Το αίτημα της Ελλάδας να επιστραφούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι συνέχεια της καμπάνιας για την «αποαποικιοποίηση» της πολιτιστικής κληρονομιάς, γράφει ούτε λίγο ούτε πολύ Βρετανός ιστορικός απορρίπτοντας το αίτημα της Ελλάδας.
Αλλά ο Ζαρέερ Μασάνι δεν σταματά στην απόρριψη. Σε άρθρο του στο βρετανικό περιοδικό Spectator, ένα προπύργιο του συντηρητισμού στη χώρα, λέει ότι η νομιμότητα των ελληνικών θέσεων είναι «τουλάχιστον αμφίβολη» και ότι χρωστάμε την επιβίωση των Γλυπτών ως τις ημέρες μας στον Έλγιν που τα έσωσε από την παραμέληση αιώνων – παραμέληση για την οποία ευθύνονται και οι Έλληνες.
Η τάση για «αποαποικιοιποίηση» έχει κάνει κανονική πλύση εγκεφάλου στους φρουρούς της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, γράφει ο Μασάνι που θεωρεί σχεδόν βέβαιο ότι, αν ποτέ η Ελλάδα αποκτήσει τα Γλυπτά ως δάνειο, «δεν θα τα επιστρέψει ποτέ». Επιπλέον ο Μασάνι, σε ό,τι αφορά την ανταλλαγή, γράφει ότι δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει τα Γλυπτά ενώ μένει και ασαφές ποια έργα θα δανείσει από τη δική της πλευρά.
Στη συνέχεια αμφιβάλλει ότι μπορούμε να μιλάμε για κλοπή των έργων από τον λόρδο Έλγιν. Το 1802, όταν αφαιρέθηκαν τα έργα από τον αρχαίο ναό, «ο Παρθενώνας ήταν ένα παραμελημένο ερείπιο μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που τότε εξουσίαζε αυτό που 30 χρόνια αργότερα θα γινόταν η Ελλάδα». Προσθέτει ότι όταν έφτασε ο Έλγιν «Τούρκοι στρατιώτες πουλούσαν κομμάτια του Παρθενώνα σαν σουβενίρ στους τουρίστες».
Ο Έλγιν απέκτησε τα Γλυπτά «αρκετά νόμιμα» από την Οθωμανική κυβέρνηση με δικό του κόστος και έπειτα τα πούλησε «επίσης αρκετά νόμιμα» στη βρετανική. Το νέο ελληνικό έθνος «που ιδρύθηκε με βρετανική βοήθεια» δεν διεκδίκησε τα έργα, λέει ο Μασάνι.
Πέρα από την αμφίβολη νομιμότητα, ο Μασάνι θεωρεί αμφίβολη την ηθική των ελληνικών ισχυρισμών.
«Καταρχάς, δεν υπάρχει ένδειξη ότι ο πληθυσμός της νεότερης Ελλάδας, έπειτα από 2.500 χρόνια, μπορεί βάσιμα να ισχυριστεί την καταγωγή του είτε από τους σκλάβους που έφτιαξαν τα έργα είτε από τους Αθηναίους ηγέτες που τα παρήγγειλαν», γράφει.
Εξηγεί ότι οι πληθυσμοί αναμείχθηκαν, μετανάστευσαν και άλλαξαν σε όλο τον κόσμο για χιλιετίες πότε «λίγοι μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχουμε κάποιο τίτλο στη βάση γεωγραφικής ή εθνοτικής συνέχειας από την αρχαιότητα».
Καταλήγει λέγοντας ότι μετά τον Διαφωτισμό οι Ευρωπαίοι και οι Βρετανοί εξερευνητές και αρχαιολόγοι ήταν αυτοί που έσωσαν τα ερείπια του κλασικού κόσμου από την παραμέληση και την καταστροφή. Αν δεν ήταν αυτοί και οι πράξεις τους που τώρα κατηγορούν όσοι είναι υπέρ της «αποαποικιοποίησης» δεν θα είχαν μάθει οι ντόπιοι για την κλασική κληρονομικά και δεν θα την εκτιμούσαν. Ο Μασάνι τάσσεται, δηλαδή, κατά των επιστροφών έργων τέχνης στην Αφρική ή την Ασία από όπου τα άρπαξαν οι Ευρωπαίοι αποικιοκράτες.
Και το τελευταίο του επιχείρημα. Έξι εκατομμύρια άνθρωποι βλέπουν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο ενώ μόλις δύο εκατομμύρια επισκέπτονται το Μουσείο της Ακρόπολης. Άρα, κατά τον Μασάνι, θα ήταν καλύτερο να μείνουν τα έργα εκεί που θα τα δουν περισσότεροι.