Ανασφάλεια, φόβος και απογοήτευση είναι το τρίπτυχο των συναισθημάτων που εκφράζουν οι περισσότεροι Έλληνες, οι οποίοι εξαιτίας της ολοένα επιβαρυνόμενης οικονομικής τους κατάστασης έχουν σε σημαντικό ποσοστό αδυναμία να αποπληρώσουν τους λογαριασμούς τους με περισσότερους από τους μισούς να έχουν περιορίσει τις δαπάνες τους ακόμα και για τρόφιμα.
Σε αυτά τα συμπεράσματα κατέληξε η Πανελλαδική Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας (ΚΕΕΕ), η οποία διεξήχθη την περίοδο Νοεμβρίου –Δεκεμβρίου 2022, σε συνολικό δείγμα 2.403 ατόμων (1.202 καταναλωτές και 1.201 επιχειρήσεις) καταγράφοντας μια συγκυρία που πόρρω απέχει από Χριστούγεννα του παρελθόντος.
Σε ό,τι αφορά τους καταναλωτές, η πλειοψηφία (62%) λένε ότι η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους επιδεινώθηκε το εξάμηνο που πέρασε με το 44% να δηλώνουν απαισιόδοξοι για το μέλλον, καθώς προβλέπουν επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του νοικοκυριού τους κατά το επόμενο εξάμηνο. Βελτίωση αναμένει μόνο ο ένας στους δέκα, ενώ όταν καλούνται να αποτιμήσουν την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση, τα μισά νοικοκυριά δηλώνουν ότι «τα φέρνουν ίσα-ίσα με το εισόδημά τους», ενώ το 37% δηλώνουν ότι, είτε «τρώνε από τα έτοιμα» – υποχρεώνονται δηλαδή να αναλώνουν μέρος των αποταμιεύσεών τους σε ποσοστό 22% – ή χρεώνονται/δανείζονται για να τα βγάλουν πέρα (15%).
Η ανασφάλεια και ο φόβος είναι το βασικό συναίσθημα που δηλώνουν ότι νιώθουν οι καταναλωτές σε σχέση με την οικονομική κατάσταση που βιώνουν σήμερα (37%) και ακολουθούν η απογοήτευση (26%), ο θυμός και η οργή (23%), η απαισιοδοξία (18%) και η απελπισία (14%). Ελπίδα (10%), αισιοδοξία (8%) και ηρεμία (5%) δηλώνουν ότι νιώθουν, σχετικά με τα οικονομικά τους δεδομένα, μια μικρή μειοψηφία των καταναλωτών, ενδεικτικό του αρνητικού κλίματος που επικρατεί.
Η ακρίβεια είναι ο βασικός παράγοντας που δημιουργεί το κλίμα απαισιοδοξίας και ανασφάλειας σε σχέση με την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης στους καταναλωτές, καθώς το 60% την αναφέρουν ως το κορυφαίο πρόβλημα στη χώρα σήμερα, ενώ συνολικά αναφέρεται από το 84% μέσα στα τρία βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας. Πολύ πιο πίσω από πλευράς ποσοστών, αναφέρονται ως 1ο πρόβλημα στη χώρα η οικονομία/ανάπτυξη (10% και 36% στο σύνολο των αναφερθέντων προβλημάτων), η ανεργία (8% και 36% στο σύνολο), τα Ελληνοτουρκικά (7% και 30% στο σύνολο) και η εγκληματικότητα/ανασφάλεια (4% και 31% στο σύνολο).
Τρόφιμα
Για περίπου 1 στους 5 καταναλωτές (22%) οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος είναι δυσβάσταχτοι και δηλώνουν ότι δεν είναι σε θέση να τους αποπληρώσουν και περίπου 6 στους 10 δηλώνουν ότι τους θεωρούν υψηλούς και δυσκολεύονται να τους αποπληρώσουν.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις αυξημένες τιμές σε προϊόντα και ενέργεια, τα νοικοκυριά προβαίνουν σε περιορισμό των δαπανών τους: το 70% δηλώνουν ότι έχουν περιορίσει τις δαπάνες ένδυσης – υπόδησης και τις δαπάνες ψυχαγωγίας και ταξιδιών, το 52% ότι περιόρισαν τις αγορές βασικών καταναλωτικών αγαθών όπως π.χ. τα τρόφιμα.
Χαρακτηριστικές της κατάστασης είναι οι προσαρμογές στην καταναλωτική συμπεριφορά. Πλέον το
- 63% δηλώνουν ότι αγοράζουν κυρίως προϊόντα σε προσφορά,
- 57% επιλέγουν καταστήματα ή supermarket για τις αγορές τους με κριτήριο τις χαμηλότερες τιμές
- 55% αγοράζουν πλέον μικρότερες ποσότητες προϊόντων σε σχέση με το παρελθόν.
- 42% αγοράζει προϊόντα από διαφορετικά καταστήματα ή super market, προκειμένου να περιορίσουν τη συνολική δαπάνη και
- 40% δηλώνουν ότι αγοράζουν πλέον κυρίως προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
Μόλις το 21% των νοικοκυριών δηλώνουν ότι θα καταφέρουν να αποταμιεύσουν κάποιο χρηματικό ποσό.
Θέρμανση
Σε ό,τι αφορά τις ανάγκες θέρμανσης, προκύπτει ότι η πλειοψηφία (38%) των νοικοκυριών που συμμετείχαν στην έρευνα αναφέρουν, ως βασικό μέσο θέρμανσης του νοικοκυριού, το πετρέλαιο και ακολουθούν τα ηλεκτρικά μέσα (κλιματισμός/ ηλεκτρικά σώματα και θερμοσυσσωρευτές) με ποσοστό 23%, το φυσικό αέριο 16% και τα καυσόξυλα (16%). Περίπου 1 στα 3 νοικοκυριά αναφέρουν ότι δεν έχει γίνει καμία παρέμβαση στην κατοικία τους για την εξοικονόμηση ενέργειας.
Οσοι, πάντως, έχουν προβεί σε κάποιες ενέργειες, αυτές αφορούν κυρίως τα φωτιστικά χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης (led) και λιγότερο η εγκατάσταση νέων κουφωμάτων με διπλά ή τριπλά τζάμια, οι ηλεκτρικές συσκευές χαμηλής κατανάλωσης, ενώ η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αναφέρεται από το 8% των νοικοκυριών και μόνο το 2% αναφέρει την εγκατάσταση κάποιου συστήματος διαχείρισης ενέργειας κτιρίων και σχετικούς αυτοματισμούς.
Οι δαπάνες των Χριστουγέννων
Αν και η εορταστική περίοδος των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς προκαλεί παραδοσιακά αύξηση καταναλωτικών δαπανών, τόσο για δώρα και αγορές προϊόντων, όσο και για τα καθιερωμένα εορταστικά «τραπέζια», αλλά και για μικρά ή μεγάλα ταξίδια, φέτος η κατάσταση δείχνει να διαφοροποιείται.
Ειδικά σε ό,τι αφορά τα ταξίδια, μόνο το 6% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι σκοπεύουν να μετακινηθούν στο εσωτερικό ή το εξωτερικό πληρώνοντας κάποιο ξενοδοχείο ή άλλο κατάλυμα.
Η μέση κατά κεφαλή δαπάνη για δώρα και αγορές προϊόντων υπολογίζεται σε 126 ευρώ, ενώ η μέση δαπάνη ανά νοικοκυριό για τα εορταστικά τραπέζια εκτιμάται στα 110 ευρώ. Με βάση τα παραπάνω, ο συνολικός τζίρος για δώρα και αγορές προϊόντων κατά την εορταστική περίοδο εκτιμάται σε 1,1 δις ευρώ, ενώ ο συνολικός τζίρος για τα εορταστικά τραπέζια των νοικοκυριών εκτιμάται σε 0,5 δις ευρώ.
Το 73% των ερωτηθέντων αναφέρουν ότι δεν σκοπεύουν να ταξιδέψουν για τις γιορτές, το 13% αναφέρουν ότι θα ταξιδέψουν με διαμονή σε ιδιόκτητο σπίτι ή σε φίλους/συγγενείς, το 6% αναφέρουν ότι θα ταξιδέψουν στο εσωτερικό με διαμονή σε ξενοδοχείο ή άλλο πληρωμένο κατάλυμα, το 3% αναφέρουν ταξίδι στο εξωτερικό σε φίλους ή συγγενείς και παρόμοιο ποσοστό (3%) αναφέρουν ταξίδι στο εξωτερικό με διαμονή σε ξενοδοχείο ή άλλο πληρωμένο κατάλυμα.
Οι επιχειρήσεις
Δυσμενέστερη κατάσταση με αύξηση επισφαλειών και πτωχεύσεων για το επόμενο εξάμηνο προβλέπει και το 54% των επιχειρήσεων.
Μόλις 12% διαβλέπουν βελτίωση της κατάστασης στον κλάδο τους, ενώ βαθιά απαισιόδοξες εμφανίζονται οι επιχειρήσεις για το εγγύς μέλλον της οικονομικής κατάστασης της χώρας, καθώς το 56% θεωρούν ότι αυτή θα επιδεινωθεί.
Μόνο στο 28% των επιχειρήσεων καταγράφηκε αύξηση του τζίρου με τα υψηλότερα ποσοστά να εντοπίζονται στην Κρήτη και τα Νησιά του Αιγαίου, γεγονός το οποίο αποδίδεται στην επιτυχημένη τουριστική περίοδο που προηγήθηκε σε αντίθεση με την Ηπειρο και τη Δυτική Μακεδονία όπου καταγράφονται τα περισσότερα προβλήματα.
«Πλεόνασμα» αισιοδοξίας ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι καλύτερο από το αντίστοιχο περσινό, καταγράφεται στην Αττική, στον τομέα των Κατασκευών, στις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο άνω των 500.000 ευρώ και στις επιχειρήσεις με εξαγωγική δραστηριότητα.
Ελλείψεις πρώτων υλών ή προϊόντων δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν το 37% των επιχειρήσεων, φαινόμενο εντονότερο στους τομείς του εμπορίου, της μεταποίησης/βιομηχανίας και των κατασκευών, στις επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό και σε εκείνες με ετήσιο τζίρο μεταξύ 1 και 5 εκατ. ευρώ, ενώ η μέση αύξηση που αναφέρουν οι επιχειρήσεις, στο κόστος των πρώτων υλών ή προϊόντων, φτάνει το 40%.