Δοκιμασία Ιεράς Εξέτασης θυμίζει η στρατηγική που έχει επιλέξει ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός, Gazprom απέναντι στον καλύτερο μέχρι πρότινος πελάτη του, δηλαδή την Ευρώπη, καθώς με αργό «ενεργειακό θάνατο» απειλούνται μέρα με την μέρα οι περισσότερες οικονομίες της Γηραιάς Ηπείρου. Διατηρώντας στο 20% τη ροή ρωσικού φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream1 προς κράτη -μέλη της ΕΕ, η Μόσχα φαίνεται αποφασισμένη να αυξήσει περαιτέρω την κοινωνική πίεση προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, συνθέτοντας σκηνικό επιστροφής της Ευρώπης σε βαθιά ύφεση.
Ο στρατηγικός, αυτός, στόχος της Ρωσίας αντανακλάται στην επιλογή της να μη διακόψει οριστικά και αμετάκλητα την εξαγωγή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, επιλέγοντας στον αντίποδα τη σταδιακή μείωση των διαθέσιμων ποσοτήτων προς τις ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να καλλιεργηθούν συνθήκες πανικού και αστάθειας, καθώς ούτε η προτεσταντική πειθαρχία της Γερμανίας μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια την επόμενη, ενεργειακή ημέρα, ενόψει ενός δριμύ χειμώνα.
Παρότι ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός διέψευσε εν μέρει τα σενάρια πλήρους διακοπής της τροφοδοσίας της Ευρώπης, τελικά επέλεξε τη σταδιακή απομείωση της ροής του αερίου, έτσι ώστε ο αγωγός Nord Stream1 να λειτουργεί πλέον στο 1/5 των δυνατοτήτων του, μεταφέροντας 1,28 εκατ. κυβικών μέτρων ανά ώρα, όπως γνωστοποίησε η Gascade, που διαχειρίζεται το δίκτυο στο γερμανικό έδαφος. Υπενθυμίζεται ότι πριν τον Φεβρουάριο του 2021, δηλαδή τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο ίδιος αγωγός μετέφερε 73 GWh ανά ώρα, τροφοδοτώντας τη Γερμανία, αλλά και σειρά χωρών της Κεντρικής Ευρώπης.
Με την ίδια λογική αντιμετωπίζει η Μόσχα και την Ιταλία, η οποία βρίσκεται σε προεκλογική τροχιά αυτήν περίοδο, με τον ιταλικό όμιλο Eni να πληροφορείται χθες από τη Gazprom ότι η ροή του φυσικού αερίου προς τη γειτονική χώρα μειώνεται εκ νέου, φτάνοντας στα 27 εκατομμύρια κυβικά μέτρα χθες, έναντι 34 εκατομμυρίων τις τελευταίες ημέρες.
Ως όχημα για τον δραστικό περιορισμό της εξαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός επικαλείται την «επιχείρηση συντήρησης σε μία τουρμπίνα», αν και
Εκπρόσωπος του Κρεμλίνου σχολίασε πως για τη μείωση της ροής ευθύνονται οι δυτικές κυρώσεις, οι οποίες «αν δεν υπήρχαν, όλα θα είχαν γίνει με τις συνήθεις προθεσμίες…».
Από πλευράς της, η ΕΕ έκανε λόγο για «εκβιασμό» από μέρους του Ρώσου Προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, ανακοινώνοντας προαιρετικό ψαλίδι 15% στη χρήση φυσικού αερίου για τους επόμενους πέντε μήνες.
Ο ενεργειακός «κλεφτοπόλεμος» μεταξύ ΕΕ-Ρωσίας, ωστόσο, συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, καθώς πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η Ρωσία επιχειρεί να νομιμοποιήσει τις επεκτατικές δράσεις της (όπως λχ η εισβολή στην Ουκρανία») με υβριδικά όπλα, ανάμεσα στα οποία και το ρωσικό φυσικό αέριο.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι Ευρωπαίοι απορρίπτουν τους τεχνικούς λόγους που επικαλείται η Μόσχα για την καθυστέρηση στην άφιξη της τουρμπίνας, κρατώντας έτσι το βασικό αγωγό Nord Stream1 σε διαδικασία διαρκούς κρίσης, όταν μέχρι πέρυσι η Ρωσία αντιπροσώπευε το 40% των εισαγωγών της ΕΕ σε φυσικό αέριο.
Σε μια προσπάθεια απόκρουσης της πανευρωπαϊκής κριτικής που δέχεται, ο Εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ υποστήριξε χθες πως τεχνικά θέματα σχετικά με τον εξοπλισμό του αγωγού που οφείλονται στις κυρώσεις εμποδίζουν την Gazprom να εξάγει περισσότερο.
«Η Gazprom παρέχει [αέριο] όσο περισσότερο χρειάζεται και είναι δυνατό. Γνωρίζουμε πως οι τεχνικές δυνατότητες εφοδιασμού έχουν μειωθεί τώρα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Πεσκόφ και πρόσθεσε, περνώντας στην αντεπίθεση, πως οι ευρωπαϊκές κυρώσεις εμποδίζουν την επισκευή εγκαίρως του εξοπλισμού του Nord Stream 1.
«Η Gazprom ήταν και παραμένει ένας αξιόπιστος εγγυητής όλων των υποχρεώσεών της αλλά δεν μπορεί να εγγυηθεί προμήθειες αν ξένος εξοπλισμός δεν μπορεί να συντηρηθεί λόγω των ευρωπαϊκών κυρώσεων», κατέληξε.
Σηκώνοντας το ρωσικό γάντι, η Siemens Energy απάντησε χθες στις αιτιάσεις της Gazprom, επισημαίνοντας πως επαφίεται στο ρωσικό ενεργειακό κολοσσό να παράσχει τα απαραίτητα τελωνειακά έγγραφα για την επιστροφή της τουρμπίνας που είχε σταλεί για συντήρηση, στον Καναδά.
Ωστόσο, «υπολογίζαμε ότι θα παραλαμβάναμε μια επισκευασμένη μηχανή από τη Siemens (Energy) τον Μάιο, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουμε αυτή τη μηχανή» υποστήριξε ο Αναπληρωτής CEO της Gazprom, σημειώνοντας ακόμη πως και άλλες τουρμπίνες χρήζουν επισκευής, αλλά «η Siemens δεν παρέχει εργασία για την επίλυση αυτών των προβλημάτων». Υπό αυτό το πρίσμα, η Siemens Energy επανέλαβε πως η μεταφορά της τουρμπίνας που είχε σταλεί για συντήρηση μπορεί να αρχίσει αμέσως, εξηγώντας ότι αυτό που λείπει είναι «τα τελωνειακά έγγραφα για εισαγωγή στη Ρωσία. Η Gazprom, ως πελάτης, πρέπει να παράσχει αυτά τα έγγραφα».
Την ίδια ώρα στην πλέον δεινή θέση ως προς τα οικονομικά και πολιτικά αποτελέσματα της τακτικής Πούτιν βρίσκεται η Γερμανία, ως η πλέον εξαρτημένη σε επίπεδο ορυκτών καυσίμων από τα ενεργειακά δίκτυα της Μόσχας. Η προσπάθεια, μάλιστα, να καλύψει το Βερολίνο τις απαραίτητες ποσότητες (80% σε επίπεδο επάρκειας) μέχρι την 1η Νοεμβρίου έχει βρει γειτονικούς συμπαραστάτες, καθώς το Παρίσι ανακοίνωσε χθες πως «η Γαλλία είναι σε θέση να προμηθεύει τη Γερμανία με 20 terawatt/ω φυσικού αερίου, δηλαδή το 2% της γερμανικής κατανάλωσης, κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών, εάν χρειασθεί».
Ταυτόχρονα, ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν περιέγραψε χθες πως η Μόσχα έχει εκκινήσει έναν νέου τύπου, υβριδικό, παγκόσμιο πόλεμο με «όπλα» την πληροφόρηση, την ενέργεια και τα τρόφιμα, γυρνώντας πίσω το χρόνο «στις αρχές του 20ου, ακόμη και του 19ου αιώνα».
Επιπλέον, «η Ρωσία είναι μια από τις τελευταίες αποικιακές, ιμπεριαλιστικές δυνάμεις», σχολίασε ο Γάλλος Πρόεδρος, αποφασίζοντας «να εισβάλει σε μια γειτονική της χώρα προκειμένου να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της εκεί», τόνισε. «Η Ρωσία έχει ξεκινήσει έναν νέου τύπου, υβριδικό, παγκόσμιο πόλεμο», όπως παρατήρησε. «Αποφάσισε ότι η πληροφόρηση, η ενέργεια και τα τρόφιμα αποτελούν στρατιωτικά εργαλεία στην υπηρεσία ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου κατά της Ουκρανίας», κατέληξε ο Μακρόν, εγκαλώντας την Μόσχα για εκστρατεία παραπληροφόρησης, λέγοντας πως είναι μια από τις χώρες που χρησιμοποιεί «μέσα προπαγάνδας».
Γερμανικός Τύπος αλά 2009
Με το «γερμανικό κεκτημένο» των τελευταίων δεκαετιών να υποχωρεί μπροστά στις παράπλευρες απώλειες από την πανδημία του κορωνοϊού και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, «χώρες, όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, μην έχοντας ξεπεράσει ακόμη τα μέτρα λιτότητας που επέβαλε η Γερμανία κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ, δείχνουν ελάχιστη κατανόηση για το ότι η βιομηχανία της μεγαλύτερης και πιο ισχυρής οικονομίας της Ευρώπης απειλείται από την έλλειψη φυσικού αερίου» υποστήριξε σε δημοσίευμά της η οικονομική εφημερίδα του Ντίσελντορφ Handelsblatt. Και συνέχισε: «ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο Πούτιν θα συνεχίσει να δοκιμάζει την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη κατά το δοκούν, αν δε αυτή διαρκέσει μέχρι το φθινόπωρο θα εξαρτηθεί επίσης από το πώς θα εξελιχθεί η εσωτερική πολιτική συζήτηση στη Γερμανία και από το αν το Βερολίνο δείξει προθυμία να σπάσει ταμπού στην ενεργειακή πολιτική».
Εν τω μεταξύ σε κριτική και ύφος αντίστοιχα των προηγούμενων ετών απέναντι στην Ελλάδα επέστρεψε και η εφημερίδα Bild, εντοπίζοντας «κατασπατάληση χρημάτων των Γερμανών φορολογουμένων» πίσω από το ελληνικό πρόγραμμα για την αντικατάσταση ενεργοβόρων συσκευών. Αφορμή για να θυμηθεί τον «παλιό εαυτό» της αποτέλεσε για τη γερμανική εφημερίδα το ελληνικό πρόγραμμα αντικατάστασης ενεργοβόρων οικιακών συσκευών του ελληνικού Υπουργείου Ενέργειας και περιβάλλοντος.
«Αρκετά γενναιόδωρη είναι η ελληνική κυβέρνηση που δίνει στους πολίτες της καινούριες οικιακές συσκευές. Αλλά και οι Γερμανοί πρέπει να πληρώσουν το κόστος», σχολίασε η γερμανική εφημερίδα, συμπληρώνοντας πως «ο προϋπολογισμός του προγράμματος ανέρχεται στα 150 εκατομμύρια ευρώ, χρήματα της Ε.Ε. Αυτό σημαίνει ότι πληρώνει και η Γερμανία για τις νέες οικιακές συσκευές των Ελλήνων».
«Αυτός είναι ένας αμφισβητούμενος τρόπος να ξοδέψεις χρήματα άλλων κρατών μελών, γιατί, προσέξτε, και αυτά έχουν τα ίδια προβλήματα», ανέφερε, με τη σειρά της, η οικονομολόγος των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), Γιάνα Σίμκε.
Εκτιμώντας, επιπρόσθετα, πως επενδύσεις σε εναλλακτικούς τρόπους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θα είχαν περισσότερο νόημα από ότι σε ψυγεία και συστήματα κλιματισμού. Αυτό δεν θα αντιμετωπίσει τις αιτίες της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης».
Πάντως, ο Αντικαγκελάριος της Γερμανίας και Υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ δήλωσε ικανοποιημένος από τη συμφωνία των 27 κρατών-μελών της ΕΕ για εθελοντικό ψαλίδι 15% στη χρήση φυσικού αερίου το επόμενο διάστημα, σχολιάζοντας με νόημα πως «πρόκειται για γενικότερο πρόβλημα στην κεντρική Ευρώπη. Για μεγάλο χρονικό διάστημα εμπιστευτήκαμε τυφλά το φθηνό ρωσικό αέριο», όπως είπε.
Η πολιτική αντιπαράθεση στο εσωτερικό της ισχυρότερης οικονομίας της Ευρωζώνης επηρεάζει, όμως, την ανάπτυξη των κρατών – μελών της ΕΕ το επόμενο διάστημα, τη στιγμή που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεψε ότι η ρωσική οικονομία θα αντέξει τις κυρώσεις της Δύσης «περισσότερο από ό,τι προβλεπόταν τις κυρώσεις». Αντίθετα, σύννεφα ύφεσης συσσωρεύονται πάνω από τη Γηραιά Ήπειρο κατά το ΔΝΤ, σε αντίθεση με πολλές ευρωπαϊκές χώρες, για τις οποίες η πρόβλεψη για την ανάπτυξη κινήθηκε επί τα χείρω. Ειδικότερα, οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη το 2022 αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω για τη Γερμανία (–0,9 μονάδα στο 1,2%), τη Γαλλία (–0,6 μονάδα στο 2,3%) αλλά και την Ισπανία (–0,8 μονάδα στο 4,0%), γεγονός που κρατά σε «επιφυλακή» επενδυτές και αγορές.
Το ενεργειακό «ναρκοπέδιο» που περιμένει την Ευρώπη το χειμώνα αποδίδεται, κατά το ΔΝΤ, «στην αύξηση των τιμών της ενέργειας», «τη μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών», καθώς και «την επιβράδυνση της βιομηχανικής δραστηριότητας εξαιτίας των συνεχιζόμενων προσκομμάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και της ανόδου του κόστους των πρώτων υλών», καθιστώντας πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες ευάλωτες απέναντι στις αγορές, αλλά και κρατώντας την ίδια ώρα τις τιμές των ορυκτών καυσίμων στα ύψη.
Άλλωστε, η προμήθεια ήδη σε ποσοστό 75% της ΕΕ με φυσικό αέριο από άλλες χώρες μικραίνει δραματικά τον κατάλογο των δυνητικών παραγωγών ενέργειας προς την ΕΕ, δεδομένο που αποτιμούν ως κρίσιμο οι αγορές, κρατώντας ψηλά τις τιμές.