Το βασικό ζήτημα που απασχολεί τους εργαζόμενους τις τελευταίες εβδομάδες αποτελεί η άδεια που δικαιούνται και το επίδομα αδείας που θα τους καταβληθεί. Το ύψος των ημερών αδείας αλλά και το ποσό του επιδόματος που δικαιούνται εντός του καλοκαιριού ορίζεται από τη σύμβαση που έχουν υπογράψει.
Πιο συγκεκριμένα, ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει την άδεια εντός δύο μηνών από τη στιγμή που διατυπώνεται το αίτημα από τον εργαζόμενο ενώ το διάστημα που αυτή μπορεί να δοθεί έχει αλλάξει και πλέον πρέπει αυτο να πραγματοποιηθεί μέχρι τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους. Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν χορηγεί την άδεια που αιτήθηκε ο εργαζόμενος, έως το τέλος Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, οφείλει να καταβάλει τις αποδοχές του οφειλόμενου χρόνου αδείας με προσαύξηση 100%, συν το επίδομα αδείας.
Παράλληλα, για τον εργοδότη επιτρέπεται η κατάτμηση της αδείας σε δύο περιόδους, αρκεί το πρώτο τμήμα να περιλαμβάνει 6 τουλάχιστον ημέρες αδείας, ενώ για κατάτμηση της και σε περισσότερες περιόδους θα πρέπει η μια να είναι 10ημερη άδεια.
Πώς υπολογίζεται το επίδομα αδείας
Ο μισθωτός που θεμελιώνει δικαίωμα κανονικής άδειας αναψυχής, αυτούσιας ή σε χρήμα δικαιούται να λάβει και το επίδομα άδειας, το οποίο αποτελεί τακτικές αποδοχές του, υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο που υπολογίζονται και οι αποδοχές άδειας και υπόκειται στους ίδιους κανόνες με αυτές.
Το επίδομα άδειας ισούται με το σύνολο των πράγματι καταβαλλόμενων τακτικών συνήθων αποδοχών της άδειας, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές 15 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με μηνιαίο μισθό και 13 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας ή με ποσοστά ή και με άλλο τρόπο.
Ο εργοδότης υποχρεούται να προκαταβάλλει τις αποδοχές και το επίδομα αδείας στον εργαζόμενο στην αρχή της αδείας.