Από γεωπολιτική οπτική, η σύνθεση της νέας κυβέρνησης της Τουρκίας μπορεί να ερμηνευθεί, πρώτον, ως μήνυμα αναζήτησης από τον πρόεδρο Ερντογάν ενός modus vivendi με τη Δύση / ΕΕ / ΗΠΑ, ενώ θα επιδιώκει ενεργώς την τουρκική ηγεμονία / νέο τουρκικό αιώνα αυτονομίας. Οι εκφραστές της τοξικής αντιδυτικής ρητορικής όπως ο υπουργός Εσωτερικών Σ. Σοϊλού αλλά και ο ΥΠΕΞ Μ. Τσαβούσογλου απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους ενώ επιστέφει η ορθόδοξη, ορθολογική, «δυτική» οικονομική / νομισματική πολιτική με την τοποθέτηση του Μ. Σιμσέκ ως υπουργού Οικονομικών.
ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗ
ΠΗΓΗ in.gr
Δεύτερον, η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής προσωποποιείται απόλυτα στα χέρια του Ερντογάν με την τοποθέτηση του Χ. Φιντάν ως υπουργού Εξωτερικών, μέχρι τώρα επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ), ανθρώπου της απολύτου εμπιστοσύνης του. Και των Ι. Καλίν ως νέου επικεφαλής της ΜΙΤ και Γιασάρ Γκιουλέρ ως υπ. Αμυνας.
Από ελληνικό πρίσμα, η σύνθεση αυτή της κυβέρνησης με περισσότερο τεχνοκρατική και ηπιότερη ιδεολογική «ρητορική» πνοή μαζί με την ενίσχυση του κυρίαρχου ρόλου Ερντογάν στην άσκηση / εκφώνηση της εξωτερικής πολιτικής μπορεί να αποδειχθεί ωφέλιμη. Πολύ περισσότερο που η όποια προσέγγιση με τη Δύση / ΕΕ περνά και μέσα από την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Ελλάδα. Και ως εκ τούτου η σύνθεση της κυβέρνησης μπορεί να είναι και δηλωτική για συνέχιση της πολιτικής προσέγγισης με Ελλάδα που ακολουθείται τους τελευταίους μήνες, αν και «φοβού πάντοτε τα γεγονότα», ιδιαίτερα με ένα team ανθρώπων που ελάχιστα γνωρίζουμε.
Η ομαλοποίηση όμως δεν θα προκύψει με άμεση εγκατάλειψη από πλευράς νέας Τουρκίας πάγιων θέσεων / πολιτικής όπως προσδοκούν ορισμένοι. Αλλά έχει σημασία να θέλει να μπει σε ουσιαστικό διάλογο / διαπραγμάτευση και όχι να επιβάλει τις θέσεις της με τη βία, επιθετικότητα.