Ξανάρχεται στην επιφάνεια η χρησιμότητα του αγωγού East Med, σύμφωνα με δημοσίευμα της ιταλικής Corrierre.
To προτζεκτ, το οποίο για χρόνια παρέμεινε στη λήθη, με φόντο και την επισφαλή γεωπολιτική ισορροπία στην περιοχή, φαίνεται πως έχει ξαναπάρει σύμφωνα με τους Ιταλούς το πράσινο φως από τις ΗΠΑ.
Η αλλαγή στις γεωπολιτικές ισορροπίες, μετά την ρωσοουκρανική σύγκρουση επανέφερε στην επιφάνεια την χρησιμότητα της δημιουργίας του East Med.
O αγωγός της εταιρείας IGI Poseidon SA (50% της ιταλικής Edison, 50% της ελληνικής Depa International Projects) θα ονομάζεται EastMed-Poseidon (το τμήμα Ποσειδών είναι μόνο το τελευταίο τμήμα, 210 χιλιόμετρων, μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας) και αφορά σε συνολική επένδυση 6 δισ. δολαρίων.
Ο αγωγός συνολικού μήκους 1.900 χιλιόμετρων θα μπορεί να μεταφέρει έως και 12 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως και θα είναι δυνητικά επεκτάσιμος στο μέγιστο όριο 20 δισεκατομμύριων κυβικών μέτρων.
Μάλιστα, το έργο είναι έτοιμο για τη φάση κατασκευής, έχοντας λάβει όλες τις απαραίτητες περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις και άδειες τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα.
Μια φράση του επικεφαλής των εξωτερικών υποθέσεων του υπουργείου ενέργειας των ΗΠΑ, Άντριου Λάιτ ήταν αυτή που άλλαξε τις ισορροπίες.
«Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, θα ρίξουμε μια νέα ματιά σε όλα. Δεν πρόκειται μόνο για την πράσινη μετάβαση, αλλά και για τη μετάβαση από τη Ρωσία», ανέφερε πριν από λίγες μέρες ο Αμερικανός αξιωματούχος.
Αναφορικά με τον East Med, ο Νίκολα Μόντι, Διευθύνων Σύμβουλος της Edison, υπογράμμισε πώς το έργο για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Eastmed-Poseidon που σχεδιάστηκε για τη μεταφορά φυσικού αερίου από τα κοιτάσματα του Ισραήλ στην Ευρώπη, περνώντας από την Κύπρο και την Ελλάδα στην Ιταλία, θα πρέπει «να επανέλθει σήμερα στο επίκεντρο της προσοχής, διότι είναι το μόνο πραγματικό έργο διαφοροποίησης πηγών αερίου και είναι πιο κοντά στην ευρωπαϊκή αγορά».
Το έργο Eastmed, πρόσθεσε, «ήταν εφικτό και ανταγωνιστικό ακόμη και πριν, αλλά, ακόμη περισσότερο, είναι σήμερα», εξήγησε.
Είναι ένα «έργο που θα μπορούσε να ολοκληρωθεί μέσα σε τέσσερα χρόνια», κατέληξε.