Η Ιστορία και οι μνήμες των προσφύγων της Μικράς Ασίας ζωντανεύουν μέσα από κειμήλια και μαρτυρίες που άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου.
Σε απόσταση αναπνοής από το επιβλητικό Δημαρχείο της Ερμούπολης, εκεί που «χτυπά» η καρδιά της πρωτεύουσας της Σύρου, υπάρχει ένας χώρος όπου η Ιστορία και η Μνήμη του ξεριζωμένου ελληνισμού της Μικράς Ασίας διατηρούνται ζωντανές 100 χρόνια μετά τη μεγάλη καταστροφή.
Η «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης», η οποία άνοιξε τις πύλες της στο κοινό πριν από πέντε χρόνια, συγκεντρώνει μέσα σε ένα μικρό χώρο μνήμες και ιστορίες προσφυγιάς, οι οποίες ξεδιπλώνονται μέσα από κειμήλια και μαρτυρίες.
Ασπρόμαυρες φωτογραφίες, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, βιβλία με κιτρινισμένες σελίδες από το πέρασμα του χρόνου, φορεσιές, κασελάκια με λίγο χώμα από την πατρίδα που χάθηκε. Στον τοίχο ένα ταμπλό με φωτογραφίες προσφύγων κοιτούν τον επισκέπτη. Τι ιστορίες άραγε κρύβονται πίσω από τα σφιγμένα χείλη και τα αινιγματικά βλέμματά τους;
Στην «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης» μας υποδέχτηκε ο Χρήστος Τσαούσογλου, ο οποίος κατά τη διάρκεια της ξενάγησης «ξεκλείδωνει» τις καλά κρυμμένες ιστορίες και είναι πάντα πρόθυμος να λύσει τις απορίες των επισκεπτών. Μέσα από τη γλαφυρή αφήγησή του έρχονται στο φως άγνωστες μαρτυρίες προσφύγων, οι οποίοι έφτασαν στην Σύρο κουβαλώντας τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής.
«Όταν πάμε σε ένα μουσείο και δεν έχουμε έναν άνθρωπο να μας πει δύο πράγματα δεν καταλαβαίνουμε τίποτα. Προσπάθησα να πω μερικά πράγματα για τα αντικείμενα που είναι μέσα, για τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων», εξήγησε ο Χρήστος Τσαούσογλου στο in.
«Ένα χαρτί παίρνω μόνο από την πατρίδα μου και αυτό θα το σκίσετε;»
Το πρώτο αντικείμενο που θα αντικρίσει ο επισκέπτης μόλις εισέλθει στην «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης» είναι ένα καδραρισμένο πτυχίο, το οποίο άνηκε στην δασκάλα Ευγενία Λαζάρογλου. Πρόκειται για ένα έγγραφο που ξεχωρίζει, όχι μόνο επειδή είναι γραμμένο σε οθωμανικό αλφάβητο, αλλά και για την ιστορία που κρύβει.
Όταν η Ευγενία Λαζάρογλου έφευγε από την Σμύρνη το 1922 οι Τούρκοι βρήκαν στην τσέπη της το πτυχίο της και πήγαν να το σκίσουν σε χίλια κομμάτια. Εκείνη γνώριζε τουρκικά και τους παρακάλεσε να μην το κάνουν. «Ένα χαρτί παίρνω μόνο από την πατρίδα μου και αυτό θα το σκίσετε;», τους είπε. Ο Τούρκος την λυπήθηκε και αυτή η κίνηση ήταν καθοριστική για το μέλλον της. Το έγγραφο αυτό την έσωσε, αφού κατάφερε να διοριστεί δασκάλα στην Σύρο και να ζήσει τα μικρά αδερφάκια της.
Η Ευγενία Λαζάρογλου υπήρξε η πρώτη δασκάλα του 6ου Δημοτικού Σχολείου Ερμούπολης. Προς τιμήν της, το όνομά της δόθηκε στην οδό που βρίσκεται το σχολείο, στο οποίο δίδαξε επί τρεις δεκαετίες.
Μία από τις ιστορίες προσφυγιάς έρχεται να θυμίσει πως πολλές φορές η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Πρόκειται για την ιστορία ενός κοριτσιού, το οποίο βρέθηκε ασυνόδευτο στην Σύρο. Οι δικοί του δεν βρέθηκαν ποτέ και το μεγάλωσε η μαγείρισσα του Ορφανοτροφείου Θηλέων. Έμεινε στην Σύρο και έφυγε από τη ζωή πριν από λίγα χρόνια, σε ηλικία 99 ετών.
Ο κρυμμένος θησαυρός της βάρκας
Μία από τις μεγάλες αγάπες του Αχιλλέα Ζησίδη ήταν το ψάρεμα, όμως μπροστά στον μεγάλο ξεριζωμό αναγκάστηκε να αφήσει τη βάρκα του πίσω στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Τούρκος φίλος και γείτονάς του προσπαθούσε επί τέσσερα χρόνια να στείλει τη βάρκα στην Σύρο, πίσω στον ιδιοκτήτη της. Μόλις βρήκε την ευκαιρία κατόρθωσε να την φορτώσει σε φορτηγό πλοίο που ερχόταν για επισκευή στο νησί.
«Τον φώναξαν εκεί και μόλις είδε τη βάρκα με το όνομα «Χρυσάνθη», καταλαβαίνετε τι έκπληξη ήταν και τι συγκίνηση αισθάνθηκε», σημείωσε ο κος Τσαούσογλου.
Οι εκπλήξεις δεν σταμάτησαν εκεί, καθώς κάτω από τα δίχτυα βρήκε όλες τις εικόνες του σπιτιού, τις οποίες είχε μαζέψει ο γείτονας. Μία από αυτές, η εικόνα του Αγίου Φανουρίου, εκτίθεται στην «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης».
«Κάποιες ψυχές έσπρωξαν το παράθυρο να ανοίξει»
Πολλά από τα αντικείμενα που εκτίθενται στην «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης» προέρχονται από την έρευνα και συλλογή του Νίκου Λειβαδάρα, δημάρχου Σύρου – Ερμούπολης. Αρκετοί, όμως, ήταν οι απόγονοι προσφύγων που προσέφεραν οικογενειακά τους κειμήλια.
«Τα εγγόνια της πρώτης γενιάς που ήρθαν εδώ είναι πολύ μεγάλοι άνθρωποι, γύρω στα 80. Οι άνθρωποι αυτοί, βλέποντας ότι οι μετέπειτα γενιές δεν έχουν το ανάλογο ενδιαφέρον και ότι υπάρχει μία στέγη που θα μείνουν εκεί τα αντικείμενα, το κάνουν με πολύ μεγάλη διάθεση και καρδιά. Έχει κατατεθεί ψυχή στην «Στέγη» και οι υπόλοιποι το ένιωσαν, γι’ αυτό ότι είχε διασωθεί το έφεραν με πολλή αγάπη», εξήγησε ο κος Λειβαδάρας στο in.
Ο ίδιος επισκέπτεται κάθε χρόνο το Αϊβαλί – «κυριολεκτικό προσκύνημα», θα πει χαρακτηριστικά – τα τελευταία 20 χρόνια. Στην πρώτη του επίσκεψη έζησε μία εμπειρία, που μάλλον θα χαρακτηρίζαμε μεταφυσική, όταν βρέθηκε μπροστά σε ένα σπίτι κατά τη διάρκεια της βόλτας του.
«Το κοιτούσα, ήταν θεόκλειστο, με αλυσίδα και λουκέτο απ’ έξω. Μπροστά είχε το σαχνισίνι, το κλειστό μπαλκόνι, το ανατολίτικο. Το παράθυρο κλειστό. Άπνοια, Ιούλης μήνας, και ανοίγει το παράθυρο. Μετά από λίγο έκλεισε και δεν άνοιξε ξανά. Έμεινα εκεί μία ώρα απ’ έξω να περιμένω και δεν ξανάνοιξε. Μετά από 4 -5 χρόνια που ξαναπήγα η πόρτα ήταν ανοιχτή, είχε σπάσει η αλυσίδα. Μπαίνω μέσα και βρίσκω το κλειδί πίσω από την πόρτα».
«Δεν μπορεί, κάποιες ψυχές το έσπρωξαν να ανοίξει», ήταν η πρώτη του σκέψη, την οποία μοιράστηκε και με όσους βρέθηκαν στα εγκαίνια της «Στέγης Μικρασιατικής Μνήμης» το 2017.
Η Ερμούπολη ως κράμα προσφύγων
Αν σκύψει κανείς πάνω από την ιστορία της Ερμούπολης θα συνειδητοποιήσει πως είναι στενά συνδεδεμένη με τους πρόσφυγες. Η πρωτεύουσα της Σύρου κατοικήθηκε από πρόσφυγες που κατέφθασαν από την Χίο, τα Ψαρά, την Κάσο και την Μικρά Ασία, οι οποίοι πλήρωσαν το τίμημα της Ελληνικής Επανάστασης. 100 χρόνια αργότερα, με την καταστροφή της Σμύρνης, η Ερμούπολη θα γίνει ξανά καταφύγιο για χιλιάδες κατατρεγμένους μικρασιάτες πρόσφυγες.
Συγκεκριμένα, στην Σύρο έφτασαν περίπου 7.800 πρόσφυγες το 1922. Κάποιοι από αυτούς μετεγκαταστάθηκαν σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και τελικά στο νησί παρέμειναν 2.800.
«Η Ερμούπολη ήταν κράμα προσφύγων και δεν τους δέχτηκε σαν ξένους. Ήταν η αιτία που αφομοιώθηκαν πολύ γρήγορα και έχει χαθεί η ταυτότητα του μικρασιάτη πρόσφυγα. Δεν είναι όπως σε άλλα μέρη, που οι πρόσφυγες είναι πιο δεμένοι και οργανωμένοι, γιατί δεν τους ήθελαν, τους απομόνωσαν και τους έκαναν να αντιδράσουν. Εδώ αυτό δεν υπήρξε, αφομοιώθηκαν όμορφα, δεν τους θεώρησαν ξένο σώμα», εξήγησε στο in ο Νίκος Λειβαδάρας.
Η τοπική κοινωνία της Σύρου αγκάλιασε την «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης», η οποία άνοιξε τις πύλες της στο κοινό τον Δεκέμβριο του 2017. Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 2013, είχε προηγηθεί το μνημείο Μικρασιατικής Μνήμης στην περιοχή του Ξηροκάμπου, όπου είχαν εγκατασταθεί οι πρόσφυγες του 1922.
Όσοι επισκέπτονται την «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης» φεύγουν με μία γλυκόπικρη γεύση στα χείλη – γλυκιά για τον κόπο και το μεράκι που χρειάστηκε από μία ομάδα ανθρώπων για να στηθεί αυτός ο χώρος μνήμης, αλλά και πικρή για όσα βίωσε ο ξεριζωμένος ελληνισμός της Μικράς Ασίας.
«Η Ιστορία δεν πρέπει να ξεχνιέται, γιατί επαναλαμβάνεται», θα σημειώσει εύστοχα ο Νίκος Λειβαδάρας με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την Μικρασιατική Καταστροφή. Η «Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης» διαφυλάσσει ένα κομμάτι της ιστορίας που ακόμα πονάει και αντιστέκεται στη λήθη, με τις ιστορίες των προσφύγων να ζωντανεύουν και να ταξιδεύουν από γενιά σε γενιά, κερδίζοντας έτσι μία θέση στην αιωνιότητα.