Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η ολομέτωπη υβριδική επίθεση της Τουρκίας κατά της χώρας μας στην αρχή μιας διαφαινόμενης επικίνδυνης κλιμάκωσης, που μένει να αποδειχτεί στις πραγματικές της διαστάσεις το προσεχές διάστημα. Τα έως τώρα σημεία είναι εξαιρετικά ανησυχητικά, καθώς πέρα από τους γνωστούς χάρτες της φαντασιακής «Γαλάζιας Πατρίδας» και τον ανιστόρητο διπλωματικό μανδύα, με τον οποίο επιχειρείται να επενδυθούν οι νέες διεκδικήσεις της Αγκυρας, η προετοιμασία της τουρκικής κοινής γνώμης για τα όσα δείχνει να έχει αποφασίσει ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είναι αυτή που προβληματίζει περισσότερο.
Κι αυτό γιατί η προσέγγιση των ελληνοτουρκικών σχέσεων από το ελληνικό πολιτικό σύστημα διαχρονικά έπασχε στο ότι προσπαθούσε να ερμηνεύσει την τουρκική επιθετικότητα στο πλαίσιο της εξαγωγής της εσωτερικής έντασης και των αδιεξόδων στο Αιγαίο και όχι ενταγμένη σε μία δομημένη επεκτατική στρατηγική εκπονημένη κεντρικά στο υψηλότερο επίπεδο και αποδεκτή από το σύνολο του πολιτικού κατεστημένου της γείτονα.
Το καθεστώς Ερντογάν προετοιμάζει τους Τούρκους πολίτες συστηματικά τις τελευταίες εβδομάδες μέσω της δαιμονοποίησης της Ελλάδας από έναν καλά εκπαιδευμένο προπαγανδιστικό μηχανισμό, που βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία με αποστολή τη δημιουργία ανθελληνικού κλίματος στην κοινωνία. Η ερμηνεία της καλπάζουσας τουρκικής υστερίας με όρους προεκλογικούς μοιάζει ασθενική, καθώς οι «προσδοκίες», που έχει ήδη δημιουργήσει στην τουρκική κοινή γνώμη ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ουσιαστικά τον καθιστούν όμηρό τους. Με απλά λόγια δηλαδή, εάν θεωρήσουμε ότι η στοχοποίηση των νησιών του Αιγαίου και η αμφισβήτηση της κυριαρχίας τους αποτελεί μέρος ενός προεκλογικού σχεδιασμού για να βελτιωθούν οι επιδόσεις του στις δημοσκοπήσεις ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2023 τότε αυτομάτως μια πιθανή υπαναχώρηση από τις επεκτατικές αυτές θέσεις θα καταβαράθρωνε τα ποσοστά προεξοφλώντας το αποτέλεσμα ένα χρόνο πριν.
Συντονισμένες οι κινήσεις της Τουρκίας κατά της Ελλάδας
Η Αγκυρα λοιπόν φαίνεται ότι συντονισμένα επισπεύδει τη δημιουργία ενός εθνικού εχθρού, που δεν είναι άλλος από τους Ελληνες, για να εξασφαλίσει όχι τη νομιμοποίηση, άλλωστε τα αυταρχικά καθεστώτα ουδέποτε την επιδίωξαν, αλλά την κοινωνική υποστήριξη και συμμετοχή σε αυτό, που ετοιμάζει. Εάν η έκταση και η ένταση της προπαγάνδας είναι έως κάποιο βαθμό ενδεικτικές του τι επίκειται τότε τα μηνύματα δεν είναι σίγουρα καλά. Ειδικά, εάν αντιληφθούμε τον πυρήνα των τουρκικών «επιχειρημάτων», που προορίζονται να ενεργοποιήσουν εθνικιστικά αντανακλαστικά, ότι δήθεν οι Ελληνες «έκλεψαν τα νησιά από τους Τούρκους». Σε αυτή την περίπτωση ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα είναι ο ηγέτης, ο οποίος θα αναλάβει να διορθώσει το «ιστορικό λάθος».
Για να γίνει πιο πιστευτό το αφήγημα στην τουρκική κοινωνία, η προπαγάνδα προχωρά ένα βήμα παραπέρα βαφτίζοντας ως ξεκάθαρη απειλή την Ελλάδα για την εθνική υπόσταση της Τουρκίας, διάσταση που όχι μόνο θα δικαιολογούσε αλλά καθιστά επιβεβλημένη τη λήψη όλων των μέτρων εκείνων, συμπεριλαμβανομένης και της ανάληψης στρατιωτικής δράσης, για την εξάλειψή της. Στην εμπέδωση της συγκεκριμένης παραμέτρου καθοριστικός είναι ο ρόλος των Τούρκων δημοσιογράφων, σε μία χώρα που η δημοσιογραφία είναι πλήρως ελεγχόμενη και κατευθυνόμενη από το πολιτικό και στρατιωτικό κατεστημένο. Δημοσιογράφος της εφημερίδας «Χουριέτ» ήταν άλλωστε ο Τζεσούρ Σερτ, ο οποίος το 1996 κατέβασε την ελληνική και ύψωσε την τουρκική σημαία στα Ιμια οδηγώντας τις δύο χώρες στα πρόθυρα του πολέμου.
Οι Τούρκοι δημοσιογράφοι αρθρογραφούν κατά της Ελλάδας και υποδαυλίζουν τις συζητήσεις στις τηλεοπτικές εκπομπές όχι μόνο ωθώντας τους πρόθυμους απόστρατους να ξεδιπλώσουν το ανθελληνικό μένος τους και τα επιθετικά σχέδια του τουρκικού επιτελείου, αλλά εκφράζοντας και οι ίδιοι ακραίες θέσεις. Η τουρκική κοινή γνώμη βομβαρδίζεται καθημερινά μέσω εφημερίδων, διαδικτύου και τηλεόρασης ότι η χώρα μας από κοινού με τις ΗΠΑ προετοιμάζονται να επιτεθούν στην Τουρκία με τη μεγαλύτερη απειλή να εντοπίζεται στα νησιά, που «παρανόμως κατέχει η Ελλάδα», λόγω της στρατικοποίησής τους.
Κινήσεις Τουρκίας για πολεμική σύγκρουση με την Ελλάδα
Ιδιαίτερη έμφαση για να ενισχυθεί ο δήθεν υπαρκτός κίνδυνος δίνεται στα εξοπλιστικά προγράμματα των Ενοπλων Δυνάμεων, απόδειξη, κατά τους Τούρκους, των «μαξιμαλιστικών σχεδιασμών» των Ελλήνων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι χαρακτηριστικό, ότι επισημαίνεται πως όταν η χώρα μας απέκτησε την ανεξαρτησία της, είχε έκταση 47.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα ενώ σήμερα η ελληνική επικράτεια είναι 132.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, εξέλιξη που, όπως υπογραμμίζεται, σημειώθηκε εις βάρος της Τουρκίας. Ιδια είναι και η παραμορφωτική οπτική στο θέμα των ελληνικών χωρικών υδάτων, που από 3 ναυτικά μίλια στη συνθήκη της Λωζάνης, αυξήθηκαν το 1936 σε 6 ενώ εκφράζεται η υποψία ότι η ελληνική κυβέρνηση θα προχωρήσει προσεχώς στην επέκτασή τους στα 12 ναυτικά μίλια.
Συνεπώς, οι Τούρκοι πολίτες, βρίσκονται ενώπιον μιας εικόνας, που ύστερα από τον παραμορφωτικό φακό του καθεστώτος Ερντογάν, τοποθετεί τον Τούρκο πρόεδρο έτοιμο να αποκαταστήσει την ιστορική τάξη μέσα από τον εθνικό μονόδρομο της υφαρπαγής ελληνικού εδάφους. Πρόκειται για κλασικές προπαρασκευαστικές κινήσεις, που προετοιμάζουν το έδαφος για τη μετάβαση από την επιθετική ρητορική στο πεδίο της αμφισβήτησης στην πράξη της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου, κίνηση, που μόνο με στρατιωτικά μέσα, μπορεί να επιχειρηθεί οδηγώντας σε γενικευμένη πολεμική σύγκρουση Ελλάδας και Τουρκίας.