Θα μπορούσε η Κύπρος να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ; Καταρχήν μια τέτοια κίνηση θα αντιμετώπιζε το τουρκικό βέτο. Συνεπώς και η πολιτική απόφαση να υπήρχε δεν θα προχωρούσε. Αλλά πέραν από το βέτο της κατοχικής δύναμης προφανώς και υπάρχουν κι άλλοι παράμετροι, που συνδέονται με τη χρησιμότητα μια τέτοιας στρατηγικής σημασίας απόφαση. Αφορμή για το ζήτημα τούτο, που κατά καιρούς επανέρχεται στο προσκήνιο, τη δημόσια σφαίρα, είναι τα όσα ανέφερε ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, τέως αναπληρωτής Πρόεδρος του κόμματος και πρώην υπουργός Χάρης Γεωργιάδης (συνέντευξη στην Καθημερινή, στο δημοσιογράφο Ανδρέα Κημήτρη).
Ο κ. Γεωργιάδης υποστήριξε πως θα πρέπει να υποβληθεί «αίτηση για ένταξη στο ΝΑΤΟ τώρα». Όπως είπε, τούτο «θα τόνιζε τον πολιτικό προσανατολισμό της χώρας. Και θα εισήγαγε τη μόνη εφικτή εναλλακτική πρόταση για το θέμα της ασφάλειας στο Κυπριακό». Είναι μια θέση, που δεν βρίσκεται σήμερα στο τραπέζι. Δεν υπάρχει ως προοπτική ενώπιον μας τώρα ή και στο προβλεπτό μέλλον, συνεπώς είναι άνευ αντικειμένου η όποια συζήτηση. Είναι μια θέση, που υιοθετείται από μια μερίδα πολιτικών, που κινούνται στο χώρο της δεξιάς, πλην όμως δεν φαίνεται να αντέχει στα επιχειρήματα της αντίπερας όχθης. Όσων, δηλαδή, υποστηρίζουν πως δεν θα πρέπει να ενταχθεί η Κύπρος στο ΝΑΤΟ.
Εν πρώτοις, ο προσανατολισμός της Κύπρου έχει επιβεβαιωθεί με την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και προφανώς δεν χρειάζεται να συμμετέχει σε οποιονδήποτε άλλο Οργανισμό για να… κλειδώσει. Από την άλλη, χωρίς να ασχοληθούμε με την προϊστορία ( αν και είναι χρήσιμη και απαραίτητη), πρέπει να εξετάσουμε τα δεδομένα, που διαμορφώνονται σε σχέση με τη στάση του Οργανισμού αυτού έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το μείζον είναι πως δεν υπάρχει ενδιαφέρον από το ίδιο το ΝΑΤΟ για την ένταξη της Κύπρου. Το μόνο ενδιαφέρον που υπάρχει από πλευράς του Οργανισμού αυτού είναι να μην επηρεάζεται η συνοχή του λόγω της Κύπρου, με εντάσεις μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Οι εντάσεις μεταξύ των χωρών δεν προκαλούνται, βέβαια, για την Κύπρο αλλά πρωτίστως από τη συνεχιζόμενη αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος από την κατοχική δύναμη. Το ΝΑΤΟ, ασφαλώς, ενδιαφέρεται να αξιοποιεί τη γεωστρατηγική θέση του νησιού.
Αυτό γίνεται διαχρονικά από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Σημειώνεται συναφώς ότι η Λευκωσία δίνει τακτικά άδεια στάθμευσης και μεταστάθμευσης δυνάμεων στο έδαφος της ενώ τα λιμάνια μας φιλοξενούν πλοία Νατοϊκών στόλων. Περαιτέρω, η Κύπρος συμμετέχει σε κοινές ασκήσεις.
Είναι σαφές πως η συμμετοχή στον Οργανισμό αυτόν δεν διασφαλίζει οτιδήποτε σε σχέση με την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν πρέπει να «ταξιδεύσουμε» πολύ μακριά για να επιβεβαιώσουμε τούτο. Η Ελλάδα, κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, δεν έχει οποιαδήποτε στήριξη όταν δέχεται επιθέσεις και αμφισβητείται η κυριαρχία της από την κατοχική Τουρκία. Το σκηνικό διαλόγου και του «καλού κλίματος», που στήθηκε πρόσφατα στο Βίλνιους, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής, αποσκοπεί να εξυπηρετηθούν οι αμερικανικοί σχεδιασμοί στην ευρύτερη περιοχή και να αγοράσει η Άγκυρα τα μαχητικά F-16. Και τείνει να είναι η Αθήνα ο… καλόπιστος πελάτης αυτού του καλοστημένου σκηνικού.
Το πιο πρόσφατο περιστατικό είναι με τους νέους περιοχικούς επιχειρησιακούς χάρτες (regional plans) του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, όπου με απαίτηση της κατοχικής δύναμης η Κύπρος αναφέρεται με συντεταγμένες. Το απαίτησε η Άγκυρα, που δεν δέχεται την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, την χαρακτηρίζει όπως είναι γνωστό «εκλιπούσα». Το αξίωσε και οι εταίροι της στο ΝΑΤΟ το αποδέχθηκαν. Μια χώρα, που δεν αναφέρεται στο χάρτη δεν μπορεί να έχει τη «φιλοδοξία» να ενταχθεί στον Οργανισμό. Εκτός κι εάν θα υποβληθεί αίτηση μόνο με τις συντεταγμένες και ανώνυμα!
Τέλος, όλοι όσοι παρακολούθησαν το τουρκικό παιχνίδι με την ένταξη της Φιλανδίας και της Σουηδίας, μπορούν προφανώς να αντιληφθούν τα δεδομένα εντός του ΝΑΤΟ και ποιος ο ρόλος της κατοχικής δύναμης.