- Συνεχίζουν να δίνουν και να παίρνουν τα άρθρα και οι αναλύσεις με θέμα την υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ του Αιγαίου για μια ενδεχόμενη ελληνική προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ως τρόπος και μέσο για την οριστική «λύση» (αυτής) της μοναδικής διαφοράς (σίγουρα υπονοούν: στην ιδιοκτησία!) που οι Έλληνες κυβερνώντες και πολιτικοί λένε πως υπάρχει με την Τουρκία.
Φυσικά όλη αυτή η φιλολογία μόνο υπό την προϋπόθεση ότι και η Τουρκία θα δεχθεί να υπογράψει το σχετικό συνυποσχετικό!
Εν πάση περιπτώσει, όλη αυτή η αρθρογραφία δείχνει καθαρά πως μέσα στο μυαλό των διαφόρων γραφόντων είναι φωλιασμένη η (τελείως λανθασμένη, όπως θα δούμε στη συνέχεια) ιδέα ότι αναφορικά με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ του Αιγαίου όντως, πραγματικά υπάρχουν θεματικές αντιθέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, υπάρχει μια βασική αντιδικία η οποία άμεσα αφορά μια ούτε λίγο ούτε πολύ ιδιοκτησιακή εκκρεμότητα για όλον αυτό το υποθαλάσσιο χώρο που ταλανίζει τις δύο χώρες που επ’ αυτού δήθεν έχουν αμφότερες δικαιώματα.
Απ’ ό, τι αντιλαμβανόμαστε, η προσφυγή στη Χάγη φαίνεται πως προκρίνεται ως το καλύτερο «βήμα-λύση», ίσως με τους αρθρογράφους βασισμένους στις ανάλογες ευνοϊκές προτροπές των «μεγιστάνων» της κυβερνητικής και παρα-κυβερνητικής πολιτικής Μητσοτάκη, Τσίπρα, Γεραπετρίτη, Βενιζέλο, Παυλόπουλο, Δένδια, Μπακογιάννη, κλπ. και οι λοιποί διάφοροι δορυφόροι μεγαλοσύμβουλοι ελιαμεπιστές φλογεροί θιασώτες μιας υπέρτερης τουρκικής παρουσίας στο Αιγαίο δήθεν σε συνεργασία με μια υποδεέστερη Ελλάδα.
Δεν αποκλείεται βέβαια όλη ετούτη η «φιλολογία της υφαλοκρηπίδας και της Χάγης» που βλέπουμε να κατακλύζει ιντερνετικά σάιτ και TV να είναι μια καλά στημένη κυβερνητική «προετοιμασία» των Ελλήνων πολιτών για την περίπτωση να βρεθεί η Ελλάδα δήθεν σε δυσμενή θέση επί του θέματος και να υποχρεωθεί να «χάσει εδάφη» σαν κάτι το αναπότρεπτο με όλη τη προσπάθεια της κυβέρνησης να αντισταθεί σθεναρά!!
Ή μάλλον είναι σαφή προσχήματα δικαιολογίας μιας θεματολογίας που, ειδικά με την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, δεν υπάρχει, απλά γιατί δεν υπάρχει αντικείμενο αντιδικίας, πώς να το κάνουμε!
Σε άλλα κείμενα, άμεσα προηγούμενα από το παρόν, αναφερθήκαμε εκτενώς και με ακράδαντα στοιχεία στην απόλυτη πραγματικότητα του Αιγαίου είτε ως θαλάσσιος χώρος (ΑΟΖ) είτε ως υποθαλάσσιος χώρος (υφαλοκρηπίδα), μια πραγματικότητα στην οποία η Τουρκία δεν εμφανίζεται πουθενά πολύ απλά γιατί δεν έχει καμία φυσική δυνατότητα να εμφανιστεί κάπου στο Αιγαίο!!
Κι αυτό γιατί, όπως και να το θεωρήσουμε, η υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου είναι μόνο και αποκλειστικά ελληνική.
Και επειδή η υφαλοκρηπίδα δεν είναι μια έννοια νομική, αλλά ακραιφνώς γεωλογική, και μόνο ως γεωλογική πραγματικότητα μπορεί να γίνει μια σχετική συζήτηση με ανάλογες τοποθετήσεις, προσφεύγουμε στα «φώτα» του σημαντικότερου Έλληνα επιστήμονα επί του θέματος ώστε από εδώ και στο εξής όλοι να γνωρίζουν τα αδιάψευστα επιστημονικά δεδομένα που ορίζουν και καθορίζουν τη φύση και ιδιοκτησία όλης της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου.
Για του λόγου το αληθές, λοιπόν, και για να μην έχει κανείς την παραμικρή αμφιβολία, παραθέτουμε, μαζί με δικά μας ενδιάμεσα/προσανατολιστικά σχόλια, ευρεία αποσπάσματα – σε γράμματα πλάγια, πλάγια έντονα, κεφαλαία και υπογραμμένα – από το θεμελιώδες, κεφάλαιο 4 του μοναδικού βιβλίου του Μιχάλη Σταυρινού Το πρόβλημα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο, που θα φωτίσουν με απόλυτη επιστημονική ενάργεια την αληθινή ιδιοκτησιακή «φυσική», δηλαδή γεωλογική ταυτότητα/κατάσταση όλης της υφαλοκρηπιδικής λεκάνης του Αιγαίου.
Μετά απ’ αυτό, κανείς επίσημος κυβερνητικός λειτουργός (και όχι μόνο) δεν θα μπορεί πια να δηλώνει άγνοια μιλώντας για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα πάνω στο αιγιακό υποθαλάσσιο έδαφος το οποίο παράνομα και καταχρηστικά εποφθαλμιά η Τουρκία
- Όπως γνωρίζουμε, οι ωκεανοί και οι ήπειροι δημιουργήθηκαν από το τεμάχισμα της Πανγαίας πριν από 200 εκατομμύρια χρόνια κι από τις επόμενες συνεχείς μετακινήσεις των ηπείρων. Και Πανγαία είναι το ελληνικό όνομα που ο Alfred Wegener έδωσε σε εκείνον τον πρωτογενή ενιαίο γήινο κορμό που είχε σχηματιστεί 150 εκατομμύρια; χρόνια πριν απ’ την αρχή του τεμαχισμού του και το οποίο άλλωστε αποτελεί ωε τώρα και τον τελευταίο γεωλογικό κύκλο.
Τα έτη 1967-68 έγιναν σημαντικά γεωφυσικά συνέδρια, μια από της σπουδαιότερες ανακοινώσεις των οποίων υπήρξε και εκείνη της Θεωρίας των τεκτονικών φύλλων μου ιδιου του Α. Wegener η ουσία της οποίας βεβαιώνει το βάσιμο των ιδεών αναφορικά με τη λεγόμενη «απομάκρυνση των ηπείρων» και την «διάνοιξη του θαλάσσιου βυθού», τε μεταβαλλόμενα τεκτονικά ρήγματα, την υποχώρηση των «γεωλογικών στρωμάτων» και τη μετακίνηση των μαγνητικών πόλων της Γης.
Η θεωρία των τεκτονικών φύλλων (ή πλακών) – πλήρως αποδεκτή από τους επιστήμονες όλης της Γης – προνοεί την ύπαρξη δώδεκα κυρίων μεγάλων λιθοσφαιρικών συμπαγών φύλλων πάχους 100 χιλιομέτρων περίπου και άλλων μικρότερων τα οποία βρίσκονται σε συνεχή κίνηση μεταξύ τους.
Την ίδια διαίρεση του φλοιού της γης σε τεκτονικά φύλλα (ή πλάκες) βρίσκουμε και σε άλλους επιφανείς συγγραφείς όπως ο Charles.J. Smiley, o Jean Francheteau, o Xavier le Pichon, o Jean Bonnin.
Με βάση αυτή τη θεωρία – επαναλαμβάνουμε: πλήρως αποδεκτή από όλους τους γεωλόγους του κόσμου – «τρία διαφορετικά, αλλά αλληλένδετα μεταξύ τους φαινόμενα, αποδεικνύουν ότι το Αιγαίο Πέλαγος αποτελεί φυσική προέκταση της ελληνικής στεριάς και ότι η συνέχεια της τουρκικής στεριάς σταματά σε μια καμπύλη γραμμή παράλληλη προς τις τουρκικές ακτές του Αιγαίου και στ’ ανατολικά των πιο πάνω ακτών, πάνω στην ηπειρωτική χώρα της Ανατολίας (Μ. Ασίας) και μάλιστα σε απόσταση μερικών μιλίων από τη θάλασσα.
Τα τρία αυτά φαινόμενα, τα οποία αναλύονται στη συνέχεια, είναι:
1) Η διαίρεση του φλοιού της γης από τους γεωλόγους σε λιθοσφαιρικά φύλλα
2) Η οριζόντια μετακίνηση των ηπείρων
3) Η επιστημονική πίστη των γεωλόγων ότι η περιοχή του Αιγαίου μαζί με την ελληνική στεριά και μια λωρίδα της δυτικής ακτής της Τουρκίας αποτέλεσαν, πριν την πρώιμη Πλειόκενο γεωλογική περίοδο, μια συνεχή στεριά που ονομάζονταν Αιγαιίς(Αιγίς) ή Αιγαία».
Ως προς το περίγραμμα του ελληνικού τεκτονικού φύλλου του Αιγαίου, σύμφωνα με τη γνώμη των αξιολογότερων και περισσοτέρων γεωλόγων, τα τέσσερα σύνορά του είναι τα εξής:
«Στα βόρεια, τα σύνορα του «ελληνικού» φύλλου ακολουθούν την ίδια κατεύθυνση με τα γεωγραφικά ελληνικά σύνορα και μάλιστα σε ορισμένα σημεία συμπίπτουν με αυτά.
Στα δυτικά, τα σύνορα περνούν μέσα από το Ιόνιο Πέλαγο και ακολουθούν μια σχεδόν παράλληλη κατεύθυνση με την κατεύθυνση των ελληνικών ακτών και περιλαμβάνουν, στον χώρο του «ελληνικού» φύλλου, και τα νησιά του Ιονίου.
Στα νότια, τα σύνορα περνούν πάνω από τις βόρειες ακτές της Κρήτης, πάνω από την Κάσο και Κάρπαθο και στα δυτικά της Ρόδου.
Τέλος, στα ανατολικά, τα σύνορα βρίσκονται μέσα στις δυτικές ακτές της Τουρκίας και σε βάθος απόσταση μερικών μιλίων από τη θάλασσα του Αιγαίου.
Από αυτά τα ανατολικά όρια του «ελληνικού» φύλλου ξεκινά προς ανατολάς το «τουρκικό» φύλλο το οποίο σχεδόν συμπίπτει με τον γεωγραφικό χώρο της Τουρκίας».
Αντιθέτως, σχετικά με το τουρκικό τεκτονικό φύλλο, ο Michael W. McElhinny, ένας από τους αξιολογότερους σύγχρονους γεωλόγους πάνω στη θεωρία των τεκτονικών φύλλων (“Paleomagnetism and Plate Tectonics”, 1973) «αποδεικνύει ότι η Τουρκία αποτέλεσε μέρος του «αραβικού» τεκτονικού φύλλου και ότι μαζί με αυτό και με το «αφρικανικό» αποτέλεσαν πιο πριν ένα ενιαίο κομμάτι που βρίσκονταν πολύ μακριά από τη σημερινή τους θέση όταν συνέβη το πρώτο τεμάχισμα της «Πανγαίας». Αντίθετα, η Ελλάδα μαζί με το Αιγαίο και ολόκληρη τη Βαλκανική, την Ιταλία και την Ιβηρική χερσόνησο ήταν στην ίδια περίπου θέση, όπως και σήμερα, εδώ και 170 εκατομμύρια χρόνια.
Αργότερα η Τουρκία και η Αραβία κινήθηκαν διαμέσου των γεωλογικών χρόνων και έφτασαν στη σημερινή τους θέση σε σχετικά πρόσφατο γεωλογικό χρόνο, υποχρεώνοντας κάτω από τη πίεση της σύγκρουσης, όταν άγγιξαν τον αιγιακό χώρο, την Αιγαία ή Αιγαιίδα περιοχή να βυθιστεί (από κάτω τους).
Αυτήν ακριβώς την μηχανική γεωλογική διεργασία αναφέρει ο N. C. Flemming στο έργο του (The Undersea, 1977): «όταν τα δύο φύλλα είναι συγκλίνοντα ή συγκρούονται, το ένα πρέπει να πιεσθεί κάτω από το άλλο».
«Στη συνέχεια ο ίδιος ο McElhinny επιβεβαιώνει τα (ως άνω) συμπεράσματά του και βάσει της θεωρίας των μαγνητικών πόλων της γης».
Έτσι, απ’ τη μελέτη αυτού του φαινομένου βγαίνει το συμπέρασμα ότι «η Τουρκία χωρίζεται γεωλογικά από το Αιγαίο και γενικότερα από τον ευρωπαϊκό ηπειρωτικό χώρο. Η ενότητα του τουρκικού χώρου σταματά:
- στα βόρεια, στην Κασπία θάλασσα, στον Καύκασο και μέσα στη Μαύρη Θάλασσα
- στα δυτικά, ανατολικά των τουρκικών ακτών του Αιγαίου όπου (από κάτω)αρχίζει ο ελληνικός αιγιακός γεωλογικός χώρος(με κατεύθυνση προς δυσμάς)
- και στα νότια, περίπου παράλληλα προς τις μεσογειακές ακτές της Τουρκίας, όπου αρχίζει ο αφρικανικός γεωλογικός χώρος».
Όσο αφορά τη «δημιουργία» του Αιγαίου, της υφαλοκρηπίδας του και των νησιών του, ο J. B. Hersey (“Submarine Geology and Geophysics, 1965) αναφέρει ότι: «…ανυψώσεις και καταπτώσεις της Σιαλικής(SIAL) επιφάνειας του φλοιού της γης μπορούν να προέλθουν είτε από οριζόντια επέκταση (σχηματισμός τεκτονικών ρηγμάτων) στην επιφάνεια και αποχώρηση των βαθύτερων επιπέδων του σιαλικού καλύμματος ή από οριζόντια συμπίεση (ορογένεση). Για παράδειγμα, οι ‘Αλπεις έχουν ανυψωθεί πάνω από το ύψος της επιφάνειας της θάλασσας με το να διπλωθούν, ενώ η περιοχή του Αιγαίου βυθίστηκε με τον σχηματισμό τεκτονικών ρηγμάτων μέχρι που μόνο τα νησιά έμειναν πάνω απ’ την επιφάνεια της θάλασσας».
«Αρκετοί γεωλόγοι υποστηρίζουν την ίδια άποψη για την δημιουργία του Αιγαίου. Οι Nairn, Kanes και Stehli(Alan.M. Nairn, William H. Kanes, Francis G. Stehli, “Ocean Basins and Margins”, vol.4, 1977) αναφέρουν ότι: «Βαθμιαία κατάπτωση (κατακρήμνιση) κατά μήκος φυσιολογικών τεκτονικών ρηγμάτων επηρέασε την συνεχή ηπειρωτική περιοχή (Αιγίδα)… Η κατάπτωση έφερε σαν αποτέλεσμα τον σχηματισμό του Αιγαίου Πελάγους με μόνο τις κορυφές των βουνών… να ξεπηδούν για να σχηματίσουν τα σημερινά νησιά του Αιγαίου».
Και η Εγκυκλοπαίδεια Britannica (15η Έκδοση, 1974) ταυτίζεται με την ίδια άποψη.
Έτσι, γεωμορφολογικά «ένα από τα πιο έντονα χαρακτηριστικά του Αιγαίου είναι το ομοιόμορφο βάθος του μέχρι τα 200 μέτρα στο μεγαλύτερο μέρος του. Στα υπόλοιπα σημεία δεν ξεπερνά τα 500 μέτρα, με λίγες εξαιρέσεις σε μερικές περιοχές όπου το βάθος είναι μεγαλύτερο.
Η μεγαλύτερη χαράδρα σε βάθος στο Αιγαίο είναι κάθετη προς τις ελληνικές και τουρκικές ακτές. Η χαράδρα αυτή ξεκινά από τη νοτιότερη άκρη της Πελοποννήσου και τα Κύθηρα και προχωρεί παράλληλα με τη βόρεια ακτή της Κρήτης και τα νησιά της Καρπάθου και Ρόδου και τέλος φτάνει στη νοτιότερη άκρη της ηπειρωτικής ακτής της Ανατολίας στο Αιγαίο»
Ουσιαστικά είναι και το νότιο σύνορο του ίδιου του Αιγαίου, είναι εκεί όπου το Αιγαίο τελειώνει.
«Υπάρχει και μια δεύτερη χαράδρα στο (βόρειο) Αιγαίο, η οποία είναι επίσης κάθετη προς τις ελληνικές και τουρκικές ακτές και που ξεκινά από τα νησιά Σαμοθράκη και Ίμβρο… και προχωρά μέχρι το ακρωτήρι Άθως και τις βόρειες Σποράδες στα νοτιοδυτικά.
Το μεγαλύτερο βάθος του Αιγαίου Πελάγους βρίσκεται στα βόρεια της βορειοδυτικής Κρήτης και στο μέσο περίπου της απόστασης μεταξύ Κρήτης και Μήλου, όπου φτάνει τα 2.658 μέτρα, παρόλο που το μέσο βάθος του Αιγαίου είναι 362,19 μέτρα (1.188 πόδια)… Τα πιο πάνω στοιχεία θεμελιώνουν την άποψη ότι κάποτε ο χώρος του Αιγαίου αποτέλεσε μια συνεχή ξηρά μαζί με το χώρο της ηπειρωτικής Ελλάδας και με όρια παρόμοια με αυτά του ελληνικού τεκτονικού φύλλου».
- Τελικά συμπεράσματα
«Τα συμπεράσματα τα οποία βγαίνουν από τη γεωλογική μελέτη του χώρου του Αιγαίου είναι τα ακόλουθα:
Πρώτο, η υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου αποτελεί μια αδιάκοπη ενότητα, όπως φαίνεται από τη γεωμορφολογία του χώρου, τη γεωλογία του βυθού, το ομοιόμορφο βάθος στο μεγαλύτερο μέρος του και τέλος από την έλλειψη πραγματικά μεγάλων χαράδρων (τάφρων) που να διακόπτουν τη «φυσική συνέχεια» του βυθού του Αιγαίου.
Δεύτερο, αποδεικνύεται με αδιάσειστα στοιχεία ότι ολόκληρη η περιοχή του Αιγαίου αποτελεί «φυσική προέκταση» της ελληνικής στεριάς και τα ελληνικά, από κυριαρχικής και εθνολογικής πλευράς, νησιά αποτελούν εξογκώματα αυτής της «φυσικής προέκτασης» και όχι της Τουρκίας, όπως οι Τούρκοι υποστηρίζουν.
Αυτή η άποψη είναι γενικά αποδεκτή από τους γεωλόγους και τα τρία πολύ σημαντικά φαινόμενα της θεωρίας των τεκτονικών φύλλων που εξετάστηκαν παραπάνω αποδεικνύουν περίτρανα την ορθότητα της θέσης αυτής».
Σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να πούμε πως η «θεωρία» των Τούρκων βάση της οποίας αυτοί λένε ότι ο βυθός του Αιγαίου αποτελεί προέκταση της χερσονήσου της Ανατολίας και τα νησιά δεν έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα αλλά είναι «απλά εξογκώματα» αυτής της προέκτασης, είναι τελείως αβάσιμη και επιστημονικά μη υποστηρίξιμη.
Οι Τούρκοι την βασίζουν σε ένα στοιχείο που οι ίδιοι, λανθασμένα, θεωρούν – τεχνητά και δολερά – καθοριστικό, ενώ ουσιαστικά και πρακτικά δεν είναι, δηλαδή λένε πως ο βυθός του Αιγαίου και η χερσόνησος της Ανατολίας ανήκουν στο ίδιο Αλπικό γεωσυγκλινές (alpine geosyncline) και έτσι η χερσόνησος της Ανατολίας έχει, δήθεν, υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο!
Φανερά είναι μια «εξίσωση» της φαντασίας που δεν «στέκει» πουθενά.
Επ’ αυτού και για τους λόγους που έπονται, η καλύτερη διαφωτιστική απάντηση είναι πάλι εκείνη του Μιχάλη Σταυρινού, με την επιστημονική υποστήριξη πάντα των επιφανέστερων γεωλόγων (ειδικά του D. W Bowett, “The Legal Regime of Islands in International Law, 1979) όταν – και αυτό είναι πρωταρχικό στοιχείο εκ των ουκ άνευ – επισημαίνει πως μολαταύτα (δηλαδή ό, τι δηλώνουν οι Τούρκοι, όπως μόλις είδαμε παραπάνω) «ο τρόπος δημιουργίας του Αλπικού γεωσυγλινούς(γεωλογική ζώνη) και τα γεωλογικά φαινόμενα που μεσολαβούν για τον σχηματισμό του» (δηλαδή: του Αλπικού γεωσυγκλινούς), ήτοι «βύθισμα της ζώνης, υποχωρήσεις στρωμάτων κάτω από πιέσεις και δημιουργία ρωγμών και διπλωμάτων, ανυψώσεις και συγκρούσεις, διαψεύδουν από μόνα τους τους ισχυρισμούς των Τούρκων μιας και τα φαινόμενα αυτά προκαλούν «σπασίματα» του φλοιού της γης και γεωλογικές διακοπές της «φυσικής προέκτασης», παρά ενότητα του «γεωσυγκλινούς χώρου», όπως εμφανώς λανθασμένα ισχυρίζονται οι Τούρκοι.
Και ακόμα: «η ύπαρξη ενός κοινού γεωσυγκλινούς δεν στηρίζει από μόνη της τη γεωλογική συνέχεια μεταξύ εδαφών στις αντίθετές του πλευρές.
Αντίθετα», και εδώ βρίσκεται το κλειδί που ακυρώνει τους τουρκικούς ισχυρισμούς «η ύπαρξη αυτού του γεωσυγκλινούς στηρίζει ΜΑΛΛΟΝ διακοπή της γεωλογικής συνέχειας μεταξύ των δύο πλευρών»,
όπερ σημαίνει πολύ απλά πως καταρρέει έτσι το αφήγημα των Τούρκων για μια δήθεν συνέχεια της χερσονήσου της Ανατολίας στο Αιγαίο!
Και κάτι άλλο εξαιρετικά σημαντικό που ακυρώνει παντελώς τις φαντασιακές τουρκικές απόψεις: «Παραπέρα, το γεγονός ότι η ελληνική στεριά μαζί με το Αιγαίο ανήκουν στο ίδιο (ελληνικό) τεκτονικό φύλλο, ενώ η Τουρκία», δηλαδή η χερσόνησος της Ανατολίας, «σε άλλο, ΔΕΝ ΔΙΑΓΡΑΦΕΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΥΠΑΡΞΗ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΓΕΩΣΥΓΚΛΙΝΟΥΣ!!!».
Διότι πρέπει να «σημειωθεί ότι στο ίδιο Αλπικό γεωσυγκλινές ανήκουν πολλές ευρωπαϊκές και ασιατικές χώρες, παρόλο που ανήκουν σε πολλά διαφορετικά φύλλα(!!)
ΚΑΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΙ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ(!!!) ΜΟΝΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΕΠΕΙΔΗ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΓΕΩΣΥΓΚΛΙΝΙΚΗ ΖΏΝΗ(!!!)».
Έτσι, για παράδειγμα: αυτή η ίδια αλπική γεωσυγκλινική ζώνη περνά μέσα από το Ευρασιατικό τεκτονικό φύλλο, το Αδριατικό τεκτονικό φύλλο, το Ιρανικό και σε μέρος του Αραβικού και όχι μόνο μέσα απ’ το Ελληνικό και Τουρκικό!
Κάποιοι θα πουν ότι, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς τη «φυσική προέκταση» της Ελλάδας από τη στεριά της Τουρκίας.
«Οπτικά», τρόπος του λέγειν, και μόνο «οπτικά» είναι έτσι, γιατί τα διαφορετικά γεωλογικά στρώματα (ελληνικό και τουρκικό) φαίνονται καθαρά μόνο με την ανάλυση των τριών πιο πάνω τεκτονικών φαινομένων που εκθέσαμε και δεν πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ.
Στην πραγματικότητα, όπως έχε ήδη ειπωθεί, «η συνέχεια του ελληνικού τεκτονικού φύλλου ΞΕΠΕΡΝΑ ΤΙΣ ΤΟΥΡΚΙΚΈΣ (ΑΣΙΑΤΙΚΈΣ) ΑΚΤΕΣ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΑ ΜΙΛΙΑ» προς το εσωτερικό της τουρκικής ενδοχώρας.
Και μια τελευταία σημαντικότατη συνέπεια όλων αυτών των αναλύσεων: «Εκείνο που είναι ξεκάθαρο», πάλι κατά τον ίδιο Bowett, «είναι ότι το κριτήριο «φυσική προέκταση» δεν περιορίζεται μόνο στις ηπειρωτικές ακτές, αλλά αναφέρεται και στα νησιά, αφού και αυτά δικαιούνται τη δική τους «φυσική προέκταση» η οποία υπάρχει σαν φυσικό γεγονός», ξεκινώντας από τη πρωταρχική προϋπόθεση, σχεδόν αξίωμα, ότι το θέμα της «απόδοσης υφαλοκρηπίδας (ή όχι) σε μια εδαφική περιοχή» είναι σίγουρο κι αυτονόητο πως «δεν προέρχεται από κάποιο θεσμό ενός νομικού δικαιώματος, αλλά από το αυτό καθεαυτό γεγονός της ύπαρξης της ενότητας (συνέχειας) μεταξύ στεριάς και θαλάσσιου υπεδάφους».
Κατά συνέπεια, «αν υπάρχει γεωλογική συνέχεια μεταξύ ενός νησιού και μιας υφαλοκρηπίδας – σαν εκ φύσης γεγονός – τότε η υφαλοκρηπίδα θεωρείται πως ανήκει στο νησί, το ίδιο όπως θα ανήκε και σε οποιαδήποτε στεριά», πάντα υπό τη κρίση του D. W. Bowett.
Από την απόλυτη ορθότητα αυτών των σκεπτικών και συλλογισμών προέκυψε άλλωστε και, κατά τη διάρκεια της Τρίτης Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, η κωδικοποίησή τους στο άρθρο 121 της Σύμβασης με το οποίο όχι μόνο τα νησιά, αλλά υπό ορισμένες προϋποθέσεις και οι βραχονησίδες διαθέτουν τη δική τους υφαλοκρηπίδα.
Όλη η παραπάνω έκθεση αποδεικνύει τελικά ότι ολόκληρο το τουρκικό «επιχείρημα» σχετικά με την υφαλοκρηπίδα και τα νησιά του Αιγαίου είναι κατ’ ουσία και καθ’ ιδέα τελείως σαθρό και αβάσιμο.
- Εν γνώση όλων αυτών των δεδομένων, μας είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι θα μπορούσε να υπάρξει ένας Έλληνας κυβερνήτης ο οποίος θα νόμιζε πως έχει το δικαίωμα να εμπορευματοποιήσει την απολύτως ελληνική ολόκληρη υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου με σκοπό τον διαμοιρασμό της με τη Τουρκία (και όχι μόνο), εκτός και αν μας αποδείξει με ακράδαντα δικαιολογητικά, νόμιμα και καταγραμμένα, ότι είναι αυτός ο νόμιμος ιδιοκτήτης και κάτοχος της υφαλοκρηπίδας και δικαιούται να την κάνει ό, τι θέλει!!
Τώρα, βέβαια, και πάλι με τόσα δεδομένα, αν κάποιος επιμένει να συνεχίζει το «χαβά» του με τη «Χάγη» και δεν έχει καταλάβει τίποτα για την ανοησία της επιμονής, τί να πούμε; Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι;! Ή κάτι πιο «δηλωτικό»;
Last but not least, μας μένει να πούμε δυο λόγια και για την ΑΟΖ που, κι αυτήν οι «ξύπνιοι» την θεωρούν «εκκρεμότητα προς λύση»!
Να «πάμε στη Χάγη» για την ΑΟΖ του Αιγαίου; Άλλη τρέλα.
Σήμερα η Ελλάδα κατέχει το 93% της ΑΟΖ του Αιγαίου, ενώ η Τουρκία το 7%.
Επομένως θα (να) πάμε στη Χάγη για να ζητήσουμε τί; Να μας δώσουν το 100%; Όχι βέβαια. Και να το θέλουμε, ο ίδιος ο γεωγραφικός χώρος δεν το επιτρέπει. Τότε γιατί; Για να πάρει η «Χάγη» απ’ την Ελλάδα 30-40% και να το δώσει στη Τουρκία «επειδή έχει μεγάλη ακτογραμμή στο Αιγαίο»;!
Δηλαδή θα πάμε στη Χάγη με τον ορατό κίνδυνο να δώσουμε κι άλλα στη Τουρκία ακρωτηριάζοντας την Ελλάδα;!
ΜΙΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΛΟΙΠΟΝ
είναι πασιφανές πως οι θιασώτες της ελληνικής υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ (προς εκποίηση!) στη Χάγη – ή σε οποιαδήποτε άλλο Δικαστήριο – δείχνουν να βρίσκονται τελείως και προπαντός επικινδύνως εκτός χώρου και χρόνου με τα ανούσια φληναφήματά τους και καλό θα ήταν ή να μείνουν απομονωμένοι για να μη κάνουν κι άλλη ζημιά στην Ελλάδα ή na καταλάβουν το λάθος τους και να σωπάσουν.
Εάν η ελληνική κυβέρνηση προτίθεται να αποδεχθεί προσφυγή στη Χάγη για επίλυση της μόνης νομικής διαφοράς στο Αιγαίο, της οριοθέτησης της ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας, με βάση μόνο τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου συμπεριλαμβανομένου και του θέματος της γεωλογικής συνέχειας, όπως αναλύεται με επιστημονικά δεδομένα πιο πάνω, τότε μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε δίκαια αποτελέσματα.
Όμως, ποτέ κανένας Έλληνας Πολιτικός ή Διεθνολόγος, πλην του Δρ. Μιχάλη Σταυρινού και του γράφοντος, δεν επικαλέστηκαν την πλήρη ελληνικότητα του Αιγαίου και από γεωλογικής σκοπιάς!
Παράξενο; Ο μόνος τρόπος να αποδείξει η ελληνική Κυβέρνηση ότι δεν αποδέχεται εκπτώσεις ελληνικής κυριαρχίας είναι να επικαλεστεί διεθνώς όσα αναφέρονται πιο πάνω και να αξιοποιήσει την εμπειρογνωμοσύνη Επιστημόνων όπως εκείνη του Δρ Σταυρινού.
Αυτή θα είναι η αναμφισβήτητη αλήθεια της ελληνικής αιγιακής πραγματικότητας erga omnes και omni tempore.
Κρεσέντσιο Σαντζίλιο
Ελληνιστής
…………………………………………………………………………….
/infognomonpolitics.gr