονική πλάκα και την Αφρικανική. Οι πλάκες αυτές βρίσκονται σε μια ευαίσθητη, δυναμική ισορροπία, ενώ παράλληλα η Ελλάδα επηρεάζεται από μικρότερους γεωλογικούς σχηματισμούς (μικρότερες «πλάκες»), οι οποίοι συμπιέζονται, συγκρούονται και σύρονται ο ένας πάνω στον άλλον. Ενίοτε ραγίζουν ή σπάζουν σε μικρότερα τμήματα, ρηγματώνονται και αναδιατάσσονται σε μια νέα κατάσταση ισορροπίας, η οποία και αυτή θα αποδειχθεί πρόσκαιρη και θα ανατραπεί από νέα τεκτονικά γεγονότα.
Ασχέτως εάν αυτά θα εκδηλωθούν σε μερικά χρόνια, δεκαετίες ή χιλιετίες, οι σεισμοί θα υπάρχουν όσο υπάρχει κίνηση στο εσωτερικό της Γης. Τον Οκτώβριο του 2020, για παράδειγμα, η Ελλάδα δονήθηκε από το σεισμό στη Σάμο επειδή κάποιες δεκάδες χιλιόμετρα μέσα στο υπέδαφος η γεωλογική υπο-πλάκα του Αιγαίου έχει «καβαλήσει» την πλάκα της Αφρικής, πιέζοντάς την προς τα βάθη του μανδύα της Γης. Υπολογίζεται ότι το γεωλογικό υπόστρωμα του Αιγαίου Πελάγους εφιππεύει την αφρικανική πλάκα με ταχύτητα περίπου 3,5 εκατοστών ανά έτος.
Η ασύλληπτη ενέργεια που παράγεται από τις μετατοπίσεις αυτών των γιγαντιαίων πέτρινων σχηματισμών, μεταδίδεται αμέσως και συνταράσσει την Ελλάδα εξ ολοκλήρου. Όπως ακριβώς γίνεται με τους σεισμούς επί εκατομμύρια χρόνια. Και, όσο κι αν τονίζεται η επιπολαιότητα των Τούρκων σε ό,τι αφορά στις προδιαγραφές αντισεισμικότητας των κτηρίων συγκριτικά με τις εξαιρετικά αυστηρές προδιαγραφές που ισχύουν καθ’ ημάς, τα τελευταία χρόνια, η ένταση των σεισμών στη γείτονα συνδέεται κυρίως με γεωλογικά χαρακτηριστικά.
Πρόκειται για διεργασίες οι οποίες δεν σταματούν να εξελίσσονται στη λιθόσφαιρα ή αλλιώς στο ανώτερο γεωλογικό στρώμα του πλανήτη. Για να κατανοήσει κάποιος τα γενεσιουργά αίτια των σεισμών θα πρέπει να φανταστεί ολόκληρη τη Γη σαν ένα σφαιρικό παζλ, με αχανή κομμάτια τα οποία εφάπτονται μεταξύ τους, ενώ ταυτόχρονα παραμένουν σε διαρκή κίνηση. Τα κομμάτια αυτά ονομάζονται «πλάκες» και μοιάζουν να πλέουν, με απειροελάχιστη ταχύτητα, πάνω στα κατώτερα, λιγότερο στέρεα στρώματα του πλανήτη.
Η μετατόπιση των κολοσσιαίων πέτρινων όγκων, οι συγκρούσεις και η αναδιάταξη του ρήγματος κάπου στο βάθος του φλοιού της Γης, είτε κάτω από το βυθό του Αιγαίου είτε στις εσχατιές της Ανατολίας, τα τουρκοσυριακά σύνορα κ.ο.κ. είναι αυτές που προκαλούν την έκλυση σεισμικής ενέργειας.
Εξάλλου, όπως επαναλαμβάνουν οι επιστήμονες, κανένας σεισμός δεν είναι ίδιος με οποιονδήποτε άλλον. Βεβαίως, παρά την πρόοδο που αναμφισβήτητα έχει επιτευχθεί, η σεισμολογία ή γενικότερα οι γεωφυσικές επιστήμες παραμένουν ατελείς και επί της ουσίας ανήμπορες να διατυπώσουν ασφαλείς προγνώσεις. Εν τέλει, η μόνη αδιαφιλονίκητη γνώση είναι ότι οι σεισμοί χτυπούν κατά ομάδες και ποτέ μεμονωμένα. Και, επίσης, ότι η Γη δεν είναι ένας στατικός μονόλιθος. Στα έγκατά της, από τον εξώτερο φλοιό, τη λιθόσφαιρα όπου συμβαίνουν οι σεισμοί, έως το διάπυρο κέντρο του πυρήνα του, ο πλανήτης μας βρίσκεται σε διαρκή εσωτερική αναμόχλευση.