Η Ελληνική Δημοκρατία της Νότιας Κύπρου εξετάζει το ενδεχόμενο να συμβάλει σε μια προτεινόμενη Διεθνή Δύναμη Σταθεροποίησης (ISF) για τη Γάζα. Η συζήτηση αναδεικνύει όχι μόνο την αβεβαιότητα γύρω από την εντολή της δύναμης, αλλά και τους διαρθρωτικούς και πολιτικούς περιορισμούς που διαμορφώνουν την ασφάλεια της Ελληνοκυπριακής Δημοκρατίας.
Ο Ελληνοκύπριος Υπουργός Εξωτερικών, Κωνσταντίνος Κόμπος, σε συνέντευξή του στις 11 Δεκεμβρίου, εξέφρασε υπό όρους ανοιχτότητα, τονίζοντας την ανάγκη για σαφήνεια σχετικά με την αποστολή, τη δομή διοίκησης και τους κανόνες εμπλοκής της δύναμης. Αυτές οι προϋποθέσεις αντικατοπτρίζουν ευρύτερες ανησυχίες που συμμερίζονται διάφοροι πιθανοί συνεισφέροντες, ιδίως μικρότερα κράτη με περιορισμένη στρατιωτική ικανότητα και ανεπίλυτες περιφερειακές διαφορές.
Για ένα μικρό κράτος μέλος της ΕΕ με ανεπίλυτες πολιτικές προκλήσεις και προκλήσεις ασφαλείας στο εσωτερικό και σύνθετες περιφερειακές εμπλοκές στο εξωτερικό, η απόφαση έχει στρατηγικές, νομικές και διπλωματικές συνέπειες που εκτείνονται πολύ πέρα από τη Γάζα.
Η ασάφεια της εντολής αυξάνει τους κινδύνους της αιφνίδιας εμφάνισης της αποστολής.
Η Ελληνοκυπριακή Δημοκρατία έχει δώσει έντονη έμφαση στην ανάγκη για μια σαφώς καθορισμένη εντολή πριν από την εξέταση της συμμετοχής στην ISF. Η ανησυχία επικεντρώνεται στο εάν η δύναμη θα λειτουργήσει ως μηχανισμός σταθεροποίησης και παρακολούθησης ή θα αναλάβει έναν ρόλο με έντονη επιβολή.
Οι τρέχουσες συζητήσεις υποδηλώνουν ότι οι Δυνάμεις Εσωτερικής Ασφάλειας (ISF) θα μπορούσαν να αναλάβουν τον αφοπλισμό της Χαμάς και άλλων ένοπλων ομάδων, μια αποστολή που θα ωθούσε τη δύναμη πέρα από την παραδοσιακή διατήρηση της ειρήνης σε ενεργές επιχειρήσεις ασφαλείας. Μια τέτοια διευρυμένη εντολή θα εξέθετε τα συμβαλλόμενα κράτη σε νομικούς και πολιτικούς κινδύνους.
Για την ελληνική πλευρά της Κύπρου, η συμμετοχή σε μια επιχείρηση με ασαφή όρια θα μπορούσε να αποδειχθεί δύσκολο να δικαιολογηθεί εσωτερικά και διπλωματικά. Η απροθυμία πολλών περιφερειακών κρατών να δεσμεύσουν στρατεύματα υπογραμμίζει ότι το εύρος της αποστολής παραμένει αμφισβητούμενο.
Επιπλέον, το νότιο τμήμα του νησιού έχει επί του παρόντος πολλές αντίθετες φωνές στο εσωτερικό λόγω της απόφασής του να επιτρέψει τη βρετανική βοήθεια στην εκστρατεία του Ισραήλ στη Γάζα.
Εσωτερικοί περιορισμοί και η πολιτική πραγματικότητα του νησιού
Ο στρατιωτικός υπολογισμός της Ελληνοκυπριακής πλευράς διαμορφώνεται από το άλυτο πολιτικό καθεστώς του νησιού και την ύπαρξη δύο αυτοδιοικούμενων οντοτήτων.
Αυτή η διαίρεση δεν είναι απλώς συμβολική. Έχει άμεσες επιπτώσεις στην ετοιμότητα των δυνάμεων και τον αμυντικό σχεδιασμό. Η Ελληνοκυπριακή πλευρά αισθάνεται ότι πρέπει να λάβει υπόψη μια επιθετική στάση στο νησί, ενώ παράλληλα διαχειρίζεται μια άλυτη πολιτική διαδικασία μεταξύ των δύο κοινοτήτων.
Ως αποτέλεσμα, η διαθέσιμη στρατιωτική ικανότητα για ανάπτυξη στο εξωτερικό είναι περιορισμένη. Οποιαδήποτε παρατεταμένη εξωτερική αποστολή θα μπορούσε να επιβαρύνει τους πόρους και να εγείρει ανησυχίες σχετικά με τη διατήρηση της ισορροπίας και της σταθερότητας στο εσωτερικό, καθιστώντας τις ξένες αναπτύξεις πολιτικά ευαίσθητες.
Ο ρόλος της Τουρκίας περιπλέκει τη συμμετοχή στις ISF
Το ζήτημα της πιθανής εμπλοκής της Τουρκίας στις ISF περιπλέκει περαιτέρω τις επιλογές της Ελληνοκυπριακής πλευράς. Η Άγκυρα παραμένει κεντρικός παράγοντας ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και εγγυήτρια δύναμη για τους Τουρκοκύπριους, δίνοντάς της σημαντικό περιφερειακό βάρος.
Εάν η Τουρκία συμπεριληφθεί στις ISF, η συμμετοχή των Ελληνοκυπρίων θα καταστεί πολιτικά αβάσιμη δεδομένης της απουσίας αμοιβαίας αναγνώρισης και των συνεχιζόμενων διαφορών. Αντίθετα, ο αποκλεισμός της Τουρκίας θα υπονόμευε την επιχειρησιακή αξιοπιστία της δύναμης, καθώς η Άγκυρα διαθέτει έναν από τους πιο έμπειρους στρατούς της περιοχής.
Αυτή η δυναμική αφήνει στην ελληνική Κύπρο περιορισμένο στρατηγικό περιθώριο ελιγμών, καθώς η συμμετοχή στις Δυνάμεις Εσωτερικής Ασφάλειας (ISF) ενέχει τον κίνδυνο εμπλοκής σε ευρύτερες περιφερειακές αντιπαλότητες αντί να προσφέρει ουσιαστική επιρροή στις μελλοντικές ρυθμίσεις ασφαλείας της Γάζας.
Υπάρχουσα έκθεση μέσω των βρετανικών βάσεων και της ισραηλινής συνεργασίας
Η ελληνική Κύπρος παίζει ήδη έμμεσο ρόλο στο περιφερειακό περιβάλλον ασφάλειας μέσω των κυρίαρχων περιοχών βάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου στο νησί, ιδίως στο Ακρωτήρι. Αυτές οι εγκαταστάσεις έχουν συνδεθεί με επιχειρήσεις αναγνώρισης και υλικοτεχνικής υποστήριξης που συνδέονται με τη Γάζα και την ευρύτερη περιοχή.
Ταυτόχρονα, η αμυντική συνεργασία μεταξύ της ελληνικής Κύπρου και του Ισραήλ έχει επεκταθεί σταθερά τα τελευταία χρόνια. Αυτή η συνεργασία έχει αυξήσει τη στρατηγική ορατότητα του νησιού χωρίς να συνεπάγεται άμεσους μαχητικούς ρόλους.
Μια άμεση ανάπτυξη στρατευμάτων στη Γάζα θα αποτελούσε μια σημαντική κλιμάκωση της εμπλοκής, μετατοπίζοντας την ελληνική Κύπρο από έναν περιφερειακό παράγοντα σε έναν ενεργό συμμετέχοντα. Μια τέτοια κίνηση θα αύξανε τους κινδύνους ασφαλείας και την διπλωματική έκθεση, προσφέροντας παράλληλα περιορισμένη επιρροή στην μεταπολεμική πολιτική τάξη στη Γάζα.
