Δραματικό μήνυμα για το χρέος των ΗΠΑ έστειλε ο επικεφαλής της ανεξάρτητης δημοσιονομικής εποπτικής αρχής του Κογκρέσου. Σύμφωνα με τον Φίλιπ Σουάγκελ οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να βρεθούν αντιμέτωπες με ένα σοκ «τύπου Λιζ Τρας», εάν η κυβέρνηση αγνοήσει το διογκούμενο ομοσπονδιακό χρέος. Mια κρίση στην αγορά ομολόγων με εκτόξευση των αποδόσεων και πτώση του δολαρίου.
Υπενθυμίζεται πως η Λιζ Τρας αναγκάστηκε να παραιτηθεί μόλις 45 ημέρες αφότου ανέλαβε την πρωθυπουργία του Ηνωμένου Βασιλείου καθώς το οικονομικό σχέδιό της για χαλιναγώγηση των δημοσιονομικών όχι μόνο απέτυχε, αλλά οδήγησε και σε μια αντίδραση των αγορών με αύξηση του κόστους δανεισμού της χώρας. «Ο κίνδυνος, φυσικά, είναι αυτός που αντιμετώπισε το Ηνωμένο Βασίλειο με την πρώην πρωθυπουργό Λιζ Τρας, όπου οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προσπάθησαν να αναλάβουν δράση και μετά υπάρχει μια αντίδραση της αγοράς σε αυτή την ενέργεια», υπογράμμισε ο Φίλιπ Σουάγκελ σε συνέντευξή του στους Financial Times.
Όπως τόνισε ο διευθυντής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, η αυξανόμενη δημοσιονομική επιβάρυνση των ΗΠΑ βρίσκεται σε μια «άνευ προηγουμένου» τροχιά, διακινδυνεύοντας μια αντίστοιχη κρίση με αυτή που οδήγησε στην κατάρρευση της κυβέρνησης της Τρας το 2022. Οι ΗΠΑ «δεν είναι ακόμη εκεί», είπε, αλλά καθώς τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν το κόστος πληρωμής των πιστωτών τους σε 1 τρισεκατομμύριο δολάρια το 2026, οι αγορές ομολόγων θα μπορούσαν να πληγούν. Το κόστος των τόκων αυξήθηκε στα 659 δισεκατομμύρια δολάρια το οικονομικό έτος 2023, το οποίο έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου. Αυτό είναι αυξημένο κατά 39% από το προηγούμενο έτος και σχεδόν διπλάσιο από ό,τι ήταν το οικονομικό έτος 2020.
Σημειώνεται πως το χρέος των ΗΠΑ έχει εκτοξευτεί πάνω από τα 34 τρισεκατομμύρια δολάρια, ένα ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 130% του ΑΕΠ της χώρας, το υψηλότερο στην ιστορία των ΗΠΑ. Από τον Ιούνιο του 2023 αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό, περίπου 1 τρισεκατομμύριο δολάρια ανά 100 ημέρες. Αναλυτές της Bank of America, Michael Hartnett, εκτιμούν πως το μοτίβο των 100 ημερών θα διατηρηθεί και αναμένεται στα τέλη Μαρτίου το χρέος να ξεπεράσει τα 35 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Σημειώνεται πως στις αρχές του 2023 η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν και η αντιπολίτευση των Ρεπουμπλικάνων είχαν οδηγηθεί σε ένα πολιτικό αδιέξοδο σχετικά με την αύξηση του ορίου δανεισμού, με αποτέλεσμα το αμερικανικό κράτος να φτάσει ακόμη και στο χείλος της στάσης πληρωμών.
Η κυβέρνηση έχοντας ξεπεράσει το όριο του ομοσπονδιακού δανεισμού που είχε τεθεί – και για να μπορέσει να εξασφαλίσει τα αναγκαία κεφάλαια ώστε να εκπληρώσει τις κρατικές υποχρεώσεις και δαπάνες – έπρεπε να λάβει το «πράσινο φως» από το Κογκρέσο για αύξηση του δανεισμού, δηλαδή τη Βουλή των Αντιπροσώπων, που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους, και τη Γερουσία, που ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς. Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις και την αντιπολίτευση να «μπλοκάρει» τις περικοπές κοινωνικών δαπανών που προωθούσε η κυβέρνηση Μπάιντεν, τελικά βρέθηκε η «χρυσή τομή» για περαιτέρω δανεισμό. Η επαπειλούμενη στάση πληρωμών αποφεύχθη, ωστόσο το πρόβλημα του χρέους συνεχίζει να μεγαλώνει.
Οι παρατηρήσεις του Σουάγκελ στους Financial Times έρχονται μια ημέρα αφότου η ανεξάρτητη εποπτική αρχή εξέδωσε νέες μακροπρόθεσμες οικονομικές προβλέψεις, σύμφωνα με τις οποίες τα επίπεδα χρέους θα αυξηθούν στο 166% του ΑΕΠ το 2054. Πρόσφατα ο οικονομολόγος Άρθουρ Λάφερ Τζούνιορ, πρόεδρος στη συμβουλευτική εταιρεία επενδύσεων και περιουσίας Laffer Tengler Investments, προειδοποίησε μιλώντας στο CNBC πως «ο κόσμος αντιμετωπίζει ήδη μια κρίση χρέους που θα διαρκέσει τα επόμενα 10 χρόνια». «Το χρέος σε παγκόσμιο επίπεδο πλησιάζει στα ύψη και δεν θα τελειώσει καλά», είχε πει, τονίζοντας πως «ορισμένες από τις ισχυρότερες χώρες που δεν θα αντιμετωπίσουν έγκαιρα το ζήτημα του χρέους τους θα μπορούσαν να βρεθούν αντιμέτωπες με έναν αργό δημοσιονομικό θάνατο».
Υπενθυμίζεται πως ο οίκος Fitch, το 2023, αφαίρεσε τις ΗΠΑ από την αξιολόγηση «ΑΑΑ», επικαλούμενος ανησυχίες για το «υψηλό και αυξανόμενο βάρος χρέους της γενικής κυβέρνησης». Ο οίκος Moody’s εξακολουθεί να βαθμολογεί με «ΑΑΑ» τις ΗΠΑ, αλλά δήλωσε τον περασμένο Νοέμβριο ότι άλλαξε την προοπτική του από σταθερή σε αρνητική για τον ίδιο λόγο. Ο ρόλος του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος δεν θα σώζει για πάντα τις ΗΠΑ από τις πιέσεις της αγοράς καθώς αυξάνονταν οι πληρωμές τόκων του χρέους, προειδοποίησε ο Σουάγκελ.
«Θα έπρεπε οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να μειώσουν τα ελλείμματα ουσιαστικά εν μέρει επειδή υπάρχουν μεγάλες δημογραφικές προκλήσεις που έρχονται», δήλωσε στους Financial Times η Κιμπερλι Κλόσινγκ, ανώτερη συνεργάτης στο think-tank του Ινστιτούτου Peterson. Ο Ντέιβιντ Πέιτζ, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας στην Axa Investment Managers, σχολίασε αρνητικά τη στάση των δύο υποψήφιων στις προεδρικές εκλογές. υπογραμμίζοντας πως τόσο ο Τζο Μπάιντεν όσο και ο Ντόναλντ Τραμπ αποφεύγουν να μιλήσουν για δημοσιονομική ορθότητα.