Ψάχνουν στο κινητό της Ρούλας Πισπιρίγκου, τις απαντήσεις για την κεταμίνη. Στο στόχαστρο των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ, έχουν μπει τα κινητα τηλέφωνα και οι ηλεκτρονικές συσκευές που χρησιμοποιούσε η 33χρονη φόνισσα της Πατρας που σκότωνε σε δοσεις τη μικρή Τζωρτζίνα. Οι ειδικοι ανοίγουν και ανασύρουν ακόμα και σβησμένα αρχεία για να έχουν την ακτινογραφία των κινήσεων της. Επαφές στα social media, αναζητήσεις στο διαδίκτυο, αγορές καλλυντικών και φαρμάκων απο καταστήματα του internet σε Ελλάδα και εξωτερικό ελέγχονται εξονυχιστικά σε μια προσπάθεια να δωθούν απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα και να χαρτογραφηθεί η διαδρομή της κεταμίνης.
Εκτιμούν ότι με κάποιο τρόπο προμηθεύτηκε μεγάλη ποσότητα, καθώς σε διαφορετικά χρονικα διαστήματα χορηγήθηκε εννεα φορες στη μικρή Τζωρτζίνα μέχρι τελικά να καταφέρει να της πάρει τη ζωή στα τέλη Ιανουαρίου. Εκτιμούν οτι η προμήθεια έγινε ενα χρόνο πριν, τον περασμένο Απρίλιο λίγο μετά το θάνατο της Ίριδας, τον χωρισμό της με τον Μάνο Δασκαλάκη και πριν αρχίσει να παρουσιάζει προβλήματα η 9χρονη Τζωρτζίνα.
Οι αξιωματικοί εκτιμούν ότι οι συσκευές της Πισπιρίγκου θα μιλήσουν καθώς η 33χρονη ήταν μανιώδης χρήστης του διαδικτύου και των social media και περνούσε πολλές ωρες στο internet κάνοντας αναζητήσεις, συνομιλίες και αγορές.
Για τη στιγμή της σύλληψης της Ρούλας Πισπιρίγκου μίλησε ο συνδικαλιστής αστυνομικός Σταύρος Μπαλάσκας.
«Όταν τη συλλάβαμε ήταν μία χαμογελαστή, χαρωπή κυρία που μιλούσε. Όταν μάλιστα της είπαμε να μας ακολουθήσει έκανε και συνεντεύξεις σε ηλεκτρονικά Μέσα. Όταν κατά τη διάρκεια της διαδρομής της είπαμε ότι συλλαμβάνεσαι γιατί υπάρχει ένταλμα ήταν σχεδόν κατατονική, σταμάτησε να μιλάει», είπε χαρακτηριστικά ο κ.Μπαλάσκας μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ.
«Είχαν υποψιαστεί την Πισπιρίγκου οι γιατροί στο Ρίο»
Στο μεταξύ, για τα σημάδια που εντόπισαν οι γιατροί στο Νοσοκομείο του Ρίου, στην υπόθεση του θανάτου της 9χρονης Τζωρτζίνας, για την οποία κατηγορείται η 33χρονη Ρούλα Πισπιρίγκου, μίλησε η πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Πάτρας Άννα Μαστοράκου.
Όπως είπε, «υπήρχε μια διαδρομή της Τζωρτζίνας στα νοσοκομεία. Είχα εσωτερική πληροφόρηση. Τα νοσοκομεία της Πάτρας υποδέχθηκαν μόνο την Τζωρτζίνα. Η Μαλένα νοσηλεύτηκε στο Αγλαΐα Κυριακού, συνεπώς δεν είχαν γνώση του ιστορικού».
Η Τζωρτζίνα εισήχθη στο Καραμανδάνειο με φερόμενους σπασμούς, όμως από τις εξετάσεις δεν βρέθηκε τίποτα, εξήγησε η κα Μαστοράκου και τόνισε ότι οι γιατροί γνωρίζοντας την κατάσταση την πρόσεξαν ιδιαίτερα.
«Έβλεπαν μια μάνα που είχε χάσει δυο παιδιά και δεν υπήρχε αντίστοιχη συμπεριφορά. Υπήρχε συναισθηματική απόσταση από το παιδί. Ουσιαστικά δεν έδειχνε το συναισθηματικό φορτίο που θα έπρεπε να έχει κάποιος με αυτές τις απώλειες».
Αυτό που ήταν εντυπωσιακό και εκεί υπήρξε μεγάλη ανησυχία και ερωτηματικό για τους γιατρούς ήταν το εξής. Οι γιατροί περνούσαν και την έβλεπαν τακτικά. «Μισή ώρα πριν είχε εξετάσει το παιδί ο γιατρός και ήταν μια χαρά. Ο θάλαμος του παιδιού με το γραφείο των γιατρών ήταν σε απόσταση βολής. Μισή ώρα αργότερα η μητέρα χτύπησε πολύ ήπια την πόρτα και είπε ότι κάτι συμβαίνει με τον μηχάνημα. Όταν πήγαν να δουν το παιδί είχε ήδη φύγει. Του έκαναν ανάνηψη, κατάφεραν να το επαναφέρουν, όμως έμεινε τετραπληγικό».
Η κυρία Μαστοράκου ανέφερε ότι οι γιατροί της έκαναν τοξικολογικό έλεγχο, αλλά βγήκε αρνητικός. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι ο τοξικολογικός έλεγχος μπορεί να δείξει φάρμακα και ναρκωτικά, όχι άλλες ουσίες, όπως την κεταμίνη.
«Υπήρχε μεγάλη διασπορά. Νοσηλεύτηκε σε διαφορετικά νοσοκομεία και δεν υπήρχε η πλήρης εικόνα. Στο Ρίο υποψιάστηκαν ότι κάτι συμβαίνει. Υπήρχε κατηγορηματική άρνηση του ζευγαριού για βοήθεια από το Χαμόγελο του Παιδιού», είπε και προσέθεσε ότι επέμειναν οι γιατροί να μπει βηματοδότης για να τη θωρακίσουν.
Τέλος, σχετικά με το γεγονός ότι η μητέρα της χορηγούσε τα φάρμακα ακόμα και μέσα στο νοσοκομείο, η κα Μαστοράκου είπε ότι σε γονείς με παιδιά Αμεα γίνεται εκπαίδευση για αν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες τους. Ωστόσο, μετά από αυτή την υπόθεση, «υπάρχει μεγάλη συζήτηση για να αλλάξει το πρωτόκολλο», ώστε να μην επιτρέπεται στους γονείς να χορηγούν φάρμακα στα παιδιά τους μέσα στα νοσοκομεία.