Μαζί με το 2023, μετράει αντίστροφα ο χρόνος για το «χτίσιμο» του αφορολόγητου, μέσω των ηλεκτρονικών αποδείξεων.
Το σύνολο των αποδείξεων που όφειλαν να προσκομίσουν οι αυτοαπασχολούμενοι υπολογίζονταν με βάση το ύψος των καθαρών κερδών που δήλωναν, ενώ μετά τις ανατροπές στο φορολογικό καθεστώς τους αυτό θα υπολογίζεται με βάση το τεκμαρτό εισόδημα, το οποίο θα είναι υψηλότερο. Κατά συνέπεια, υψηλότερα, θα είναι και τα ποσά των αποδείξεων για ηλεκτρονικές αγορές που θα πρέπει να προσκομίσουν.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, κάθε φορολογούμενος που είναι μισθωτός, συνταξιούχος, κατά κύριο επάγγελμα αγρότης ή αυτοαπασχολούμενος καθώς και κάθε φορολογούμενος με εισοδήματα από ενοίκια ακινήτων πρέπει να έχει πραγματοποιήσει έως το τέλος του τρέχοντος έτους δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών συνολικού ύψους ίσου με ποσοστό 30% του ετησίου ατομικού πραγματικού εισοδήματός του.
Αν οι επαγγελματίες δεν καταφέρουν να πραγματοποιήσουν δαπάνες με ηλεκτρονικό χρήμα που να καλύπτουν το 30% του τεκμαρτού εισοδήματος, θα πληρώσουν έξτρα φόρο 22% για τις αποδείξεις που θα λείπουν.
Ποιες αποδείξεις δίνουν πρόσθετη έκπτωση
Οι πληρωμές που δίνουν την έξτρα έκπτωση με ηλεκτρονικό χρήμα αφορούν αποδείξεις από 20 κατηγορίες επαγγελμάτων στις οποίες περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι εργασίες υδραυλικού, ψυκτικού, συντηρητή θέρμανσης, ηλεκτρολόγου, μόνωσης, τοιχοποιίας, σοβατίσματος, τοποθέτησης πλακιδίων, ταξί, κομμωτήρια, κουρεία και καταστήματα ομορφιάς, σχολές χορού.
Οι δαπάνες για επισκέψεις σε ιατρούς, οδοντιάτρους, ορθοδοντικούς οστεοπαθητικούς, χειροπράκτες, οφθαλμίατρους, χειροποδιστές, ποδολόγους και για άλλες υπηρεσίες ιατρικού χαρακτήρα, μετράνε διπλά για την κάλυψη του 30% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος με ηλεκτρονικές δαπάνες.
Από το φορολογητέο εισόδημα του φυσικού προσώπου από μισθωτή εργασία και συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα και ακίνητη περιουσία, αποκλειστικά και μόνο για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, αφαιρείται αναλογικά ποσό ίσο με 30% των δαπανών για υπηρεσίες από συγκεκριμένα επαγγέλματα.
Το ποσό που αφαιρείται από το εισόδημα δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 5.000 ευρώ ετησίως ούτε να είναι υψηλότερο από το πραγματικό εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα και ακίνητη περιουσία.
Το ποσό των δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δηλώνεται ατομικά από κάθε σύζυγο ή από κάθε μέρος συμφώνου συμβίωσης. Σε περίπτωση κοινής δήλωσης όπου το απαιτούμενο ποσό δαπανών καλύπτεται από οποιονδήποτε εκ των δύο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, το τυχόν πλεονάζον ποσό δύναται να μεταφερθεί στον άλλον σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του απαιτούμενου ποσού δαπανών