Σκηνές κοσμοσυρροής κατέγραψε σήμερα ο φωτογραφικός φακός στην ιστορική οικία του Ιωάννη Μεταξά στην Κηφισιά, που άνοιξε για το κοινό, από τις 11:00 έως τις 15:00, επ’ αφορμή της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου 1940.
Η εγγονή του, Ιωάννα Φωκά-Μεταξά, άνοιξε το σπίτι του «Όχι» και έβγαζε φωτογραφίες με πολίτες κάθε ηλικίας, που γέμισαν τον χώρο, για να δουν τα κειμήλια και τα υπάρχοντά του, όπως επίσης ιστορικά αρχεία από εφημερίδες και αφιερώματα της εποχής.
Ξενάγηση στο σπίτι του «Όχι»
Εδώ, στην οδό Στρατηγού Δαγκλή 10 στην Κηφισιά, στο διώροφο αρχοντικό με τα κόκκινα τούβλα και τα έντονα μεσαιωνικά, βυζαντινά και γοτθικά στοιχεία, γράφτηκε τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 μία από τις σημαντικότερες και δραματικότερες στιγμές της Σύγχρονης Eλληνικής Ιστορίας. Στους τοίχους του μικρού σαλονιού ακούστηκε το περίφημο: «Alors, c’est la guerre» (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο) του Ιωάννη Μεταξά, που μετουσιώθηκε στο θρυλικό «ΟΧΙ», ένωσε τους Ελληνες και οδήγησε στο έπος του 1940-1941 κερδίζοντας τον παγκόσμιο θαυμασμό.
«Εδώ ο Ιωάννης Μεταξάς την 28η Οκτωβρίου 1940 είπε το ιστορικό ΟΧΙ», αναγράφει η μαρμάρινη πλάκα στην όψη του αρχοντικού, στο οποίο σήμερα διαμένει η εγγονή του πρωθυπουργού-δικτάτορα, Ιωάννα Φωκά-Μεταξά, αρχαιολόγος, ιστορικός και βραβευμένη συγγραφέας. Η ίδια, αεικίνητη και αειθαλής, διανύει το 84ο έτος της ηλικίας της, μας άνοιξε τις πόρτες της θρυλικής «Οικίας του “ΟΧΙ”», όπως αποκαλούν στην Κηφισιά το ιστορικό αρχοντικό, αποκαλύπτοντας λεπτομέρειες για όλα όσα διαδραματίστηκαν στο σύντομο τετ α τετ του Ιωάννη Μεταξά με τον Ιταλό πρεσβευτή Εμανουέλε Γκράτσι εκείνο το ξημέρωμα.
Στο μικρό σαλόνι του ισογείου, φωτογραφίες και προσωπικά ενθύμια του Ιωάννη Μεταξά και η πολυθρόνα που κάθισε ο Γκράτσι λίγο πριν παραδώσει το ιταμό τελεσίγραφο της φασιστικής Ιταλίας. Μια ασπρόμαυρη φωτογραφία δείχνει τον Μεταξά στις σκάλες του σπιτιού να κρατάει στοργικά το χέρι της εγγονής του.
Η είσοδος υπηρεσίας
Αρχικά η κυρία Φωκά μάς δείχνει τη μικρή πόρτα, στη βόρεια πλευρά της οικίας, απ’ όπου μπήκε και βγήκε βιαστικά ο Ιταλός πρέσβης το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940. Πρόκειται για την είσοδο υπηρεσίας και όχι για την κύρια, που οδηγεί η επιβλητική μαρμάρινη κλίμακα στην πρόσοψη του αρχοντικού.
«Ο Μεταξάς έπεσε για ύπνο. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, στις 02:45 τα ξημερώματα, χτυπάει το κουδούνι. Ο έμπιστος φύλακας Τηλέμαχος Τραυλός ενημερώνει τον Μεταξά και εκείνος βγαίνει στη βοηθητική είσοδο. Ολοι ρωτούν γιατί από τη μικρή πόρτα και όχι από την κεντρική. Το έκανε γιατί περιφρονούσε τον Γκράτσι; Οχι. Η απάντηση είναι απλή. Αυτή χρησιμοποιούσε ο ίδιος, επειδή η κουπαστή τον βόλευε στο να ανεβοκατεβαίνει ευκολότερα», μας λέει, μεταφέροντάς μας όλα όσα ακολούθησαν στη συνέχεια. «Ζητάει από τον Γκράτσι να περάσει στο εσωτερικό του σπιτιού και στο σαλόνι, για το οποίο ο Ιταλός διπλωμάτης δίνει μια περιγραφή υποτιμητική, αφού μάλλον δεν του άρεσαν καθόλου τα έπιπλα του σπιτιού, βρίσκοντάς το πολύ φτωχικό και όχι άξιο ενός δικτάτορα όπως ο ίδιος ήξερε από τον Μουσολίνι που έμενε στη βίλα Τορλόνια στη Ρώμη».
Στο σαλόνι του ισογείου που ο Γκράτσι θεώρησε πολύ φτωχικό, ο Μεταξάς ζει ίσως τα πιο δραματικά λεπτά της ζωής του, έχοντας το δικό του ραντεβού με την Ιστορία. «Ο Γκράτσι έκατσε στην πολυθρόνα και ο Μεταξάς δίπλα του, για να έχουν μια εγγύτητα. Αμέσως ο Ιταλός πρέσβης τον ενημέρωσε πως η κυβέρνησή του τού ανέθεσε να παραδώσει ”μια άκρως επείγουσα ανακοίνωση” στον Ελληνα πρωθυπουργό. Δεν μίλησε περισσότερο και του έδωσε το έγγραφο που ο Μεταξάς άρχισε να διαβάζει, με τα χέρια του να τρέμουν ελαφρώς και μέσα από τα γυαλιά του να διακρίνονται τα μάτια του βουρκωμένα», λέει η κυρία Φωκά, περιγράφοντας όλα όσα διαδραματίστηκαν σε εκείνο το σύντομο τετ α τετ. «Του έδωσε το τελεσίγραφο, στο οποίο με λίγα λόγια οι Ιταλοί, και προφανώς ο Μουσολίνι ο ίδιος, κατηγορούσαν την Ελλάδα πως δεν σεβάστηκε την ουδετερότητα που είχε υποσχεθεί πως θα τηρήσει παρέχοντας πολλές διευκολύνσεις στους Αγγλους.
Στο έγγραφο οι Ιταλοί ζητούσαν να περάσουν ανεμπόδιστα τα σύνορα και να καταλάβουν οχυρά σημεία στο ελληνικό έδαφος προκειμένου να βεβαιωθούν πως η Ελλάδα διατηρεί ουδέτερη στάση. Οταν ρωτήθηκε ο Γκράτσι από τον Μεταξά “ποια είναι τα σημεία αυτά”, προκειμένου για να αντλήσει πληροφορίες, ο Ιταλός διπλωμάτης ξαφνιάστηκε απαντώντας: “Δεν ξέρω τίποτα”. Και φυσικά δεν ήξερε. Οπότε του λέει ο Μεταξάς: “Βλέπετε… Εμείς θα αμυνθούμε. Εχουμε πόλεμο”. Το είπε στα γαλλικά: “Alors c’est la guerre” (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο)», λέει η κυρία Φωκά.
Οπως τονίζει η ίδια, η συνάντηση Μεταξά – Γκράτσι δεν πρέπει να κράτησε περισσότερο από 10-15 λεπτά. «Ο Μεταξάς σηκώθηκε και άφησε τον Γκράτσι να προηγηθεί και να φύγει από την ίδια πόρτα, χωρίς όμως να τον χαιρετήσει αυτή τη φορά. Ο Γκράτσι έγραψε τέσσερις γραμμές τελειώνοντας την περιγραφή του ιστορικού τετ α τετ με τον Μεταξά, λέγοντας χαρακτηριστικά: ‘‘Ποτέ στη ζωή μου δεν αισθάνθηκα πιο ταπεινωμένος βλέποντας τον πρεσβύτη’’, εννοώντας τον Μεταξά, “να προτιμάει την πολεμική σύγκρουση από την ατίμωση”», λέει η εγγονή του πρωθυπουργού-δικτάτορα.
Σήμερα στο σαλόνι του σπιτιού διασώζεται η πολυθρόνα όπου είχε καθίσει ο Γκράτσι το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940, όπως και το τηλέφωνο τοίχου, στο μικρό πίσω χολ, με το οποίο ο Ιωάννης Μεταξάς επικοινώνησε με τον υφυπουργό Τύπου Θεολόγο Νικολούδη, ζητώντας του να ενημερώσει άμεσα τις εφημερίδες πως «έχουμε πόλεμο», καθώς και τον βασιλιά Γεώργιο.
Ηταν γερμανόφιλος;
Πρόσωπο χαμηλών τόνων και με μεγάλη κοινωνική προσφορά, από το 2017 πρόεδρος στο ιστορικό Αμαλίειον Οικοτροφείον Θηλέων στο Μαρούσι, η κυρία Ιωάννα Φωκά-Μεταξά ασχολείται διεξοδικά με το αρχείο, το έργο και την ιστορία του δικτάτορα παππού της, διαχειριζόμενη την ιστοσελίδα ioannismetaxas.gr. Αναφερόμενη στο «ΟΧΙ» της 28ης Οκτωβρίου 1940, υποστηρίζει πως «τίποτα δεν προέκυψε τυχαία εκείνο το ξημέρωμα. Ηταν το αποτέλεσμα μελετημένων πράξεων και διαδικασιών μιας προκαθορισμένης εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής που εφαρμόστηκε με πρόνοια και διορατικότητα από τον Ιωάννη Μεταξά και το καθεστώς της 4ης Αυγούστου την περίοδο 1936-1940, με στόχο την άμυνα και την προετοιμασία της χώρας σε περίπτωση ενός νέου πολέμου», τονίζει.
Στην ερώτηση εάν ο Μεταξάς ήταν γερμανόφιλος και το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου που είχε εγκαθιδρύσει με το «ΟΚ» του βασιλιά Γεωργίου ήταν φασιστικό, η ίδια απαντάει απόλυτα: «Η παραπληροφόρηση του κοινού για το πρόσωπο του Μεταξά είναι παλιά ιστορία. Αρχίζει από τη στιγμή που αυτός αντιτάχθηκε στον Βενιζέλο το 1915. Τότε, οι αντίπαλοί του τον χαρακτήρισαν γερμανόφιλο χωρίς να είναι, χωρίς κάποια αδιάσειστη μαρτυρία, πέραν των σπουδών του στη Γερμανία και του θαυμασμού του για τη γερμανική πειθαρχία, που να δικαιολογεί αυτό τον τίτλο.
Εντούτοις, το “γερμανόφιλος” τον συνοδεύει έκτοτε αδιακρίτως ιστορικής συγκυρίας. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Υπεύθυνη, εν μέρει, για τις σημερινές συγκεχυμένες αντιλήψεις του κοινού είναι η προσπάθεια διαφόρων ιστορικών να ερμηνεύσουν τη συγκρότηση της 4ης Αυγούστου ως μια απλή μίμηση των ευρωπαϊκών ολοκληρωτικών καθεστώτων ή αντιθέτως ως μια συνωμοσία Αγγλων και βασιλέως Γεωργίου και όχι ως μια αναμενόμενη εξέλιξη, το φυσικό αποτέλεσμα της αδυναμίας του κοινοβουλευτισμού να προσφέρει βιώσιμη κυβέρνηση στην Ελλάδα την ώρα που η Ευρώπη βυθιζόταν στο χάος».
Αρχοντικό με δάνειο
Ο Ιωάννης Μεταξάς πρόλαβε και έζησε στο σπίτι της γωνίας των οδών Στρατηγού Δαγκλή 10 και Κεφαλληνίας μόλις έξι μήνες, έως τις 29/1/1941 που απεβίωσε. Η διώροφη έπαυλη, αρχιτεκτονικά σε εκλεκτικιστικό στυλ, με στοιχεία μεσαιωνικά, βυζαντινά και γοτθικά, χτίστηκε το 1928 από τον εκδότη Πέτρο Δημητράκο ως εξοχική κατοικία. Μία δεκαετία αργότερα, εγκαταστάθηκε σε αυτήν ως ενοικιαστής ο Ιωάννης Μεταξάς -δικτάτορας-πρωθυπουργός πλέον- με τη σύζυγό του Λέλα. Νωρίτερα, από το 1928 έως το 1938, η οικογένεια Μεταξά ζούσε στην οδό Πατησίων 150 -στο κέντρο της Αθήνας- σε ένα σπίτι που του δόθηκε ως προίκα με τον γάμο του το 1909.
Την άνοιξη του 1940 ο Ιωάννης Μεταξάς αγόρασε την κατοικία από τον Δημητράκο με δάνειο που έλαβε από την Κτηματική Τράπεζα και την ξεχρέωσε μεταπολεμικά η σύζυγός του. Αμέσως ξεκίνησαν εργασίες στο εσωτερικό, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις επιθυμίες του, με βασικό μέλημα την τοποθέτηση της μεγάλης βιβλιοθήκης του στο υπερυψωμένο υπόγειο όπου έστησε το γραφείο-«στρατηγείο» του.
Στην κατοικία διαμένει σήμερα η εγγονή του Ιωάννη Μεταξά, η κυρία Ιωάννα Φωκά και παιδιά της με τις οικογένειές τους. Η κυρία Φωκά, κόρη του Ευγένιου Φωκά -καθηγητή Ιατρικής και πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών- και της Νανάς Μεταξά, της μικρότερης κόρης του Ιωάννη Μεταξά, είναι ιστορικός, αρχαιολόγος και συγγραφέας παιδικών βιβλίων – βραβευμένη με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο. Ο σύζυγός της Αριστομένης Περρωτής, που απεβίωσε το 2011, υπήρξε υφυπουργός στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου και ήταν βουλευτής Μεσσηνίας τη δεκαετία του 1960, αλλά και στην πρώτη μεταπολιτευτική Βουλή (1974-1977) με τη Ν.Δ.
Δυστυχώς πολλά έπιπλα και πολύτιμα κειμήλια της οικογένειας καταστράφηκαν ή κλάπηκαν την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου όταν το σπίτι λεηλατήθηκε. Μεταπολεμικά η σύζυγος του Ιωάννη Μεταξά, Λέλα, και οι κόρες τους Λουκία και Νανά δώρισαν στη Βουλή των Ελλήνων την πλούσια βιβλιοθήκη του, τα προσωπικά δώρα που είχε λάβει ως κυβερνήτης, καθώς και ένα αρχείο με 350 χάρτες και 4.000 φωτογραφίες. Η βιβλιοθήκη έχει αξιοποιηθεί και στεγάζεται στην οδό Λένορμαν, ενώ όλο το άλλο υλικό «παραμένει καταχωνιασμένο στα υπόγεια της Βουλής, αν και αποτελεί κομμάτι της Νεότερης Ιστορίας της χώρας», όπως λέει η κυρία Φωκά.