Γράφει ο Γιάννης Μακρυγιάννης
Μόνο εύκολη δεν είναι η μετάβαση στη μετά Τσίπρα εποχή στον ΣΥΡΙΖΑ. Για την ακρίβεια, η παρουσία του πρώην πια προέδρου για ένα διάστημα στην ηγεσία του κόμματος ήταν μία κάποια λύση για τους επόμενους μήνες. Υπό την έννοια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε τον εμβληματικό αρχηγό του να σηκώνει το βάρος στη μάχη της Βουλής, αλλά και την πολυτέλεια να επιλέξει το χρόνο για την εκλογή της νέας ηγεσίας – άμεσα τον Ιούλιο ή μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές, προς το τέλος του χρόνου και αφού προηγηθεί μία εκτονωτική εσωκομματική συζήτηση.
Αυτά δεν υπάρχουν πλέον.
Η παραίτηση του κ. Τσίπρα και η επιλογή του να παραδώσει τα ηνία στα συλλογικά όργανα, επιταχύνει τις εξελίξεις και αναγκάζει τους πάντες να πάρουν αποφάσεις και να ψάξουν πώς θα προχωρήσει το κόμμα την επόμενη ημέρα.
Μάλιστα για την Κυριακή έχει προγραμματιστεί η κρίσιμη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να γίνει η πρώτη αποτίμηση της νέας κατάστασης και να τεθεί το πλαίσιο των επόμενων κινήσεων.
Αμέσως μετά, μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα θα συνεδριάσει η κοινοβουλευτική ομάδα ώστε να αναδείξει τον πρόεδρό της, που θα την εκπροσωπεί στις διαδικασίες της Βουλής – αρχής γενομένης από τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης.
Με δεδομένο ότι αργά ή γρήγορα θα γίνει η προσφυγή στη βάση του κόμματος για να εκλεγεί ο νέος αρχηγός, ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας θα είναι μάλλον μεταβατικός, έως ότου δηλαδή αναλάβει ο διάδοχος του Αλέξη Τσίπρα.
Σενάριο διαρχίας (άλλος πρόεδρος ΚΟ κι άλλος πρόεδρος του κόμματος) δεν φαίνεται να υπάρχει στον ορίζοντα, αν και ουδείς είναι βέβαιος σε αυτόν τον ΣΥΡΙΖΑ για οτιδήποτε.
Έτσι οι πληροφορίες συντείνουν στην εκλογή ενός προσώπου που θα μπορεί να σταθεί επάξια στο βήμα της Βουλής, χωρίς όμως το ίδιο να είναι και διεκδικητής της αρχηγίας του κόμματος, ώστε να μην θεωρεί ότι προκαταλαμβάνονται τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ. Και το πρόσωπο αυτό φαίνεται να είναι η Όλγα Γεροβασίλη, η οποία διαθέτει κύρος και ευρεία αποδοχή μεταξύ των βουλευτών, έχει κοινοβουλευτική εμπειρία και υπήρξε και γραμματέας της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι πρότινος.
Στο μεταξύ έχει αρχίσει η διαδοχολογία.
Το μέγα θέμα που έχει προκύψει εδώ είναι ότι οι επιλογές για τον πρόεδρο είναι αναγκαστικά «υπαγορευμένες» από τη σύνθεση της κοινοβουλευτικής ομάδας. Υπό την έννοια ότι θα είναι πολιτικά παράταιρο, ο αρχηγός του κόμματος να μην είναι βουλευτής. Το ότι αυτό συνέβη με το ΠΑΣΟΚ, όταν εκλέχθηκε ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν συνιστά προηγούμενο. Στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ αυτό έγινε για ορισμένο διάστημα ενός έτους περίπου και ενώ το Κίνημα ήταν τρίτο κόμμα στη Βουλή.
Τώρα όμως μιλάμε για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και για ολόκληρη την τετραετία, πλην απροόπτου. Μόνο εάν συμφωνηθεί να υπάρξει διαρχία, μπορεί να μπει στην κούρσα της διαδοχής και στέλεχος που δεν είναι βουλευτής (π.χ. ο Διοσύνης Τεμπονέρας ή κάποιος πασοκογενής).
Τα ονόματα που ακούγονται
Με βάση όλα αυτά η Έφη Αχτσιόγλου προβάλει ως ένα από τα πρόσωπα που διεκδικούν την ηγεσία και μάλιστα ως φαβορί μάλλον. Κι αυτό παρότι είναι πιο κοντά στην αριστερά πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ και υπάρχουν επιφυλάξεις για το πόσο μπορεί να εκφράσει και τους πασοκογενείς, κεντροαριστερούς του κόμματος.
Ο Αλέξης Χαρίτσης θεωρείται ως ένας υποψήφιος που μπορεί να σταθεί απέναντι στην κυρία Αχτσιόγλου, καθώς χαίρει εκτίμησης στο κομματικό κοινό, μπορεί να εκφράσει την προεδρική τάση και έχει χαμηλό προφίλ με το οποίο συνθέτει διαφορετικές τάσεις. Πάντως από την προεδρική πτέρυγα κάποιοι θεωρούν ότι η Ρένα Δούρου μπορεί να είναι μια ενδεδειγμένη υποψηφιότητα.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι εντός του κάδρου για την ηγεσία, αλλά εφόσον κατέβει η Έφη Αχτσιόγλου, εκτιμάται ότι δεν υπάρχει χώρος για να το εκφράσει ο πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Ουσιαστικά στα τρια αυτά πρόσωπα εξαντλείται η ονοματολογία, αν και δεν αποκλείεται να υπάρξουν διάφορες κινήσεις με μικρότερης εμβέλειας διεκδικητές, που απλώς θα κατέλθουν στο στίβο για να εκφράσουν διάφορες τάσεις του κόμματος.
Με αυτό το σκεπτικό δεν αποκλείεται εντελώς για παράδειγμα να μπει στην κούρσα ο Παύλος Πολάκης, ή άλλα στελέχη, είτε είναι βουλευτές, είτε όχι.
Επιπλέον υπάρχει και το σενάριο μίας «μεταβατικής λύσης» με ένα πρόσωπο της παλαιάς φρουράς, για έξι ή και ένα χρόνο, ώστε η αναμενόμενη ήττα των αυτοδιοικητικών εκλογών ή ακόμα και των ευρωεκλογών να μην χρεωθεί σε στελέχη της νέας γενιάς, η οποία θα κληθεί να παραλάβει μετά.
Το σενάριο δεν θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό.
Στο μεταξύ φουντώνουν οι διεργασίες στη βάση του κόμματος, με μέλη και στελέχη, που εντάχθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ λόγω του Αλέξη Τσίπρα να δείχνουν μία τάση αναχωρητισμού.
Ο παραιτηθείς πρόεδρος είχε πετύχει να προσελκύσει στον ΣΥΡΙΖΑ ανθρώπους από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους, κυρίως από την κεντροαριστερά, οι οποίοι βλέπουν τώρα ότι κανένας άλλος από τους μεγαλοπαράγοντες του κόμματος δεν μπορεί να τους εκφράσει.
Υπάρχουν ουσιαστικά δύο τάσεις. Η μία, η «αισιόδοξη» και «επίμονη» που λέει ότι οι πασοκογενείς διατηρούν την πλειοψηφία στην οργανωμένη βάση που εξέλεξε πέρσι τον κ. Τσίπρα στην αρχηγία και άρα μπορούν να διαμορφώσουν τις εξελίξεις και να ελέγξουν το κόμμα.
Και η άλλη, η «απαισιόδοξη» και του «αποχαιρετισμού», που λέει ότι πλέον το ταξίδι τελείωσε και δεν έχει κανένα νόημα η παραμονή σε έναν ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον Αλέξη Τσίπρα και ετοιμάζονται να αναζητήσουν άλλους τρόπους πολιτικής έκφρασης.