Στην καρδιά της δικαστικής αίθουσας, η εισαγγελέας έθεσε υπό αμφισβήτηση το πένθος της Ρούλας Πισπιρίγκου μετά το θάνατο της μικρής Μαλένας. Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, η εισαγγελική λειτουργός υποστήριξε με σθένος ότι η κατηγορούμενη δεν επέδειξε καμία ένδειξη θλίψης, εστιάζοντας αποκλειστικά στην αγωνία της για τα αποτελέσματα της ιατροδικαστικής εξέτασης.
Η εισαγγελέας εξέφρασε έντονες αμφιβολίες για το βάθος του πένθους της Πισπιρίγκου, παραθέτοντας συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως το ταξίδι της στην Ιταλία ένα μήνα μετά το θάνατο της κόρης της, τα οποία δεν συνάδουν με τον ισχυρισμό της για βαθιά θλίψη. Τόνισε ότι το μόνο άγχος της κατηγορουμένης ήταν το αποτέλεσμα της ιατροδικαστικής εξέτασης, παρά το πένθος που διακήρυττε.
Παράλληλα, η εισαγγελέας παρουσίασε λεπτομερή στοιχεία για την υγεία της Μαλένας, αμφισβητώντας τους ισχυρισμούς για προβλήματα υγείας πριν τον θάνατό της, και έκανε λόγο για την απουσία αναφορών για παθολογικά προβλήματα προς τους γιατρούς.
Η ιατροδικαστική έκθεση της Χριστίνας Τσάκωνα αμφισβητήθηκε έντονα, με την εισαγγελέα να την κατηγορεί για “υποθετικά” και “κατά φαντασία” συμπεράσματα, υπογραμμίζοντας τις αντιφάσεις στην επικοινωνία της Πισπιρίγκου με την ιατροδικαστή Τσάκωνα και επισημαίνοντας την φυσιολογική κλινική εικόνα του παιδιού πριν τον θάνατο.
Η εισαγγελέας αμφισβήτησε τους ισχυρισμούς για σπασμούς της Μαλένας, υποστηρίζοντας ότι οι ιατρικές εξετάσεις δεν επιβεβαίωσαν κάτι τέτοιο, και εξέφρασε επίσης αμφιβολίες για την αιφνίδια θανατηφόρα ηπατική ανεπάρκεια. Παρά τις μαρτυρίες για το ρόλο της Πισπιρίγκου ως “άψογης” και “υπερπροστατευτικής” μητέρας, η εισαγγελέας έθεσε υπό αμφισβήτηση την εικόνα της, ιδίως μετά το θάνατο της Μαλένας.