Ερώτηση Δ.Κωνσταντακόπουλου
«Κύριε Πρόεδρε προέρχομαι από την Ελλάδα, μια χώρα που, είμαι βέβαιος ότι θα συμφωνήσετε μαζί μου, δεν έχει άλλη επιλογή από το να παραμείνει αδελφή και φίλη της Ρωσίας, για λόγους που δεν μπορούμε να αποφύγουμε. Είναι τμήμα της βαθύτερης πολιτιστικής και ιστορικής μας ταυτότητας. Θέλω να σας ρωτήσω το εξής: Πριν 40 χρόνια τόσο το ευρωπαϊκό μοντέλο του Κεϋνσιανού καπιταλισμού του κράτους πρόνοιας, όσο και το σοβιετικό υπερσυγκεντρωτικό σύστημα κατέρρευσαν.
Στις τέσσερις δεκαετίες που μεσολάβησαν από τότε, είδαμε τον πολλαπλασιασμό των οικονομικών κρίσεων, των πολέμων, των οικολογικών κρίσεων και πολλών άλλων προβλημάτων. Διερωτώμαι αν δεν ήρθε η ώρα να προσανατολιστούμε προς ένα είδος σχεδιασμένης οικονομίας σε εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Δεν εννοώ τις σκληρώσεις του παρελθόντος, αυτό το είδος κάπως «στρατιωτικού σοσιαλισμού». Εννοώ ένα σύστημα όπως αυτό που σχολιάσατε για την Κίνα, ένα σύστημα συνδυασμού σχεδίου και αγοράς ή σαν αυτό της Νέας Οικονομικής Πολιτικής που δοκιμάσατε να εφαρμόσετε στη χώρα σας μερικά χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ή ακόμα και την εισαγωγή ορισμένων στοιχείων «σοσιαλισμού», μιας και αναφερθήκατε επίσης στην Επανάσταση στην αρχή της ομιλίας σας».
(Αρχίζοντας την ομιλία του στο Βαλντάι, ο Πρόεδρος της Ρωσίας, για πρώτη φορά από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, το 1991, επεσήμανε την παγκόσμια σημασία της Οκτωβριανής Επανάστασης και την συνέκρινε με την Ολλανδική, την Αγγλική και τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση).
«Όσο πιο οξεία είναι η κρίση, τόσο πιο αναγκαίος είναι ο σχεδιασμός και τόσο πιο ισχυρή η κρατική παρέμβαση που απαιτείται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αναφύονται», μου απήντησε ο κ. Πούτιν και συνέχισε: «Αλλά, όπως ο πλούτος και οι συσσωρευμένοι πόροι αυξάνονται, οι φωνές για μια προσέγγιση που στηρίζεται καθαρά στις αγορές, γίνονται πιο δυνατές. Μετά, ας φανταστούμε, οι φιλελεύθεροι και δημοκράτες έρχονται και αρχίζουν να ξοδεύουν ότι συσσωρεύθηκε από τους συντηρητικούς. Περνάει κάποιος χρόνος και εμφανίζονται ξανά κρίσεις υπερπαραγωγής κυριολεκτικά ή συνδεδεμένες με αυτή, και το όλο επαναλαμβάνεται κυκλικά.
«Κάθε χώρα έχει το κυρίαρχο δικαίωμα να διαμορφώσει τη δική της οικονομική πολιτική. Η Κίνα εκμεταλλεύτηκε τέτοιες ευκαιρίες. Και ξέρετε γιατί πέτυχε; Σε μεγάλο βαθμό πέτυχε γιατί η Κίνα είναι ένα κυρίαρχο κράτος.
«‘Εντούτοις, πολλές από τις σημερινές οικονομίες, για διάφορους λόγους και εξαιτίας των δεσμεύσεών τους με οικονομικές ή στρατιωτικο-πολιτικές συμμαχίες έχουν εθελοντικά παραιτηθεί τμήματος της κυριαρχίας τους. Ως αποτέλεσμα, δεν μπορούν να λάβουν ανεξάρτητες αποφάσεις στα ζητήματα που αφορούν την οικονομία ή την ασφάλειά τους. Δεν σας υποδεικνύω κάτι. Απλά απαντώ στο δικό σας ερώτημα. Σε κάποιο σημείο, το να έχεις τη δραχμή, ένα εθνικό νόμισμα, μπορούσε να είναι μια λογική επιλογή, γιατί θα επέτρεπε μια ρύθμιση των κοινωνικών διαδικασιών, έστω και με κάποιο πληθωρισμό, και θα βοηθούσε να αμβλυνθούν κάποιες εντάσεις, αντί να θέσει όλο το βάρος των οικονομικών προκλήσεων στον πληθυσμό.
«Εντούτοις, η Ελλάδα επέλεξε κάποια στιγμή ένα διαφορετικό δρόμο, υποτασσόμενη στη ρύθμιση μέσω ενός ενιαίου νομίσματος και σε οικονομικές αποφάσεις που λαμβάνονταν στις Βρυξέλλες. Αυτό δεν είναι δικό μας θέμα. Είναι η κυρίαρχη απόφαση του ελληνικού κράτους. Δεν μπορώ εγώ να πω ποιος είναι ο καλύτερος δρόμος υπό αυτές τις συνθήκες. Αλλά ορισμένοι από τους φίλους και τους συναδέλφους μου από την Ευρωπαϊκή ‘Ενωση – ναι, έχω ακόμα λίγους – μου λένε ότι τώρα στις Βρυξέλλες παίρνουν αποφάσεις για τα κράτη – μέλη της ΕΕ που είναι πιο δεσμευτικές από αυτές που έπαιρνε το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ όταν υπήρχε η Σοβιετική Ένωση. Υπάρχουν εδώ τα υπέρ και τα κατά, αλλά δεν επαφίεται σε εμάς να κρίνουμε», κατέληξε ο κ. Πούτιν.