Μετά το αποτέλεσμα των εκλογών της Κυριακής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αλέξης Τσίπρας δεν αξιοποίησαν, όπως αναμενόταν, τη διερευνητική εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης και πλέον το «μπαλάκι» πάει στον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος θα πάει σήμερα στις 18:30 στο Προεδρικό Μέγαρο για να κάνει κι αυτός με τη σειρά του ακριβώς το ίδιο.
Η διαδικασία ξεκίνησε χθες το πρωί από την Κατερίνα Σακελλαροπούλου μετά την παραλαβή των αποτελεσμάτων από τον πρόεδρο της Βουλής. Πρώτος το κατώφλι του Προεδρικού Μεγάρου πέρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως νικητής των εκλογών, ο οποίος κράτησε τη διερευνητική εντολή μόλις μερικές ώρες. Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επικοινώνησε τηλεφωνικά με τους αρχηγούς όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων, Αλέξη Τσίπρα, Νίκο Ανδρουλάκη, Δημήτρη Κουτσούμπα και Κυριάκο Βελόπουλο, στους οποίους εξέφρασε αυτό που είχε πει προηγουμένως και στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Ότι δεν υπάρχει προϋπόθεση για σχηματισμό κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή και πως προτίθεται να επιστρέψει τη διερευνητική εντολή άμεσα, όπως και έγινε. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετέφερε στους πολιτικούς αρχηγούς ότι η κυβέρνηση θα προτείνει την επίσπευση της σύγκλησης και διάλυσης της νέας Βουλής, ώστε να διεξαχθούν βουλευτικές εκλογές στις 25 Ιουνίου.
ADVERTISING
H ορκωμοσία των βουλευτών που εκλέχτηκαν στις εκλογές της 21 Μαΐου θα γίνει στις 18.00 το απόγευμα της Κυριακής (28/5). Το πρωί της Δευτέρας (29/5)) θα ακολουθήσει η εκλογή προεδρείου, ενώ το απόγευμα της ίδιας ημέρας η Βουλή θα διαλυθεί, ώστε να «τρέξουν» οι διαδικασίες για να προκηρυχθούν και επίσημα οι δεύτερες εκλογές στις 25 Ιουνίου.
Τι προβλέπει το Σύνταγμα
Κάθε πολιτικός αρχηγός των τριών πρώτων κομμάτων έχει τη δυνατότητα να κρατήσει τη διερευνητική εντολή έως τρείς ημέρες, προκειμένου να ολοκληρώσει τις απαιτούμενες επαφές με τα υπόλοιπα κόμματα για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
Το συνταγματικό όριο για τον σχηματισμό κυβέρνησης, βάσει του άρθρου 84 του Συντάγματος, είναι η δυνατότητα να λάβει ψήφο εμπιστοσύνη από τη Βουλή των Ελλήνων, δηλαδή είτε 151 θετικές ψήφους, είτε από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών που δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα 2/5 του συνολικού αριθμού των βουλευτών, δηλαδή 120 ψήφων αρκεί βέβαια να είναι περισσότεροι εκείνων που θα την καταψηφίσουν.
Στην περίπτωση που οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν και δεν διαφαίνεται ότι μπορεί να προκύψει κυβέρνηση, όπως τώρα η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλέσει στο Προεδρικό Μέγαρο τους αρχηγούς όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων για τη διερεύνηση του σχηματισμού Κυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Bουλής.
Εάν και αυτή η προσπάθεια αποδειχθεί άκαρπη, όπως αναμένεται ότι θα συμβεί, τότε η κυρία Σακελλαροπούλου θα προχωρήσει στον σχηματισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης ευρύτερης αποδοχής από όλα τα κόμματα της Bουλής και θα εκδώσει νέο Προεδρικό Διάταγμα διάλυσης της ΙΘ’ Κοινοβουλευτικής Περιόδου, προκήρυξης εκλογών και την ημέρα και ώρα σύγκλισης της Κ’ Κοινοβουλευτικής Περιόδου.
Τα καθήκοντα του Πρωθυπουργού θα ανατεθούν στον Πρόεδρο του Eλεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννη Σαρμά, ο οποίος είναι ο αρχαιότερος εκ των τριών προέδρων των τριών Ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας.
Αναλυτικά οι τρεις υποψήφιοι υπηρεσιακοί πρωθυπουργοί:
- Μαρία Γεωργίου, πρόεδρος του Αρείου Πάγου (επιλέχθηκε το 2021 εισήχθη στο σώμα το 1983).
- Ευαγγελία Νίκα, πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας (επιλέχθηκε το 2022 εισήχθη στο σώμα το 1983).
- Ιωάννης Σαρμάς, πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (επιλέχθηκε τον Νοέμβριο του 2019 εισήχθη στο σώμα το 1987).
Τα πρώτα ονόματα που ακούγονται για τη σύνθεση της υπηρεσιακής κυβέρνησης
Τα πρώτα ονόματα που έχουν ακουστεί για τις θέσεις του υπουργού Εξωτερικών και του υπουργού Εθνικής Άμυνας είναι αυτά των διπλωματών Βασίλη Κασκαρέλη και Παύλου Αποστολίδη.
Ο πρέσβης Βασίλης Κασκαρέλης υπήρξε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Υπηρεσίας από το 1974. Τον Μάιο του 2009 ανέλαβε Πρέσβης της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον. Έχει υπηρετήσει ως Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2004-2009).
Νωρίτερα είχε διατελέσει Μόνιμος Αντιπρόσωπος της χώρας μας στο ΝΑΤΟ, σε μια περίοδο (2000-2004).Την περίοδο 1994-2000 υπηρέτησε ως Αναπληρωτής Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ.
Ο Παύλος Αποστολίδης, πρέσβης ε.τ, πρώην διοικητής της ΕΥΠ, ενώ έχει διατελέσει υπηρεσιακός Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Παναγιώτη Πικραμμένου, ενώ ήταν ο επικεφαλής της ομάδας των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία από το 2010.
Ποιο εκλογικό σύστημα θα ισχύσει στις επόμενες κάλπες
Οι επόμενες εκλογές αναμένεται να γίνουν με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής. Στην περίπτωση αυτή ισχύει το όριο του 3% για την είσοδο στην Βουλή, όμως το πρώτο κόμμα λαμβάνει μπόνους μέχρι και 50 έδρες. Αν το πρώτο κόμμα επιτύχει ποσοστό ίσο ή μεγαλύτερο του 25%, λαμβάνει μπόνους 20 εδρών και επιπλέον μία έδρα για κάθε επιπλέον μισή μονάδα στο αποτέλεσμα. Το «ταβάνι» του κλιμακωτού μπόνους είναι το 40%, ποσοστό που αντιστοιχεί στο μάξιμουμ των 50 εδρών. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση συνασπισμού κομμάτων.
Ως εκ τούτου, ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης γίνεται ευκολότερος, καθώς αρκεί ένα ποσοστό γύρω στο 37%.
Όσες έδρες παραμείνουν αδιάθετες, κατανέμονται αναλογικά στα κόμματα που έχουν περάσει το όριο του 3% και έχουν εξασφαλίσει την είσοδό τους στη Βουλή.
Οι πολίτες θα κληθούν να ψηφίσουν μόνο κόμμα.
Η διαμόρφωση της Βουλής αν οι πρώτες εκλογές είχαν γίνει με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής
Εάν στις εκλογές της 21ης Μαΐου ίσχυε ο εκλογικός νόμος της ενισχυμένης αναλογικής με τον οποίο θα πάμε στις επόμενες κάλπες, τότε σε μια πεντακομματκή Βουλή όπως αυτή που αναδείχθηκε και με τα ίδια πάντα ποσοστά που έχουν λάβει τα κόμματα η ΝΔ θα είχε εκλέξει 171 βουλευτές αντί 146. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα εξέλεγε 60 βουλευτές αντί 71, το ΠΑΣΟΚ 35 αντί 41, το ΚΚΕ 21 αντί 26 και η Ελληνική Λύση 13 αντί 16.
Ένα δεύτερο σενάριο, θα ήταν να μπει ένα ακόμα κόμμα με 3% στη Βουλή και τότε η Νέα Δημοκρατία θα είχε 167 βουλευτές, ο ΣΥΡΙΖΑ 58, το ΠΑΣΟΚ 33, το ΚΚΕ 21, η Ελληνική Λύση 13.
Το τρίτο σενάριο με επτακομματική Βουλή θα έριχνε τις έδρες της ΝΔ σε 163, του ΣΥΡΙΖΑ σε 56, του ΠΑΣΟΚ σε 32, το ΚΚΕ σε 20, της Ελληνικής Λύσης σε 13 ενώ, τα άλλα δύο κόμματα, θα είχαν από 8 βουλευτές.