«Μαϊμού» ταμειακές μηχανές που εκδίδουν απλά χαρτάκια που μοιάζουν με αποδείξεις, παράνομα λογισμικά που «πειράζουν» τους φορολογικούς μηχανισμούς και σβήνουν συναλλαγές και ημερήσιους τζίρους αλλά και έκδοση δελτίων παραγγελίας χωρίς να κόβονται στη συνέχεια οι νόμιμες αποδείξεις είναι τα πιο συνηθισμένα κόλπα που χρησιμοποιούν οι επιτήδειοι για να φοροδιαφεύγουν και να βάζουν στην τσέπη το ΦΠΑ που εισπράττουν από τους πελάτες τους.
Η αποκάλυψη από τους ελεγκτές της ΑΑΔΕ του κυκλώματος στο οποίο εμπλέκονται περίπου 100 επιχειρήσεις οι οποίες με παράνομα λογισμικά στις ταμειακές τους κατάφεραν να αποκρύψουν έσοδα 25 εκατ. ευρώ και να κλέψουν ΦΠΑ τουλάχιστον 6 εκατ. ευρώ είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου όπως λένε στελέχη του φοροελεγκτικού μηχανισμού. Τέτοιου είδους λογισμικά κάνουν θραύση στην αγορά και η ΑΑΔΕ σχεδιάζει να ρίξει στη «μάχη» κατά της φοροδιαφυγής με την έκδοση πλαστών αποδείξεων από «πειραγμένες» ταμειακές μηχανές κινητά τηλέφωνα, τάμπλετ και scanners.
Μέσα στο καλοκαίρι οι ελεγκτές θα αρχίσουν να σκανάρουν με τα τάμπλετ και τα κινητά τους τηλέφωνα τις αποδείξεις που εκδίδουν οι επιχειρήσεις, στην επόμενη φάση οι καταναλωτές με τα smartphone κινητά τηλέφωνα τους θα σκανάρουν οι ίδιοι τον κωδικό QR της απόδειξης ενώ προς το τέλος του έτους οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ θα εφοδιαστούν με 1.700 ειδικά QRCode Scanner με τα οποία θα ελέγχουν επιτόπου τη γνησιότητα των αποδείξεων.
Τα τρία κόλπα
Το φαινόμενο των πειραγμένων ταμειακών μηχανών εκτιμάται πως έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις και τα κόλπα που μετέρχονται οι επιτήδειοι για να κλέψουν τον ΦΠΑ και να μην πληρώσουν φόρο εισοδήματος εξελίσσονται ραγδαία με τη συνδρομή της τεχνολογίας. Η απάτη που στήνουν τα κυκλώματα στηρίζεται σε τρεις μεθόδους:
«Μαϊμού» ταμειακές μηχανές: Αποτελεί την πλέον κλασική μορφή απάτης, αφού χρησιμοποιείται ηλεκτρονικός υπολογιστής και λογισμικό για την παραγωγή και εκτύπωση παραστατικών, τα οποία προσμοιάζουν με φορολογικά στοιχεία αξίας, χωρίς όμως να εκδίδονται από νόμιμα εγκεκριμένο φορολογικό μηχανισμό. Τα παραστατικά αυτά ουδέποτε καταχωρούνται στα τηρούμενα λογιστικά αρχεία των οντοτήτων που τα εκδίδουν με αποτέλεσμα τις σημαντικές απώλειες δημοσίων εσόδων αλλά και την παραπλάνηση του καταναλωτικού κοινού, αφού είναι συνήθως λίγοι εκείνοι που μπορούν να διακρίνουν ένα μη νόμιμο φορολογικό στοιχείο.
Χρήση των νόμιμων φορολογικών μηχανισμών για την έκδοση δελτίων παραγγελίας, χωρίς στη συνέχεια να εκδίδεται αντίστοιχο φορολογικό στοιχείο αξίας, ή για τη μαζική έκδοση ακυρωτικών σημειωμάτων στο τέλος της κάθε ημέρας, ή για τη μαζική χορήγηση εκπτώσεων, με σκοπό την απόκρυψη φορολογητέας ύλης. Αποτελεί συνηθισμένη μορφή απάτης. Οι υπηρεσίες διενεργούν στοχευμένους ελέγχους σε επιχειρήσεις για τις οποίες υπάρχουν πληροφορίες ή βάσιμες υπόνοιες χρήσης τέτοιων πρακτικών. Ο έλεγχος αντλεί τα παραγόμενα ψηφιακά αρχεία των φορολογικών μηχανισμών τα οποία και επεξεργάζεται, προσδιορίζοντας την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη και επιβάλλοντας τις προβλεπόμενες κυρώσεις.
Ανάπτυξη και χρήση παράνομων λογισμικών εφαρμογών που παρεμβαίνουν στις ταμειακές μηχανές αλλοιώνοντας τα πραγματικά δεδομένα των συναλλαγών. Στην περίπτωση αυτή όλες οι εκδόσεις φορολογικών στοιχείων εμφανίζονται νομότυπες. Ωστόσο σε δεύτερο χρόνο και μετά την απομάκρυνση του πελάτη, ειδικά λογισμικά δύνανται να αλλοιώνουν το περιεχόμενο των εκδοθέντων φορολογικών στοιχείων ως προς τις ποσότητες, τις αξίες, τα είδη και τον αλγόριθμο της ασφαλούς σήμανσης του κάθε παραστατικού, με άλλα λόγια της ταυτότητάς του, σύμφωνα με τις επιθυμίες της οικονομικής οντότητας. Η συγκεκριμένη μορφή απάτης είναι από τις πλέον δύσκολα ανιχνεύσιμες, αφού στόχος των χρησιμοποιούμενων λογισμικών είναι η αριστοτεχνική συγκάλυψη κάθε ίχνους που θα μπορούσε να ενοχοποιήσει την οντότητα.