Σοκ στην Άγκυρα προκαλεί η επίσημη διάψευση των ΗΠΑ σχετικά με οποιαδήποτε συμφωνία για το ρωσικό σύστημα αεράμυνας S-400.
Παρά τις προηγούμενες δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Άμυνας Yasar Guler ότι το ζήτημα είχε «επιλυθεί», η Ουάσιγκτον ξεκαθαρίζει ότι η Τουρκία παραμένει εκτός του προγράμματος F-35, ενώ οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν λόγω της αγοράς των S-400 παραμένουν σε πλήρη ισχύ.
Η εξέλιξη αυτή εντείνει την ένταση στις σχέσεις των δύο συμμάχων στο ΝΑΤΟ και φέρνει ξανά στο προσκήνιο τις διαμάχες για τα εξοπλιστικά και την εθνική ασφάλεια.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Nordic Monitor, πρόσφατη επιστολή ανώτερου αξιωματούχου του State Department επιβεβαίωσε ότι η Ουάσιγκτον δεν έχει αλλάξει θέση σχετικά με την απόκτηση του ρωσικού συστήματος αεράμυνας S-400 από την Τουρκία, διαψεύδοντας προηγούμενες δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Άμυνας Yasar Guler, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι το ζήτημα είχε «επιλυθεί».
Η επιστολή, που εστάλη στις 20 Αυγούστου από τον Paul D. Guaglianone, ανώτερο αξιωματούχο του Γραφείου Νομοθετικών Υποθέσεων, προς τον βουλευτή Chris Pappas, επανέλαβε τη συνεχιζόμενη αντίθεση της αμερικανικής κυβέρνησης στην αγορά και κατοχή του S-400 από την Άγκυρα.
«Η θέση των ΗΠΑ για την απόκτηση και συνεχιζόμενη κατοχή του ρωσικού συστήματος S-400 από την Τουρκία δεν έχει αλλάξει», έγραψε ο Guaglianone, απαντώντας σε ερώτημα που αφορούσε τις αμερικανικές κυρώσεις και το μέλλον της Τουρκίας στο πρόγραμμα μαχητικών F-35.
Πρόσθεσε ότι οι προϋποθέσεις για την επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα F-35 είναι «καλά γνωστές», συμπεριλαμβανομένων όσων προβλέπει το Άρθρο 1245 του Νόμου Εξουσιοδότησης Εθνικής Άμυνας του 2020.
Η επιστολή ξεκαθαρίζει ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν εγκρίνει ούτε αποδεχθεί τη στάση της Τουρκίας για τους S-400 και ότι η Ουάσιγκτον συνεχίζει να θεωρεί το σύστημα ασύμβατο με τα αμυντικά συστήματα του ΝΑΤΟ, αλλά και με την αμερικανική νομοθεσία, βάσει του νόμου CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act).
Τι είχε δηλώσει ο Guler
Η αμερικανική διευκρίνιση έρχεται μετά τη δήλωση του Guler στο κοινοβούλιο στις 26 Νοεμβρίου 2024, ότι η Τουρκία και οι ΗΠΑ είχαν «καταλήξει σε συναίνεση» για τους S-400 και ότι το ζήτημα «δεν αποτελούσε πλέον πρόβλημα».
Ο Guler είχε επίσης ισχυριστεί ότι η Ουάσιγκτον είχε επανεξετάσει τη στάση της σχετικά με την πώληση F-35 στην Τουρκία, λόγω της προόδου στο εγχώριο τουρκικό μαχητικό πέμπτης γενιάς KAAN.Ωστόσο, η επιστολή Guaglianone δείχνει ότι δεν υπάρχει καμία τέτοια συμφωνία. Αντιθέτως, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να συνδέουν την πρόσβαση της Τουρκίας στο πρόγραμμα F-35 με την επίλυση του ζητήματος της κατοχής των S-400.
Η Τουρκία αποβλήθηκε επισήμως από το πρόγραμμα F-35 Joint Strike Fighter το 2021, αφού παρέλαβε το ρωσικό σύστημα S-400 τον Ιούλιο του 2019.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είχαν επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι το ρωσικό σύστημα εγκυμονεί κινδύνους για τις επιχειρήσεις της Συμμαχίας και θα μπορούσε ενδεχομένως να συλλέγει πληροφορίες για τα F-35.
Πριν την αποβολή της, η Τουρκία ήταν εταίρος παραγωγής στο πρόγραμμα και είχε επενδύσει περίπου 1,4 δισ. δολάρια.
Είχε παραγγείλει πάνω από 100 F-35. Μετά τον αποκλεισμό της, έξι αεροσκάφη που είχε ήδη πληρώσει κρατήθηκαν στις ΗΠΑ, όπου παραμένουν αποθηκευμένα.Η Ουάσιγκτον φέρεται να ζητά περίπου 30 εκατ. δολάρια από την Άγκυρα για κόστος συντήρησης και φύλαξης.
Η Τουρκία έχει απαιτήσει επιστροφή των 1,4 δισ. δολαρίων που κατέβαλε, καθώς και αποζημιώσεις για τις ζημιές που, όπως υποστηρίζει, προκλήθηκαν από την αποβολή της από το πρόγραμμα.
Στην επιστολή του, ο Guaglianone επανέλαβε ότι η κυβέρνηση Τραμπ, όπως και οι επόμενες κυβερνήσεις, παραμένουν πλήρως δεσμευμένες στην εφαρμογή του νόμου CAATSA, που θεσπίστηκε το 2017 και επιβάλλει κυρώσεις σε χώρες που πραγματοποιούν σημαντικές συναλλαγές με τον ρωσικό αμυντικό τομέα.
Κυρώσεις
Στις 14 Δεκεμβρίου 2020, οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στην τουρκική Προεδρία Αμυντικής Βιομηχανίας (Savunma Sanayii Başkanlığı) και σε αρκετούς ανώτερους αξιωματούχους λόγω της αγοράς των S-400.
Οι κυρώσεις αυτές παραμένουν σε ισχύ. Ο Guaglianone σημείωσε ότι η Ουάσιγκτον έχει «ξεκάθαρα μεταφέρει τα βήματα που θα πρέπει να ακολουθηθούν στην τρέχουσα αξιολόγηση της εφαρμογής των κυρώσεων του CAATSA», χωρίς ωστόσο να αναφερθεί σε αλλαγές στα ισχύοντα μέτρα.
Αν και η Άγκυρα παρέλαβε δύο συστοιχίες S-400 από τη Ρωσία έναντι συνολικού κόστους 2,5 δισ. δολαρίων, Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν επιβεβαιώσει ότι το σύστημα παραμένει ανενεργό.
Ο Guler έχει δηλώσει ότι οι προετοιμασίες για ανάπτυξη έχουν ολοκληρωθεί, με υπόγειες εγκαταστάσεις αποθήκευσης και προκαθορισμένες τοποθεσίες έτοιμες, και ότι το σύστημα θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί μέσα σε 12 ώρες αν δοθεί εντολή.
Ωστόσο, το σύστημα δεν περιλαμβάνεται στη νέα στρατηγική αεράμυνας της Τουρκίας, γνωστή ως Steel Dome project, που εγκρίθηκε τον Αύγουστο του 2024. Η πρωτοβουλία στοχεύει στην ενίσχυση της τουρκικής αντιαεροπορικής άμυνας, αλλά αποκλείει τους S-400.
Παράλληλα με τη διαμάχη για τους S-400, η Τουρκία συνεχίζει να προσαρμόζει τα σχέδιά της για τις προμήθειες άμυνας.
Τον Νοέμβριο 2024, ο Guler ανακοίνωσε ότι η Τουρκία θα εγκαταλείψει το σχέδιο εκσυγχρονισμού 79 μαχητικών F-16 με αμερικανικά κιτ, με τον εκσυγχρονισμό να πραγματοποιείται πλέον εγχώρια από την Turkish Aerospace Industries.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία προχωρά στην αγορά 40 νέων F-16 Block 70 Viper με τα αντίστοιχα πυρομαχικά, σε συμφωνία αξίας 6,5 – 7 δισ. δολαρίων.
Η Άγκυρα επιδιώκει επίσης την απόκτηση Eurofighter Typhoon, στο πλαίσιο της διαφοροποίησης των προμηθευτών της.
Στις 23 Ιουλίου, οι υπουργοί Άμυνας της Τουρκίας και του Ηνωμένου Βασιλείου υπέγραψαν μνημόνιο κατανόησης που προβλέπει την αποδοχή της Τουρκίας ως χρήστη του Eurofighter.
Η Γερμανία, που προηγουμένως είχε μπλοκάρει την πώληση, ήρε το βέτο της.
Το Eurofighter κατασκευάζεται από κοινοπραξία Ηνωμένου Βασιλείου, Ιταλίας, Ισπανίας και Γερμανίας.
