Θα έλεγε κανείς ότι υπάρχει μια διαρκή προσπάθεια να εντοπιστούν στοιχεία στις αλλεπάλληλες ανακοινώσεων στατιστικών δεδομένων και προβλέψεων που μπορούν να δικαιολογήσουν μια ορισμένη αισιοδοξία. Η ίδια η αποσπασματικότητα, άλλωστε, του τρόπου που ανακοινώνονται και ο αντανακλαστικός τρόπος με τον οποίον αντιδρούν όσοι εμπλέκονται στην οικονομία, πρώτα και κύρια ,οι αγορές, βοηθάει αυτή την τάση. Όμως, αυτό που χάνεται είναι η αναμέτρηση με τη συνολικότερη δυναμική.
Πώς πρέπει να διαβάσουμε τα «θετικά μηνύματα»;
Για να είμαστε δίκαιοι όντως το τελευταίο διάστημα καταγράφηκαν κάποια θετικά μηνύματα. Το ΔΝΤ ανέβασε την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη στην παγκόσμια οικονομία το 2023 από 2,7% σε 2,9%, κυρίως γιατί φαίνεται ότι Κίνα και Ινδία θα τα πάνα καλύτερα. Οι ΗΠΑ εμφάνισαν ένα ρυθμό ανάπτυξης στο τελευταίο τρίμηνο – προβαλλόμενο σε ετήσια βάση – 2,9%, όμως με άλλο τρόπο υπολογισμό (σύγκριση με ΑΕΠ σε αντίστοιχο τρίμηνο προηγούμενου έτους) ήταν 1%. Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ το Δεκέμβριο υποχώρησε στο 6,5%, αλλά δεν παύει να είναι υψηλότερος από αυτό που είχαμε συνηθίσει τα προπανδημικά χρόνια. Επιπλέον, ενώ η μείωση του συνολικού πληθωρισμού σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα ήταν 0,6%, η μείωση του δομικού πληθωρισμού (δηλαδή χωρίς καύσιμα και τρόφιμα) ήταν μόνο 0,3%. Ενδιαφέρον έχει σίγουρα η αύξηση της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 που ήταν στο 3%, αντιστρέφοντας μια τάση υποχώρησης που είχε καταγραφεί.
Και βέβαια υπήρξε η εντυπωσιακή ανακοίνωση ότι στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο προστέθηκαν 517.00 θέσεις εργασίας, ενώ παράλληλα ανακοινώθηκε ότι διορθώθηκαν προς τα πάνω και οι εκτιμήσεις για τις θέσεις εργασίας που είχαν δημιουργηθεί το 2022. Όμως, την ίδια στιγμή οι επιχειρήσεις προσπαθούν να μειώσουν το κόστος εργασίας και το ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού παρέμεινε στο 62,4%, δηλαδή κάτω από το επίπεδο πριν την πανδημία.
Τα σημάδια που εξακολουθούν να προκαλούν ανησυχία
Από την άλλη, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε ότι διάφορα από τα στοιχεία που αναφέρονται ως στοιχεία αισιοδοξίας, είναι περισσότερο στοιχεία ότι δεν χρειάζεται να είμαστε τόσο απαισιόδοξοι, ή σημάδια ότι «τα πράγματα δεν έγιναν χειρότερα». Για παράδειγμα, τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στις αναπτυγμένες χώρες παραπέμπουν στο ότι η κορύφωση των πληθωριστικών τάσεων μπορεί να έχει ανήκει στο παρελθόν, όμως δεν ανήκει στο παρελθόν ο πληθωρισμός στη δομική του διάσταση, αυτή που δεν αφορά τις συγκυριακές διακυμάνσεις π.χ. των καυσίμων. Επιπλέον, ορισμένα από τα θετικά στοιχεία, όπως π.χ. η αύξηση της απασχόλησης στις ΗΠΑ είναι πιθανό να ερμηνευτούν από τη FED ως λόγος να επιμείνει στην πολιτική αύξησης των επιτοκίων, έστω και με μικρότερες αυξήσεις ανά βήμα, άρα να επιτείνει ουσιαστικά μια «υφεσιακή» δυναμική.
Οι δείκτες PMI
Mια ματιά στους δείκτες PMI (δείκτες των υπεύθυνων προμηθειών, όπου κάθε τιμή από το 50 και πάνω σημαίνει μεγέθυνση και κάθε τιμή κάτω από 50 σημαίνει συρρίκνωση) δείχνει ακόμη ότι απέχουμε από μια ρωμαλέα αναπτυξιακή δυναμική στις αναπτυγμένες οικονομίες.
Για παράδειγμα ο ευρωπαϊκός κλαδικός δείκτης έδειξε χαμηλότερη δραστηριότητα στους περισσότερους κλάδους τον Ιανουάριο σε σχέση με τον Δεκέμβριο. Ο συνολικός παγκόσμιος δείκτης δείχνει σταθερότητα (με το ερώτημα εάν θα γίνει και στασιμότητα). Ο σύνθετος δείκτης PMI για την Ευρωζώνη έδειξε για πρώτη φορά από τον Ιούνιο πραγματικά θετικό πρόσημο (στο 50.3), όμως άλλοι δείκτες παραμένουν αρνητικοίο Ο δείκτης PMI παραγωγικότητας για την Ευρωζώνη εξακολουθεί να είναι σε αρνητική δυναμική (47.4) με την αισιοδοξία να προέρχεται στο ότι είναι απλώς λιγότερο αρνητική συνθήκη από το 46.6 του Δεκεμβρίου.
Ο δείκτης PMI της μεταποίησης στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 2023 ήταν 46.9. Είναι κάπως καλύτερη εικόνα από το 46.2 του Δεκεμβρίου, αλλά αυτό δεν ακυρώνει το γεγονός ότι ήταν ο τρίτος συνεχόμενος μήνας όπου υπάρχει εικόνα υποχώρησης της βιομηχανικής δραστηριότητας.
Την ίδια ώρα ορισμένα στοιχεία της συγκυρίας δεν είναι απαραίτητα θετικά. Η απόφαση της Ρωσίας να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου για παράδειγμα θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές του πετρελαίου, ή τουλάχιστον να συγκρατήσει την πτώση, στοιχείο που θα σημαίνει και αύξηση του κόστους παραγωγής και πληθωριστικές πιέσεις.
Τα όρια της αισιοδοξίας
Όλα αυτά δείχνουν ότι παρά την προσπάθεια για αισιοδοξία, υπάρχουν αρκετές παράμετροι ανησυχίας, ιδίως στις αναπτυγμένες οικονομίες. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και εάν σε παγκόσμιο επίπεδο η ανάκαμψη στην Κίνα, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, οδηγήσει σε μια καλύτερη εικόνα ως προς την παγκόσμια ανάπτυξη, η κατάσταση στις αναπτυγμένες οικονομίες θα παραμείνει αντιφατική.
Προφανώς και στοιχεία δυναμισμού θα υπάρξουν – η αγορά εργασίας στις ΗΠΑ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα –, όμως την ίδια στιγμή θα υπάρχουν και ανοιχτά ερωτήματα.
Αυτά θα αφορούν καταρχάς την αντιπληθωριστική πολιτική. Με τις κεντρικές τράπεζες να εξακολουθούν να βλέπουν τον πληθωρισμό κυρίως με όρους ζήτησης και άρα να επιλέγουν αυξήσεις επιτοκίων με την ελπίδα ότι θα διαμορφώσουν δυναμικές «συρρίκνωσης» ώστε να υποχωρήσουν οι τιμές, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού, ο κίνδυνος αυτό να ανακόψει τις όποιες δυναμικές ανάπτυξης παραμένει.
Έπειτα, ανεξαρτήτως συγκυριακών δυναμικών, το ζήτημα με την επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης της παραγωγικότητας, που επιτείνεται σε όσες οικονομίες μετατοπίζονται προς τις υπηρεσίες, παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό συνολικά για τις προοπτικές της ανάπτυξης.
Και στοιχεία όπως οι εντονότεροι παρά ποτέ γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, που μεταφράζονται και σε πρακτικές εμπορικού πολέμου, ενδεικτική η κατάσταση γύρω από τους ημιαγωγούς, ή η στροφή σε «προστατευτικές» πολιτικές (όπως για παράδειγμα το «πράσινο πακέτο» Μπάιντεν και η σχεδιαζόμενη ευρωπαϊκή απάντηση σε αυτό) επίσης διαμορφώνουν ένα πιο αντιφατικό πλαίσιο.
Ούτως ή άλλως, ο πόλεμος στην Ουκρανία, αμέσως μετά την πανδημία, έδειξε ότι έχουμε μπει σε μια εποχή όπου η πιθανότητα μεγάλων «εξωγενών» σοκ γίνεται όλο και πιο μεγάλη, διαμορφώνοντας μια πιο «δομική» δυναμική επισφάλειας.
Επιπλέον, μπορεί σε αυτή τη φάση τα πακέτα για την «Πράσινη Μετάβαση» να αντιμετωπίζονται – και όντως να αποτελούν – αναπτυξιακό μοχλό, όμως την ίδια στιγμή ο πραγματικός ορίζοντας της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα περιλαμβάνει αρκετά ερωτηματικά για το πώς θα επιβιώσουν κλάδοι που εξακολουθούν να αποτελούν «ατμομηχανές».
Σε όλα αυτά προστίθεται ένα πιο συνολικό ερώτημα που αφορά την ίδια την ικανότητα όσων σχεδιάζουν την οικονομική πολιτική, από το πώς αντιδρούν οι αγορές (που δεν είναι ένα απρόσωπο άθροισμα αλλά ένα σύνθετο σύνολο ανθρώπων που διαρκώς εκτιμούν, σχεδιάζουν, επιλέγουν) μέχρι τις κυβερνήσεις, να στοχαστούν μια περίοδο αλλαγών, χωρίς απλώς να παλινδρομούν σε τρόπους σκέψης και συνταγές που μπορεί κάποτε να απόδωσαν αλλά πλέον είναι ουσιωδώς ανεπαρκείς.