Τον «καθοδηγητή», τους μεταφορείς και τους… «εκτελεστές» που κατέστρωσαν και συμμετείχαν στα επεισόδια στο κλειστό γήπεδο στου Ρέντη αναζήτα η ΕΛ.ΑΣ, στην προσπάθειά της να ρίξει άπλετο φως στο σκηνικό του τρόμου, που είχε σαν αποτέλεσμα το σοβαρό τραυματισμό του 31χρονου αστυνομικού.
Ήδη βαδίζουμε στην έκτη ημέρα που υπαρχιφύλακας των ΜΑΤ δίνει μάχη για τη ζωή του, μετά τη ναυτική φωτοβολίδα που δέχτηκε στο αριστερό του πόδι το βράδυ της περασμένης Πέμπτης (0 7/12/2023) έξω από το κλειστό «Μελίνα Μερκούρη». Ο άνδρας της ΕΛΑΣ παραμένει σε τεχνική καταστολή, ενώ οι γιατροί κάνουν ότι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να τον σώσουν. Την ίδια ώρα οι αστυνομικοί της αθλητικής βίας και των υπολοίπων υπηρεσιών που χειρίζονται την υπόθεση των επεισοδίων στου Ρέντη δουλεύουν μεθοδικά και με εντατικούς ρυθμούς.
Στόχος τους μετά την ομολογία του 18χρονου που παραδέχτηκε ότι ήταν αυτός που έριξε τη ναυτική φωτοβολίδα, είναι να εντοπίσουν τον άνθρωπο, που έστησε το αιματοβαμμένο σκηνικό, αυτούς που μετέφεραν τα πολεμοφόδια στο πάρκινγκ του γηπέδου, αλλά και τα άτομα που έριξαν τις φωτοβολίδες, τις κροτίδες και τις μολότοφ εναντίον των αστυνομικών.
Στο πρόσωπο του καθοδηγητή, οι αστυνομικοί βάσει των καταθέσεων αλλά και των στοιχείων που τους έχουν γνωστοποιηθεί έχουν λοκάρει έναν άνδρα περίπου 35 ετών, για τον οποίο όμως δεν έχουν προς το παρόν όλα τα δεδομένα, που θα τους οδηγήσει στην ταυτοποίησή του.
Παράλληλα, ψάχνουν και τα άτομα, τα οποία είχαν αναλάβει το ρόλο των μεταφορέων, των ανθρώπων δηλαδή που πήγαν τα πολεμοφόδια στο γήπεδο αλλά και αυτούς που έριξαν τις φωτοβολίδες και τις μολότοφ. Συνολικά, οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι οι παραπάνω ρόλοι είχαν κατανεμηθεί σε 5 ή 6 άτομα.
Φυσικά, οι αστυνομικοί είναι πολύ προσεκτικοί για να κάνουν το επόμενο βήμα και να προχωρήσουν σε νέες συλλήψεις, καθώς θέλουν να έχουν «δεμένα» από όλες τις πλευρές τα ύποπτα άτομα. Για το λόγο αυτό ελέγχουν ενδελεχώς μαρτυρίες, βίντεο, περιμένουν αποτελέσματα από τα εγκληματολογικά εργαστήρια, ενώ θα αναλύσουν και τα δεδομένα από τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας στη γύρω περιοχή, προκειμένου να διαπιστωθεί η παρουσία ύποπτων ατόμων κοντά στο γήπεδο, την ώρα των επεισοδίων.
Στο μεταξύ, σήμερα το πρωί, Τετάρτη (13.12.23) στη ΓΑΔΑ οδηγήθηκε και ο μικρότερος αδερφός του 18χρονου, ο οποίος έδωσε συμπληρωματική κατάθεση, ενώ δεν αποκλείεται τις επόμενες ώρες να περάσουν κι άλλα άτομα, τα οποία εμπλέκονται στην υπόθεση με διάφορους τρόπους.
«Πολλοί από αυτούς που βγήκαν, κρατούσαν στα χέρια τους φωτοβολίδες, μολότοφ και πέτρες. Τους είδα ότι πήγαιναν στο μέρος, όπου ήταν μαζεμένοι οι αστυνομικοί και κατάλαβα ότι θα γίνουν επεισόδια. Φώναξα στον Νίκο να γυρίσει πίσω, αλλά εκείνος δεν ήρθε», φέρεται να είπε κατά τη διάρκεια της πρώτης κατάθεσής του στους αστυνομικούς ο μικρότερος αδερφός του 16χρονου και συμπληρώνοντας είχε τονίσει: «Όταν επέστρεψε ο Νίκος, ήταν πολύ τρομαγμένος. Μας είπε ότι πήγε να ρίξει μία φωτοβολίδα, όμως αντί να τη ρίξει στον αέρα, την έριξε κατά λάθος στο πόδι αστυνομικού. Του την είχε δώσει κάποιος άλλος οπαδός που δεν γνώριζε και του είπε να τη ρίξει προς τη μεριά των αστυνομικών. Αυτός, ήθελε να τη ρίξει ψηλά στον αέρα, όμως, επειδή δεν το είχε ξανακάνει, του ξέφυγε και χτύπησε πρώτα κάπου αλλού και μετά βρήκε τον αστυνομικό στο πόδι».