Η Τουρκία επιδιώκει την αγορά 40 Eurofighter Typhoon
Του Paul Iddon
Πρόσφατα η Τουρκία πήρε το “πράσινο φως” από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την αγορά 40 μαχητικών αεροσκαφών F-16 Block 70 Viper. Η Άγκυρα ελπίζει επίσης να πάρει έγκριση για την αγορά άλλων 40 Eurofighter Typhoon.
“Ενώ η Άγκυρα εξασφάλισε την πώληση των F-16, εξακολουθεί να χρειάζεται προηγμένα Eurofighter για να διαφοροποιήσει τον στόλο των μαχητικών της”, σχολίασε ο Σουλεϊμάν Οζερέν, καθηγητής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο και ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Πολιτικής Orion.
“Επιπλέον, η αγορά Eurofighter θα αναβαθμίσει τη στρατιωτική συνεργασία της Τουρκίας με την Ευρώπη”.
Ωστόσο, η Τουρκία θα χρειαστεί την έγκριση της Γερμανίας για τη συμφωνία αυτή, και το Βερολίνο ίσως δεν είναι πρόθυμη να κάνει αυτό το βήμα άμεσα.
Η Τουρκία θέλει να αγοράσει 40 Eurofighter και, όπως αποκαλύφθηκε στα τέλη του 2023, βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ισπανία. Ενώ το Λονδίνο και η Μαδρίτη θα πουλούσαν ευχαρίστως Typhoon στην Άγκυρα, εντούτοις δεν μπορούν να το κάνουν αν δεν έχουν το “ναι” του Βερολίνου, καθώς η Γερμανία είναι μέλος της κοινοπραξίας που ανέπτυξε το Eurofighter.
Ωστόσο, η Γερμανία εμφανίζεται απρόθυμη να δώσει την έγκρισή της στο deal, δεδομένου ότι αντιτίθεται σε ένα εύρος πολιτικών που υιοθετεί η κυβέρνηση Ερντογάν, όπως: η καταδίκη του Ισραήλ για τις επιθέσεις κατά των Παλαιστινίων, οι τουρκικές επιθέσεις κατά των Κούρδων της Συρίας, η αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400 και οι γεωτρήσεις φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Άγκυρα συζητά με Βρετανούς και Γερμανούς αξιωματούχους και πιστεύει ότι “θα έχει θετικά αποτελέσματα”, δήλωσε Τούρκος αξιωματούχος του αμυντικού τομέα σε συνέντευξη Τύπου στις 14 Μαρτίου.
Η Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, έχει επικρίνει τη Γερμανία, επίσης μέλος της Βορειο-Ατλαντικής Συμμαχίας, για την καθυστέρηση στην επίτευξη μιας συμφωνίας. “Δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί ένας σύμμαχος λέει ‘δεν θα σας δώσω τα αεροσκάφη’, δήλωσε ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ σε συνέντευξή του τον Δεκέμβριο.
Το Βερολίνο είχε εμποδίσει στο παρελθόν την πώληση 48 Eurofighter από τη Μ. Βρετανία στη Σαουδική Αραβία το 2018, αντιδρώντας στις αεροπορικές επιθέσεις του Ριάντ κατά των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη. Μόλις τον περασμένο Ιούλιο, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς δήλωσε ότι “δεν θα υπάρξει σύντομα απόφαση για την παράδοση αεροσκαφών Eurofighter στη Σαουδική Αραβία”.
Τελικά, η Γερμανία αποφάσισε να άρει την απαγόρευσή της τον Ιανουάριο του 2024 και η συμφωνία αναμένεται να προχωρήσει. Δεν είναι σαφές αν το Βερολίνο θα κάνει το ίδιο και στην περίπτωση της Τουρκίας.
Εάν η Άγκυρα λάβει την έγκριση του Βερολίνου, η παραγγελία των Eurofighter θα σηματοδοτήσει την πρώτη απόκτηση σύγχρονων, μη αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών από την Τουρκία.
Ο Δρ Αλί Μπακίρ, ειδικός σε θέματα που αφορούν την Τουρκία και συνεργάτης στο Κέντρο “Ibn Khaldon” του Πανεπιστημίου του Κατάρ, εξήγησε ότι υπάρχουν διάφορα “στρατηγικά κίνητρα” πίσω από το ενδιαφέρον της Τουρκίας για το Eurofighter.
“Πρώτον, στοχεύει να διαφοροποιήσει τη στρατιωτική της ‘φαρέτρα’ και να περιορίσει την εξάρτησή της από τις Ηνωμένες Πολιτείες – πρόκειται για μια κίνηση προς μεγαλύτερη αυτονομία στο αμυντικό τομέα”, υπογράμμισε ο Μπακίρ.
“Δεύτερον, η απόκτηση προηγμένων μαχητικών αεροσκαφών, όπως τα Eurofighter, χρησιμεύει ως ενδιάμεση λύση μέχρι η Τουρκία να μπορέσει να αναπτύξει τα δικά της μαχητικά 5ης γενιάς, καλύπτοντας έτσι το τεχνολογικό χάσμα”, είπε. “Τρίτον, οι συμφωνίες για τα Eurofighter δοκιμάζουν την προθυμία της Ευρώπης να συνεργαστεί στον αμυντικό τομέα με την Τουρκία, έναν κρίσιμο τομέα στρατηγικού ενδιαφέροντος”.
“Τέτοιες συμφωνίες προωθούν μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις που επεκτείνονται πέρα από την άμυνα, ενισχύοντας τους πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς”, πρόσθεσε ο Μπακίρ. “Αντίθετα, ένα ναυάγιο του deal θα αναδείκνυε την υποκρισία ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών, ‘σπρώχνοντας’ ίσως την Άγκυρα σε συνεργασίες με κράτη εκτός ΝΑΤΟ”.
Ο Οζερέν επισήμανε ότι οι συνθήκες για να πετύχει η Τουρκία μια συμφωνία για τα Eurofighter είναι “πιο ευνοϊκές” υπό το πρίσμα των εξελίξεων στον πόλεμο στην Ουκρανία, ο οποίος, όπως σημείωσε, είναι πλέον “μοχλός πίεσης” για τις ευρωπαϊκές χώρες.
“Ως ένδειξη αλλαγής στάσης, η Γερμανία υπαναχώρησε από την αντίθεσή της στο να ενταχθεί η Τουρκία στην ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ομπρέλα της πρωτοβουλίας European Sky Shield Initiative”, δήλωσε ο ίδιος. “Η ESSI διευρύνεται με την ένταξη της Τουρκίας και της Ελλάδας, και παράλληλα μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για νέες στρατιωτικές συνεργασίες μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης της πώλησης Eurofighter στην Άγκυρα”.
“Η πιθανή μαζική έξοδος προσφύγων και μεταναστών από τη Μέση Ανατολή, με αιτία και όσα συμβαίνουν στη Γάζα, είναι ακόμη ένας παράγοντας που μπορεί να κατευνάσει τη Γερμανία απέναντι στην Τουρκία”, πρόσθεσε ο Οζερέν.
Από την άλλη πλευρά, ο Μπακίρ πιστεύει ότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί η τελική απόφαση της Γερμανίας για την πώληση των Eurofighter λόγω των “πολύπλοκων περιφερειακών και διεθνών δυναμικών”.
Παρόλο που η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο πιέζουν για το “ναι” της Γερμανίας, ο Μπακίρ εκτιμά ότι το “ιστορικό πλαίσιο” υποδηλώνει ότι ορισμένα δυτικά κράτη είναι “επιφυλακτικά” ως προς το να ενισχύσουν τις στρατιωτικές δυνατότητες της Τουρκίας. Τα κράτη αυτά έχουν “επιδιώξει ενεργά” να καταστείλουν τις δυνατότητες της Τουρκίας με διάφορες προφάσεις, οι οποίες αποσκοπούν στην υπονόμευση των “φιλοδοξιών της για μεγαλύτερη αυτονομία”.
Σύμφωνα με τον Μπακίρ, αυτή η διστακτικότητα προϋπήρχε της εδραίωσης του κυβερνώντος AKP, του κόμματος του Ερντογάν, στην εξουσία, και “αντανακλά μια μακροχρόνια πολιτική” έναντι της Τουρκίας, ανεξάρτητα από τον προσανατολισμό της κυβέρνησής της προς τη Δύση.
“Αυτή η στάση έρχεται σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή αντίληψη για τις χώρες του Αραβικού Κόλπου ως κερδοφόρες αγορές που δεν εγείρουν σημαντικές στρατιωτικές προκλήσεις”, σημείωσε ο Μπακίρ. “Ως εκ τούτου, η πρόσφατη απόφαση να αρθεί το εμπάργκο πώλησης Eurofighter στη Σαουδική Αραβία δεν υποδηλώνει απαραίτητα ότι η Γερμανία θα επιτρέψει να παραδοθούν Eurofighter στην Τουρκία”.
Ο Οζερέν υπενθύμισε ότι οι Γερμανοί δεν έδιναν την έγκρισή τους για την πώληση των Eurofighter στη Σαουδική Αραβία, λόγω των ανησυχιών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Βασίλειο και των αεροπορικών επιδρομών του Ριάντ στην Υεμένη.
“Ωστόσο, η τρομοκρατική επίθεση της 7ης Οκτωβρίου στο Ισραήλ διαμορφώνει νέες δυναμικές στην περιοχή, με το Ριάντ να ευθυγραμμίζεται με τη Δύση κατά των Χούθι στην Υεμένη”, είπε. “Το Βερολίνο αναμένει πως το Ριάντ θα εμπλακεί περαιτέρω στην αποτροπή των επιθέσεων των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα και κατά του Ισραήλ, γεγονός που αποτελεί ένα από τα κύρια κίνητρα για το Βερολίνο να εγκρίνει την πώληση Eurofighter στη Σαουδική Αραβία”.
Τελικά, αν η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορέσουν να πείσουν τη Γερμανία να δώσει το πράσινο φως για την πώληση, ο Μπακίρ πιστεύει ότι η Άγκυρα θα εξετάσει άλλες επιλογές, όπως έχει προαναγγείλει ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν. Ωστόσο, η “στρατηγική” της δεν θα αφορά αποκλειστικά και μόνο την απόκτηση ενός άλλου -αντίστοιχου- μαχητικού.
“Η Τουρκία κυνηγά δύο στόχους: αφενός να περιορίσει την εξάρτησή της από έναν και μόνο προμηθευτή και αφετέρου να ενισχύσει την τεχνολογική της ανεξαρτησία”, τόνισε ο Μπακίρ. “Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να συνάψει κοινοπραξίες ή να προχωρήσει σε πιο ανεξάρτητες πρωτοβουλίες για να αναπτύξει τις εγχώριες αμυντικές της δυνατότητες”.
“Εντέλει, στόχος της Άγκυρας είναι να ενισχύσει την αμυντική της αυτονομία και την τεχνολογική της ανάπτυξη, υλοποιώντας ένα ευρύτερο στρατηγικό όραμα πέρα από την απόκτηση μαχητικών αεροσκαφών”.
Πηγή: Forbes