Για τις δύσκολες στιγμές που βίωσε ο ίδιος και η οικογένειά του, μίλησε ο πατέρας Χριστόδουλος Παπαϊωάννου, όταν κλήθηκε να τελέσει την κηδεία του 23χρονου γιου του, Κυπριανού, ο οποίος βρήκε τραγικό θάνατο στο δυστύχημα των Τεμπών.
«Είναι δύο ρόλοι που και συμπορεύονται και ξεχωρίζουν» σημείωσε ο πατέρας Χριστόδουλος για το διπλό του ρόλο, αυτόν του πατέρα ενός νεκρού και του ιερέα που έπρεπε να τελέσει την κηδεία ενός νέου.
Μιλώντας στο Star για το γιο του, υπογράμμισε ότι ο Κυπριανός μεγάλωσε με το Χριστό, αλλά ήταν και ένα παιδί της εποχής. «Ήθελε να πάρει τα στέφανά του από το μοναστήρι της Αγίας Μαρίνας, που το αγαπούσε γιατί έψαλλε εκεί ο Κυπριανός, γιατί θα κάναμε βυζαντινό γάμο στις 27 Αυγούστου» τόνισε.
«Ήταν 23 ετών παιδί, με όνειρα. Το να μεγαλώνεις ένα παιδί σήμερα, δεν είναι εύκολο πράγμα. Ο γιος μου ονειρευόταν να κάνει τη δική του οικογένεια, ήταν αγνός. Περίμεναν το γάμο τους για να ζήσουν εν Χριστώ τα παιδιά» πρόσθεσε ο πατέρας Χριστόδουλος.
Πως έμαθε για την τραγωδία
Ο πατέρας Χριστόδουλος αναφέρθηκε και στις τραγικές στιγμές που αντιλήφθηκε ο ίδιος και η οικογένειά του ότι ο Κυπριανός βρισκόταν στο μοιραίο τρένο.
«Ήταν την Τρίτη τη νύχτα, όταν δεν απαντούσε στο τηλέφωνο. Ήρθε η μνηστή του στο σπίτι και μας είπε ότι του τηλεφωνεί αλλά δεν απαντά. Ήταν περίπου 00:30 τα ξημερώματα» είπε ο πατέρας του 23χρονου.
«Όταν είδα το δημοσίευμα για την σύγκρουση, επειδή είχα μέσα μου κάποια γεγονότα, λέω μέσα μου, ήταν σαν μου έβαλαν ένα μαχαίρι στην καρδιά μου και να έφυγε όλο το αίμα από μέσα» συμπλήρωσε.
Το προφητικό όνειρο
Ο πατέρας Χριστόδουλος μίλησε και για το προφητικό όνειρο που είχε δει ο παππούς του Κυπριανού, σχετικά με το γάμο του με την μνηστή του.
«Είχε δει το γάμο τους και αφού ο παππάς στεφάνωσε τη Χριστίνα, γύρισε προς το μέρος του αλλά αυτός είχε εξαφανιστεί και στη θέση του βρισκόταν μια στήλη φωτός» είπε, υπογραμμίζοντας ότι με τον τρόπο του ο Θεός σε προετοιμάζει τον άνθρωπο.
«Είμαι ιερέας, θάβω μωρά, μεσήλικες και γέρους. Ήταν ο εφιάλτης της ζωής μου. Είχα δει ότι δεν θα μπορούσα να το αντέξω αν κάποιο από τα δικά μου παιδιά έφευγε από τη ζωή. Το ένιωθα, αλλά το καλλιεργούσα, έλεγα «γιατί όχι εσύ»» σημείωσε και πρόσθεσε: «Όταν έφυγα από δω (σ.σ. την Κύπρο) ήθελα να πάρω το σώμα του παιδιού μου. Ήθελα να τελέσω την κηδεία όπως προβλέπεται, να περιποιηθώ το παιδί μου, το λείψανό του».
Όταν είδα το πρόσωπό του…
«Για μένα ήταν πολλαπλάσιος πόνος και δεν άντεξα. Αφού φύγαμε από τη Λάρισα, ζήτησα να μου ανοίξουν το φέρετρο, να δω τη μορφή του Κυπριανού. Όταν είδα το πρόσωπό του, άρχισα να ησυχάζω. Γιατί ήταν ο Κυπριανός» υποστήριξε ο πατέρας Χριστόδουλος.
«Μου σηκώθηκε η τρίχα όταν είδα τον κόσμο που είχε μαζευτεί στην κηδεία του παιδιού. Είχε ήλιο και όταν βγήκε το φέρετρο από την εκκλησία έπιασε βροχή» συμπλήρωσε.
Τέλος, μιλώντας για τη φωτογραφία που η οικογένεια του Κυπριανού στάθηκε δίπλα από το θέρετρο του 23χρονου και χαμογελούσε, τονίζοντας ότι «είναι η φωτογραφία που απεικονίζει τη «θεία παρηγορία» που νοιώθουν όλοι ότι ο Κυπριανός βρίσκεται στο Φως».