Του Κώστα Ράπτη
To 18μελές νέο συμβούλιο που όρισε ο Ταγίπ Ερντογάν με την έναρξη της τρίτης (και τελευταίας) προεδρικής θητείας του σηματοδοτεί μιαν ορισμένη “επανεκκίνηση”. Στο επίκεντρό της βρίσκεται βέβαια ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος, αποδεικνύοντας ότι στο “χρηματιστήριο Ερντογάν” οποιοσδήποτε άλλος είναι αναλώσιμος.
Με το βλέμμα στραμμένο στην διαδοχή του, όποτε αυτή έλθει, ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας απομάκρυνε τους δύο εκείνους υπουργούς που ήσαν οι περισσότερο φιλόδοξοι και αυτονομημένοι: τον υπουργό Άμυνας Χουλουσί Ακάρ (αρχηγό ενόπλων δυνάμεων κατά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016) και τον προσφιλή στους ακροδεξιούς εταίρους υπουργό Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού.
Οι δύο αυτοί άνδρες, από κοινού με τον μέχρι χθες υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου (ο οποίος φέρεται ότι θα αναλάβει το καθήκον να κατακτήσει τον δήμο της γενέτειράς του Αττάλειας για λογαριασμό του κυβερνώντος κόμματος) προσωποποίησαν επίσης την περισσότερο ενοχλητική για τη Δύση και επιθετική προς τα έξω εκδοχή της πολιτικής Ερντογάν. Η αντικατάστασή τους από νέα πρόσωπα θα δευκολύνει τη διαμόρφωση ενός περισσότερο φιλικού προς την Τουρκία κλίματος στις δυτικές πρωτεύουσες, χωρίς πάντως να αποξενώσει τους νέους εταίρους στον ευρασιατικό κόσμο.
Βέβαια, ο Χακάν Φιντάν, ο οποίος μετακινείται από την ηγεσία των μυστικών υπηρεσιών στο υπουργείο Εξωτερικών και ο Γιασάρ Γκιουλέρ, ο οποίος μετατρέπεται από αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων σε πολιτικό τους προϊστάμενο, δεν είναι άγνωστοι ή πρωτοεμφανιζόμενοι. Διαθέτουν όμως το προσόν να είναι προσωπικά πιστοί στον Ερντογάν και κυρίως να έχουν αποδεδειγμένη ικανότητα χειρισμού δύσκολων φακέλων.
Αρκεί να θυμηθούμε ότι ο 55χρονος Φιντάν, διευθυντής της ΜΙΤ από το 2010, υπήρξε ο άνθρωπος ο οποίος σε παλαιότερη φάση διεξήγαγε εμπιστευτικές επαφές στο Όσλο με αντιπροσωπεία του ΡΚΚ για την διευθέτηση του κουρδικού ζητήματος, αλλά και ότι προέστη της τεράστιας επιχείρησης στρατολόγησης, εξοπλισμού και χρηματοδότησης ισλαμιστών μαχητών εναντίον του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία. Σπουδασμένος στις ΗΠΑ, χωρίς να είναι “φιλοδυτικός”, ο Φιντάν είναι έμπειρος διαπραγματευτής και γνώστης πολλών μυστικών των αυριανών διεθνών συνομιλητών του. Ο δε Γκιουλέρ προέστη των στρατιωτικών επιχειρήσεων της Τουρκίας στη βόρεια Συρία και το βόρειο Ιράκ.
Αντίστοιχο άνοιγμα σηματοδοτεί η ανάθεση του υπουργείου Οικονομικών στον Μεχμέτ Σιμσέκ, του ανθρώπου ο οποίος επιφορτίζεται με το καθήκον της προσέλκυσης επενδύσεων και της αποκατάστασης της εικόνας της Τουρκίας στον κόσμο των αγορών. Είναι όμως ένα ερώτημα πόσο γρήγορη μπορεί να αποβεί η επιστροφή στις επιταγές της οικονομικής ορθοδοξίας, με δεδομένο ότι σε δέκα μήνες πραγματοποιούνται δημοτικές εκλογές.
Ο 56χρονος Σιμσέκ ξεκίνησε την σταδιοδρομία του ως σύμβουλος της αμερικανικής πρεσβείας στην Άγκυρα και κατόπιν υπήρξε στέλεχος της Merill Lynch με έδρα της Βρετανία. Ανέλαβε για πρώτη φορά το υπουργείο Οικονομικών την περίοδο 2009-2015 και κατόπιν την αντιπροεδρία της κυβέρνησης (με ευθύνη τον οικονομικό τομέα) μέχρι το 2018, οπότε συγκρούσθηκε με τον Ερντογάν. Μετά τη μετατροπή του πολιτεύματος σε προεδρικό δεν ανέλαβε άλλα δημόσια καθήκοντα.
Το όνομά του είχε ήδη ακουστεί πριν από την διεξαγωγή των εκλογών, αλλά ο Σιμσέκ φέρεται να διαπραγματεύθηκε σκληρά σε αλλεπάλληλες συναντήσεις με τον Ερντογάν, ώστε να εξασφαλίσει, προτού αποδεχθεί την πρόταση επανόδου στην κυβέρνηση, την απαιτούμενη ελευθερία κινήσεων για τον ίδιο και την ηγεσία της κεντρικής τράπεζας (απ’ όπου έχουν περάσει τρεις διαφορετικοί διοικητές σε μία τετραετία).
Τις αξιοπρόσεκτες παρουσίες στο νέο κυβερνητικό σχήμα της Τουρκίας συμπληρώνουν ο αντιπρόεδρος Τζεβντέτ Γιλμάζ (οικονομολόγος, πρώην υπουργός Ανάπτυξης, μέχρι χθες αντιπρόεδρος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης), ο νέος υπουργός Εσωτερικών Αλί Γερλίκαγια (νομάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 2018, με προφανές καθήκον την “ανάκτηση” της οικονομικής πρωτεύουσας της γείτονος από το κυβερνών κόμμα στις επόμενες δημοτικές εκλογές) και η γεννημένη στο Βέλγιο Βρυξέλλες υπουργός Οικογένειας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Mαïνούρ Εζντεμίρ, βουλευτής Βρυξελλών από το 2009 έως το 2019 και κατόπιν πρεσβευτής της Τουρκίας στην Αλγερία.
capital.gr