Αλγεινή εντύπωση έχει προκαλέσει για ακόμη μία φορά η κίνηση του ΝΑΤΟ να συγχαρεί την Τουρκία για την επέτειο της «Ημέρας Νίκης» την 30η Αυγούστου 1922, δηλαδή το αποκορύφωμα της Μικρασιατικής Καταστροφής και του διωγμού και της σφαγής εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων από τις πατρογονικές εστίες τους στην Σμύρνη και την υπόλοιπη Μικρά Ασία.
Συγκεκριμένα στο μήνυμα της LANDCOM που δημοσιεύτηκε μέσω Twitter αναφέρεται: «Η LANDCOM εύχεται χαρούμενη «Ημέρα Νίκης» στο έθνος που μας φιλοξενεί. Θα θέλαμε να εκφράσουμε την ευγνωμοσύνη μας στην Τουρκία για τη φιλοξενία αυτή την ξεχωριστή ημέρα».
Παρόμοιο μήνυμα είχε αναρτηθεί και πέρυσι, προκαλώντας την αντίδραση της Αθήνας, γεγονός που τότε είχε οδηγήσει στη διαγραφή της ανάρτησης.
Υπενθυμίζεται πως το Στρατηγείο του ΝΑΤΟ στη Σμύρνη είχε πραγματοποιήσει και πέρσι παρόμοια ανάρτηση, προκαλώντας την έντονη αντίδραση του ελληνικού ΥΠΕΞ, το οποίο προέβη σε διάβημα διαμαρτυρίας προς τον Γενικό Γραμματέα της Συμμαχίας, Γενς Στόλντενμπεργκ.
Σε γραπτό διάβημα διαμαρτυρίας προς τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ προχώρησε, κατόπιν σχετικών οδηγιών, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, αναφορικά με την ευχές του νατοϊκού στρατηγείου χερσαίων δυνάμεων στην Άγκυρα.
Τι είναι όμως η Ημέρα Νίκης για τους Τούρκους;
Η Ημέρα της Νίκης (τουρκικά: Zafer Bayramı), γνωστή και ως Ημέρα Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι επίσημη αργία στην Τουρκία για τον εορτασμό της νίκης στη μάχη του Ντουμλουπινάρ, στις 30 Αυγούστου 1922, κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1919-1922. Εορτάζεται και στα Κατεχόμενα της Κύπρου.
Η μάχη αυτή αποτέλεσε τη θρυαλλίδα που ανάγκασε τις ελληνικές δυνάμεις να αρχίσουν την υποχώρησή τους προς τα μικρασιατικά παράλια, καταδιωκόμενες από τα στρατεύματα των Νεότουρκων του στρατηγού Μουσταφά Κεμάλ, οδηγώντας στο άδοξο τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Μετά τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου, και με εντολή των νικητριών συμμαχικών δυνάμεων (Αγγλία και Γαλλία) τα ελληνικά στρατεύματα είχαν αποβιβαστεί στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου του 1919 με σκοπό να εγκαταστήσουν ελληνική διοίκηση -υπό συμμαχικό έλεγχο- και να προστατεύσουν τους χριστιανικούς, και όχι μόνο, πληθυσμούς από ατάκτους και από αυθαιρεσίες της Οθωμανικής διοίκησης οι οποίες την προηγούμενη δεκαετία είχαν προβεί σε συστηματική εξόντωση χριστιανικών πληθυσμών.
Από την πρώτη στιγμή ο Ελληνικός Στρατός έδειξε πως αποτελούσε την μοναδική οργανωμένη δομή που θα μπορούσε να επιβάλει την τάξη στην περιοχή, όπως έδειξαν και οι νίκες του στα πεδία των μαχών απέναντι στις άτακτες ομάδες που αντιμετώπισε. Από τον Μάιο του 1920 άρχισε να διαγράφεται η προοπτική προέλασης του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία και η απελευθέρωση Δυτικής και Ανατολικής Θράκης, εξαναγκαζόμενου του σουλτάνου να αποδεχθεί τους συμμαχικούς όρους ειρήνης.
Πίσω στον ελλαδικό χώρο όμως ο Ελευθέριος Βενιζέλος διέβλεπε πως η άνευ προηγουμένου θετική για τα εθνικά συμφέροντα Συνθήκη των Σεβρών θα έπρεπε να εφαρμοστεί αφότου είχε ανανεωθεί η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση. Η λογική Βενιζέλου, πως έπειτα από μια σειρά διπλωματικών επιτυχιών η πλειοψηφία του ελληνικού λαού σταθερά προσηλωμένη στα εθνικά ιδεώδη ενέκρινε την πολιτική του, παραβλέποντας την ταυτόχρονα ασκηθείσα διχαστική πολιτική στο εσωτερικό, δεν επαληθεύτηκε τον Νοέμβριο του 1920.
Τότε άλλαξαν όλα, η κυβέρνηση αντικαταστάθηκε ο Βενιζέλος έφυγε από την χώρα και μαζί εξανεμίστηκε και η όποια εμπιστοσύνη των Συμμάχων στην χώρα μας. Ο Κεμάλ Ατατούρκ ο οποίος από τα μέσα του 1920 είχε αποβιβαστεί στην Αρμενία και συγκροτούσε στρατό αποτελούσε σταδιακά την μεγαλύτερη απειλή για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας.
Την άνοιξη του 1921, ο ελληνικός στρατός αποφάσισε προέλαση προς την Άγκυρα με στόχο να εξαλείψει την ολοένα αυξανόμενη απειλή της ανερχόμενης δύναμης των Νεότουρκων. Από τον Σεπτέμβριο του 1921 ο κύριος όγκος των ελληνικών δυνάμεων είχε συγκεντρωθεί σε μια γραμμή στο Εσκί-Σεχίρ και το Αφιόν-Καραχισάρ, χωρίς όμως να πετύχει σημαντικές νίκες. Από τους 177.000 Έλληνες στρατιώτες, μόνο οι 70.000 ήταν μάχιμοι στην πρώτη γραμμή ενώ οι υπόλοιποι απασχολούνταν σε διοικητικές υπηρεσίες, φρουρές συγκοινωνιακών γραμμών, σταθμών, αποθηκών, νοσοκομείων, λιμανιών, αποσπάσματα καταδίωξης ατάκτων, ληστών κ.λπ.
Στις 26 Αυγούστου ο Μουσταφά Κεμάλ ηγήθηκε της επίθεσης στην κοιλάδα του Αφιόν Καραχισάρ με το σύνθημα «Στόχος μας η Μεσόγειος».
Όπως γράφει ο Κ. Μπουλαλάς στο βιβλίο του «Η Μικρασιατική Εκστρατεία 1919-1922» (Αθήνα 1959), η συνολική δύναμη του τουρκικού στρατού έφτανε τους 120.000 άνδρες (Αύγουστος 1922). Από αυτούς οι μάχιμοι ήταν 78.000, μεταξύ των οποίων και 5.000 ιππείς. Απέναντι στο νότιο τμήμα του ελληνικού μετώπου, βρίσκονταν συνολικά 80.000 Τούρκοι στρατιώτες, από τους οποίους μάχιμοι ήταν οι 55.000 μεταξύ των οποίων 5.000 ιππείς. Για τον οπλισμό των αντιπάλων, ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει:
Την επόμενη ημέρα το στράτευμα των 23.000 Τούρκων είχε καταφέρει να απωθήσει τους 16.000 Έλληνες των Α’ και Γ’ Σωμάτων Στρατού. Τέσσερις ημέρες μετά, στις 30 Αυγούστου ο ελληνικός στρατός ηττήθηκε στο Ντουμλούπιναρ και η υποχώρησή του συνεχίστηκε ως τις 9 Σεπτεμβρίου (όλες οι ημερομηνίες με το Παλαιό Ημερολόγιο), ημέρα που οι Τούρκοι μπήκαν τελικά στη Σμύρνη.
Σε κάθε γωνιά της χώρας πραγματοποιούνται μεγαλοπρεπείς τελετές με τιμώμενο πρόσωπο τον ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, Μουσταφά Κεμάλ και ύμνους προς τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις.
Παραδοσιακά, ο πιο επιβλητικός εορτασμός γίνεται στην Άγκυρα, αλλά η πιο μεγάλη παρέλαση γίνεται στην παραλιακή ζώνη της Σμύρνης, όπου αναπαρίσταται η κατάληψη της πόλης από τους Τούρκους στις 9 Σεπτεμβρίου με αναπαραστάσεις της εισόδου σε αυτήν των κεμαλικών στρατευμάτων.