Οι απόπειρες δολοφονίας πολιτικών είναι στην Ιαπωνία ένα εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο. Η δολοφονική επίθεση που δέχθηκε ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας Σίνζο Άμπε, με αποτέλεσμα να καταλήξει παρά τις επίμονες προσπάθειες των γιατρών, θυμίζει μια χρονιά μεγάλης πολιτικής έντασης όταν πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο παππούς του Άμπε.
Ήταν 1960, ο Σίνζο Άμπε ήταν μόλις έξι ετών, και η χώρα βίωνε αναταραχή με συνεχείς αντικυβερνητικές διαδηλώσεις κατά της Συνθήκης Αμοιβαίας Συνεργασίας και Ασφάλειας μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιαπωνίας (ANPO), όταν ο Νομπουσούκε Κίσι, πρωθυπουργός της Ιαπωνίας και παππούς του Άμπε από την πλευρά της μητέρας του, δέχθηκε επίθεση με μαχαίρι έξω από την πρωθυπουργική κατοικία στο Τόκιο.
Ο Κίσι επέζησε αλλά λίγες μέρες αργότερα υποχρεώθηκε σε παραίτηση υπό την πίεση των διαμαρτυριών.
Ο δράστης της επίθεσης, ένας 65χρονος άνεργος που ονομαζόταν Ταμάκι Αραμάκι τον μαχαίρωσε έξι φορές στον μοιρό χωρίς όμως να καταφέρει να πλήξει κεντρική αρτηρία. Έτσι, ο Κίσι γλίτωσε με τριάντα ράμματα.
Ο Αραμάκι που συνελήφθη επί τόπου, δήλωσε ένοχος: “Ναι, τον μαχαίρωσα έξι φορές αλλά αν τον ήθελα νεκρό απλώς θα τον είχα σκοτώσει”, έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής μεταφέροντας την κυνική ομολογία του στους δικαστές. Ο δράστης προσέθετε ότι ήθελε να τον κάνει να καταλάβει τις ευθύνες του για την αναταραχή που βίωνε η χώρα αλλά και τον θάνατο μιας διαδηλώτριας, της κομμουνίστριας φοιτήτριας Μιτσίκο Κάμπα.
Πολλά χρόνια αργότερα, η κόρη του Γιόκο και μητέρα του Άμπε, είχε γράψει ότι ο Αραμάκι ήταν “ένας πληρωμένος δολοφόνος, που ήξερε να χρησιμοποιεί μαχαίρι, τον προσέλαβε κάποιος που μισούσε τον πατέρα μου και ήθελε να τον βλάψει”.
Τι έλεγε ο Άμπε για τον παππού και την επιρροή που του είχε ασκήσει
Ο Σίνζο Άμπε, ένας φιλελεύθερος πολιτικός, αναφερόταν συχνά στον παππού του σε ομιλίες και αναρτήσεις στο Facebook. Ήταν για αυτόν μια βαριά κληρονομιά που όμως, κατά κάποιο τρόπο, έγινε ο συνεχιστής της.
Όπως έγραψε σε ένα βιβλίο του το 2006, μεγαλώνοντας άκουγε επικριτικά σχόλια ότι ο παππούς του ήταν “εγκληματίας πολέμου” και η “ενσάρκωση του αντιδραστικού συντηρητισμού” και σημείωνε ότι αυτό μπορεί να είχε “το αντίθετο αποτέλεσμα και να με έκανε να αγκαλιάσω τον συντηρητισμό”.
Όταν ο 2020 παραιτήθηκε υπό το βάρος της σκληρής κριτικής για την διαχείριση της πανδημίας αλλά και οικονομικών σκανδάλων που έπλητταν την κυβέρνηση, ο Άμπε είχε δηλώσει: “Από εδώ και στο εξής, θέλω να θυσιαστώ ως ένας βουλευτής που θα κάνει τον αληθινό συντηρητισμό να ριζώσει στην Ιαπωνία”.