Ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η ένταση με την Κίνα προμηνύουν «μια πιο επικίνδυνη δεκαετία», με τις στρατιωτικές δαπάνες παγκοσμίως να αναμένεται να αυξηθούν, προειδοποίησε σήμερα το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS).
Η έκδοση για το 2024 της έκθεσης για τη Στρατιωτική Ισορροπία που συντάσσει το IISS, με έδρα το Λονδίνο, υπογραμμίζει ότι ο κόσμος εισήλθε πέρυσι σε «ένα ιδιαίτερα ρευστό περιβάλλον ασφαλείας», αναφερόμενη στη νίκη του Αζερμπαϊτζάν στο Ναγκόρνο Καραμπάχ ή ακόμη και τα πραξικοπήματα στον Νίγηρα και την Γκαμπόν, και εκτιμώντας ότι αυτή η τάση θα διαρκέσει.
«Η τρέχουσα κατάσταση σε ό,τι αφορά τη στρατιωτική ασφάλεια προμηνύει ότι θα πρόκειται πιθανόν για μια πιο επικίνδυνη δεκαετία, που θα χαρακτηριστεί από σημαντική προσφυγή από κάποιους στη στρατιωτική ισχύ προκειμένου να πετύχουν τις επιδιώξεις τους (…) καθώς και από την επιθυμία των δημοκρατιών που μοιράζονται τις ίδιες αξίες να ενισχύσουν τους διμερείς και πολυμερείς δεσμούς στον τομέα της άμυνας σε απάντηση σε αυτή την κατάσταση», σημειώνει η έκθεση.
Χιλιάδες ρωσικά τανκς έχουν καταστραφεί
Περίπου δύο χρόνια μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το IISS εκτιμά ότι ο ρωσικός στρατός έχει χάσει περίπου 3.000 άρματα μάχης, δηλαδή σχεδόν το σύνολο των επιχειρησιακών αποθεμάτων που διέθετε τον Φεβρουάριο του 2022. Έκτοτε αντισταθμίζει τις απώλειές της χρησιμοποιώντας κυρίως τα αποθέματά της σε οχήματα τα οποία δεν ήταν λειτουργικά τότε, αναγκαζόμενη να προτιμήσει την ποσότητα εις βάρος της ποιότητας.
Το Κίεβο αντιθέτως προς το παρόν αντισταθμίζει τις απώλειές του σε εξοπλισμό χάρη στη δυτική βοήθεια, κερδίζοντας μάλιστα σε ποιότητα. Ο ουκρανικός στρατός επίσης επιδεικνύει «εφευρετικότητα», κυρίως στη Μαύρη Θάλασσα με τη χρήση θαλάσσιων drones.
Αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες
Συνολικά οι στρατιωτικές δαπάνες σε όλο τον κόσμο αυξήθηκαν κατά 9% πέρυσι, στα 2.200 δισεκ. δολάρια (2.000 δισεκ. ευρώ), κάτι πρωτοφανές, σύμφωνα με το IISS το οποίο αναμένει νέα αύξηση φέτος.
Το Ινστιτούτο εξηγεί κυρίως το φαινόμενο αυτό λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και των εντάσεων με την Κίνα. Σημειώνει ότι αφορά κυρίως τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ εκτός των ΗΠΑ.
Η έκθεση αυτή δημοσιεύεται την ώρα που ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ελπίζει να επανεκλεγεί τον Νοέμβριο, αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο η χώρα του να μην υπερασπίζεται τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ που δεν επενδύουν επαρκώς στην άμυνά τους, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις.
Σύμφωνα με το IISS, μόνο 10 από τις 31 χώρες του ΝΑΤΟ πετυχαίνουν τον στόχο που έχει θέσει η Συμμαχία να αφιερώνουν το 2% του ΑΕΠ τους στις στρατιωτικές δαπάνες, όμως 19 τις αύξησαν.
Η έκθεση αποκαλύπτει εξάλλου ότι η Ρωσία και η Κίνα πλέον αφιερώνουν περισσότερο από το 30% των δημόσιων δαπανών τους στον στρατιωτικό τομέα, ενώ οι Δυτικοί αυξάνουν «αργά» την παραγωγή τους σε πυραύλους και πυρομαχικά, έπειτα από μήνες υποεπενδύσεων.
Υπογραμμίζει ότι, εκτός από τις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες, παρατηρείται αύξηση του ενδιαφέροντος «για εξοπλισμό που είχε παραμεληθεί, όπως το πυροβολικό και η αντιαεροπορική άμυνα» καθώς και για τον εκσυγχρονισμό των πυρηνικών οπλοστασίων των ΗΠΑ και της Κίνας.
Κίνα και Ιράν επιβάλλονται
Το Πεκίνο συνεχίζει την πολιτική του εκσυγχρονισμού των στρατηγικών του δυνάμεων και μεταμορφώνει στον στρατό του σε μια δύναμη που θα είναι ικανή να επεμβαίνει μακριά από τα σύνορα της χώρας, οδηγώντας τους ανήσυχους γείτονές της στην ενίσχυση των αμυντικών συμμαχιών τους.
«Η Κίνα επιβάλλεται περισσότερο και όχι μόνο στην άμεση γειτονιά της», σημειώνει η έκθεση, αναφερόμενη στην πτήση κινεζικών μπαλονιών πάνω από τις ΗΠΑ, την ανάπτυξη πλοίων στον κόσμο ή τις διπλωματικές προσπάθειες που καταβάλλει το Πεκίνο για συγκρούσεις που μαίνονται μακριά από την περιοχή του.
Παράλληλα το IISS αποκαλύπτει ότι το Ιράν ασκεί αυξανόμενη επιρροή σε διάφορες εμπόλεμες περιοχές, με δύο παραδείγματα: την παροχή πυραύλων στους σιίτες αντάρτες Χούθι στην Υεμένη, οι επιθέσεις των οποίων στην Ερυθρά Θάλασσα έχουν διαταράξει το παγκόσμιο εμπόριο, καθώς και την παροχή drones στη Ρωσία με τα οποία επιτίθεται στην Ουκρανία.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφίες αρχείου Reuters