Όλοι γνώριζαν, ουδείς τολμούσε να μιλήσει
Η συγκεκριμένη συμμορία ατόμων αλβανικής καταγωγής – δύο εκ των οποίων φέρονται να έχουν ελληνική υπηκοότητα, ήταν γνωστή για την δράση της εδώ και χρόνια. Ο τρόπος δράσης τους όμως είχε σκορπίσει τον πανικό στους κατοίκους, με αποτέλεσμα όλοι να φοβούνται να μιλήσουν, ενώ διερευνάται το ενδεχόμενο να υπήρχαν καταγγελίες στις διωκτικές αρχές οι οποίες όμως έπεσαν στο κενό.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το πέπλο φόβου πλανάται ακόμα και τώρα στη Ραφήνα με μάρτυρες να μην τολμούν να αναγνωρίσουν τους υπόλοιπους δράστες που συμμετείχαν στην δολοφονία. Παρά το γεγονός ότι τις πρώτες ώρες οι μαρτυρίες ήταν σαφείς.
Αντίθετα, ξεπροβάλλουν στα κανάλια μαρτυρίες για το «πόσο καλά ήταν τα παιδιά» και πως ουδέποτε είχαν δώσει αφορμές… Μιλάμε για τους δολοφόνους!
Ο σκληρός πυρήνας της συμμορίας ήταν πέντε άτομα, ενώ υπήρχαν τουλάχιστον δύο ακόμα τα οποία συμμετείχαν συχνά σε ξυλοδαρμούς, εκφοβισμό και παρακολούθηση αθώων ανθρώπων, ακόμα και ανήλικων παιδιών. Ο τρόπος με τον οποίον δρούσαν, πρέπει επιτέλους να απασχολήσει τις αρχές, διότι μιλάμε για ανελέητους ξυλοδαρμούς χωρίς προφανή αφορμή, γεγονός που οδηγεί ακόμα και στην πιθανότητα διάπραξης «εγκλημάτων μίσους».
Δεν υπάρχει άλλη δικαιολογία για αυτή την εγκληματική δραστηριότητα την οποία τα μέλη της συμμορίας επεδείκνυαν ακόμα και από τα σχολικά τους χρόνια, όπου στοχοποιούσαν άτομα, ακόμα και καθηγητές, τους οποίους την συνέχεια τους ακολουθούσαν μέχρι τα σπίτια τους και έπειτα τους τρομοκρατούσαν γνωρίζοντας πλέον τον τόπο κατοικίας τους.
Ο άτυχος Δημήτρης δεν ήταν το πρώτο θύμα, ελπίδα όλων όμως είναι να είναι το τελευταίο. Η ανησυχία όμως είναι έκδηλη διότι τρία από τα μέλη της συμμορίας κυκλοφορούν ελεύθερα με τους δύο συλληφθέντες να προσπαθούν να τους καλύψουν λέγοντας ότι δεν είχαν καμία συμμετοχή στην δολοφονία έξω από το μπαρ στην κεντρική πλατεία της Ραφήνας.
Αυτό φυσικά δεν ισχύει. Η δολοφονία του άτυχου Δημήτρη ήταν προμελετημένη και συμμετείχε ολόκληρη η συμμορία που σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, ήταν τουλάχιστον πέντε άτομα στο συγκεκριμένο σημείο. Παρέσυραν το θύμα τους με δόλο και σκοπό να τον δολοφονήσουν, ενώ εμπόδισαν τους παρευρισκόμενους στην δολοφονία να παρέμβουν.
Το γεγονός ότι σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες, ακόμα και αυτές των συλληφθέντων αλβανικής καταγωγής – ο ένας με ελληνική υπηκοότητα, συγκλίνουν στο γεγονός ότι θύμα και φοιτητές δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση μεταξύ τους, εντείνει τις υποψίες για «κίνητρα μίσους» της συμμορίας, που στοχοποιούσε τα θύματα της τυχαία, όχι λόγω κάποιας προσωπικής διαφοράς.
Άλλωστε και στην δολοφονία του Άλκη στην Θεσσαλονίκη, όπως και στον άγριο ξυλοδαρμό εικοσάχρονου στον Ασπρόπυργο, συμμετείχαν άτομα της ίδιας εθνικότητας, που με πρόσχημα το ποδόσφαιρο ξεδίπλωναν την δολοφονική τους δράση. Ειδικά στην περίπτωση του Ασπροπύργου, ή συμμορία των αλλοδαπών επικαλείτο δήθεν οπαδική δράση, όμως το θύμα δεν είχε καμία σχέση με ποδοσφαιρικές ομάδες ή οπαδικές αντιπαραθέσεις.
Τα εθνικιστικά τατουάζ τύπου «Μεγάλη Αλβανία» που έφεραν οι φονιάδες του Άλκη, πρέπει επιτέλους να προβληματίσουν τις διωκτικές αρχές πριν θρηνήσουμε και άλλα θύματα.
Άλλωστε και η προσπάθεια ξεπλύματος της ναζιστικής δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, ήταν η δικαιολογία ότι «τον σκότωσαν για το ποδόσφαιρο»…