«Κατάληψη εδαφών» και «άσκηση κυριαρχίας» στη νεκρή ζώνη, είναι τα δυο κλειδιά στα οποία η κατοχική Τουρκία στηρίζει τη διαχείριση της και στο θέμα του δρόμου Άρσους- Πύλας. Πρόκειται για δυο άξονες, οι οποίοι αποτελούν βασικό εργαλείο για την προώθηση των στρατηγικών στόχων της κατοχικής δύναμης και συνδέονται με την επιμονή της Άγκυρας για αναγνώριση «κυριαρχικής ισότητας» και «ίσου διεθνούς καθεστώτος».
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
ΠΗΓΗ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΥΠΡΟΥ
Η κρίση, που επέλεξε να προκαλέσει ο Ερντογάν στην περιοχή της Πύλας, συνιστά μια δοκιμή για τις αντοχές της Λευκωσίας και της διεθνούς κοινότητας ενώ είναι σαφές πως με την ενέργεια αυτή, η Άγκυρα αποσκοπεί στα εξής:
Πρώτον, να καταλάβει έδαφος της νεκρής ζώνης και να επεκτείνει την κυριαρχία της «ΤΔΒΚ».
Δεύτερον, η υλοποίηση αυτών των επιδιώξεων, ενισχύει τον μεγάλο σχεδιασμό και δημιουργεί εντυπώσεις πως όλα γίνονται από το ψευδοκράτος. Να αναδειχθεί, δηλαδή, ο «κυρίαρχος ρόλος» της αποσχιστικής οντότητας.
Τρίτον, η επέκταση του κατεχόμενης περιοχής σε όλη την περιοχή της νεκρής ζώνης, προσφέρει στρατιωτικό πλεονέκτημα καθώς, εκτός των άλλων, οι δυνάμεις της Τουρκίας θα βρίσκονται πολύ κοντά στον αυτοκινητόδρομο Λάρνακας- Αμμοχώστου και στη θάλασσα. Παλαιότερα γινόταν λόγος ότι οι κατοχικές δυνάμεις στόχευαν να αποκόψουν τις δυο επαρχίες.
Όλα από την Τουρκία
Παρά την προσπάθεια από πλευράς της Άγκυρας να δοθεί η εντύπωση ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται από την αποσχιστική οντότητα, η πραγματικότητα είναι προδήλως πολύ διαφορετική. Όλοι σχεδιασμοί ανήκουν στην Τουρκία και οι αποφάσεις λαμβάνονται στην Άγκυρα και μεταβιβάζονται στο κατοχικό καθεστώς. Εκείνος, ο οποίος έχει το πάνω χέρι στη διαχείριση στα κατεχόμενα, είναι ο λεγόμενος πρέσβης της Τουρκίας, Μετίν Φεϊζίογλου. Αυτός «μοιράζει παιχνίδι» και εφαρμόζει το σχέδιο της Άγκυρας.
Στους τρίτους επιχειρείται, σκοπίμως, να δοθεί η εντύπωση πως τη διαχείριση κάνει ο «υπουργός» Εξωτερικών, Ταχσίν Ερτογρούλογλου (ο Τατάρ περιορίζεται σε δηλώσεις στήριξης). Όχι τυχαία έχει οριστεί από την Άγκυρα ο Ερτογρούλογλου. Παρουσιάζεται ότι εκπροσωπεί το ψευδοκράτος, που υποτίθεται διαχειρίζεται το θέμα και όχι την τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Παράλληλα, από την πλευράς του καθεστώτος της Άγκυρας η επιλογή του συγκεκριμένου, γίνεται και για σκοπούς εσωτερικών ισορροπιών ενώ ο Ερτογρούλογλου θεωρείται ότι «αφομοιώνει» καλύτερα ( από τον Τατάρ ενδεχομένως) τις οδηγίες και τις προωθεί.
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτή η κρίση; Οι τουρκικές κινήσεις βρήκαν «έτοιμη από καιρό» τη Λευκωσία, η οποία φρόντισε να ενημερώσει εκ των προτέρων το διεθνή παράγοντα και είναι προφανές πως οι πολιτικές και διπλωματικές της παρεμβάσεις έχουν αποτέλεσμα.
Ακόμη και προ της εκδόσεως της ανακοίνωσης του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, την περασμένη Δευτέρα, αναπτύχθηκαν πολλές διπλωματικές πρωτοβουλίες και έγιναν πολλές κινήσεις. Το βάρος ανέλαβε ο ειδικός αντιπρόσωπος του ΟΗΕ στην Κύπρο, Κόλιν Στιούαρτ, που άσκησε διπλωματία του «πήγαινε- έλα».
Η Κυπριακή Δημοκρατία επιμένει πως η όποια φόρμουλα εξευρεθεί θα πρέπει να διασφαλίζει τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός, τα όρια της νεκρής ζώνης και τα Ηνωμένα Έθνη να ασκούν την αποστολή τους εντός των όρων εντολής τους. Στις ιδέες που διαμορφώθηκαν από τη Λευκωσία ξεκαθαρίζεται ότι υπάρχουν δυνατότητες για κοινές αναπτύξεις εντός της νεκρής ζώνης, που δεν επηρεάζουν το καθεστώς της περιοχής.
Όπως γίνεται και αλλού σε μια συμφωνημένη βάση. Αυτή η προσέγγιση αποτρέπει τις όποιες επιδιώξεις έχει η κατοχική Τουρκία, οι οποίες είναι ξεκάθαρες και φαίνονται επί του εδάφους. Στις διεργασίες διακινούνται ιδέες, με τον ειδικό αντιπρόσωπο του Διεθνούς Οργανισμού, Κόλιν Στιούαρτ, να έχει ρόλο «αγγελιαφόρου». Από τουρκικής πλευράς δεν φαίνεται να υπάρχει επί του παρόντος διάθεση για διαφοροποίηση των σχεδιασμών.
Άλλωστε, το λένε τόσο στην Άγκυρα όσο και στα κατεχόμενα, που επιστρατεύουν διάφορα επιχειρήματα και προσπαθούν να εξισώσουν έργα της Κυπριακής Δημοκρατίας με εκείνα, που είτε έγιναν είτε θέλει να κάνει, το κατοχικό καθεστώς.
Στη Νέα Υόρκη τα δύσκολα;
Είναι σαφές πως το θέμα της κατασκευής του παράνομου δρόμου, της κρίσης που προκλήθηκε από τουρκικής πλευράς, θα απασχολήσει τόσο τις επαφές του Βοηθού Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Μίροσλαβ Γιέτζια, αυτή την εβδομάδα στη Λευκωσία, όσο και το Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη. Εάν, η κρίση της Πύλας, φθάσει να συζητείται μέχρι και το Σεπτέμβριο, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης, τότε θα επισκιάσει τις όποιες άλλες διεργασίες, που θα αφορούν το Κυπριακό.
Τα Ηνωμένα Έθνη, τα οποία έχουν την πλήρη εικόνα των γεγονότων, επιχειρούν να βρουν διέξοδο, επιστρατεύοντας μεταξύ άλλων και παλιές μεθόδους και προσεγγίσεις. Μια λογική, η οποία παραπέμπει σε ένα πάρε-δώσε. Μια λογική, σύμφωνα με την οποία, θα πρέπει να υπάρξουν εκατέρωθεν κινήσεις για «γεφύρωση των διαφορών». Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, η κατοχική δύναμη θα κερδίσει και η Κυπριακή Δημοκρατία θα χάσει.
Τόσο η Γραμματεία του ΟΗΕ όσο και το Συμβούλιο Ασφαλείας φαίνεται να έχουν στην ατζέντα τους το θέμα του διορισμού ειδικού απεσταλμένου για το Κυπριακό. Το θέμα αυτό δεν είναι τωρινό, πλην όμως δεν προχώρησε επειδή το μπλόκαρε η κατοχική δύναμη. Ο διορισμός, πάντως, ειδικού απεσταλμένου δεν μπορεί να συνδεθεί με την κρίση στην Πύλα και στις συζητήσεις για εκτόνωση της κρίσης. Τούτο προληπτικά έσπευσε να το ξεκαθαρίσει η Λευκωσία, που προφανώς δεν θα θέλει να «χρυσοπληρώσει» το διορισμό του απεσταλμένου.