Οι εικόνες με το φλεγόμενο Antonov στον εναέριο χώρο της Βόρειας Ελλάδας και τη συντριβή του που κυριολεκτικά έκανε τη νύχτα μέρα στο Παλαιοχώρι Καβάλας σόκαραν τη χώρα. Με κομμένη την ανάσα το βράδυ του περασμένου Σαββάτου οι χρήστες των social media σχεδόν σε… απευθείας μετάδοση παρακολουθούσαν την μοιραία πτήση που είχε ως αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του το οκταμελές πλήρωμα του αεροπλάνου. Πλέον, το ενδιαφέρον εστιάζεται στις επιπτώσεις του περιβάλλοντος στην περιοχή όπου το αεροσκάφος συνετρίβη.
Σε ανοικτή γραμμή επικοινωνίας για την αξιολόγηση της κατάστασης και τον σχεδιασμό των επόμενων βημάτων που πρέπει να γίνουν, βρίσκεται από τις πρώτες ώρες μετά την μοιραία πτώση του Antonov ο δήμαρχος Παγγαίου, Φίλιππος Αναστασιάδης με επιστήμονες και καθηγητές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Όπως λέει ο διευθυντής του Εργαστηρίου Τηλεπισκόπησης Φασματοσκοπίας και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών στο τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ, Γιώργος Ζαλίδης η δημοτική αρχή της περιοχής βρίσκεται σε συνεχή επαφή και επικοινωνία μαζί του, ενώ αναμένεται να πραγματοποιηθεί και σχετική σύσκεψη με πρωτοβουλία της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας- Θράκης.
Ποια είναι όμως τα βήματα που πρέπει να γίνουν προκειμένου να αξιολογηθεί η επικινδυνότητα της κατάστασης; Όπως υποστηρίζει ο κ. Ζαλίδης μιλώντας στην «ΜτΚ» πρέπει να γίνουν δυο σημαντικά βήματα. Αρχικά, όπως υποστηρίζει ο καθηγητής του ΑΠΘ, «θα πρέπει άμεσα να γίνει εκτίμηση της υφιστάμενης κατάστασης. Να δούμε δηλαδή ποια στοιχεία, σε τι έκταση και με τι πυκνότητα εμφανίζονται στην περιοχή και στην συνέχεια να προχωρήσουμε σε αποτύπωση της έκτασης αυτής» υποστηρίζει ο κ. Ζαλίδης. Μεταξύ άλλων, κι αφού γίνει η εκτίμηση «τάχιστα» όπως λέει χαρακτηριστικά, θα πρέπει εντός του επόμενου μήνα να ελεγχθούν στο εργαστήριο δείγματα από τις καλλιέργειες που βρίσκονται στο σημείο (κυρίως πρόκειται για καλαμπόκι και ηλίανθους). Παράλληλα με την εξέταση, όπου επιτρέπεται να προχωρήσει πρώιμα η συγκομιδή της σοδειάς ώστε να προλάβουν οι αγρότες την «απορρόφηση» οποιουδήποτε στοιχείου από τα φυτά.
«Υποθέτουμε ότι θα είναι συμβατικά τα πυρομαχικά και υποθέτουμε επίσης βάσιμα ότι θα έχουμε 2-3 βαριά μέταλλα, τα οποία ξέρουμε. Κυρίως μιλάμε για μόλυβδο, χαλκό και αντιμόνιο, αυτά είναι τα τρία, που μένουν συνήθως στο έδαφος» λέει ο κ. Ζαλίδης.
Αποκατάσταση πριν το φθινόπωρο
Συνεχίζοντας την ανάλυσή του και μιλώντας στην «ΜτΚ» ο κ. Ζαλίδης υποστηρίζει πως το δεύτερο βήμα που πρέπει να γίνει είναι η αποκατάσταση της περιοχής, για την οποία θα πρέπει να υπάρξει μελέτη μετά από τις εργαστηριακές αναλύσεις. Ξεκαθαρίζει πάντως, ο διευθυντής του Εργαστηρίου Τηλεπισκόπησης Φασματοσκοπίας και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών στο τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ πως η αποκατάσταση θα πρέπει να ξεκινήσει πριν το φθινόπωρο με τον χρόνο να μετρά πλέον αντίστροφα. «Εάν και εφόσον εντοπιστεί κάτι στο έδαφος θα πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα οι εργασίες αποκατάστασης, από εξειδικευμένες εταιρίες που δραστηριοποιούνται σε αυτό τον τομέα- μερικές από αυτές είναι και ελληνικές, πριν πιάσουν οι βροχές. Γιατί εάν ξεκινήσουν οι βροχές τότε μπορεί να στοιχεία αυτά να μεταφερθούν μέσω του νερού στον υδροφόρο ορίζοντα και σε διπλανές εκτάσεις που προς το παρόν δεν έχουν επηρεαστεί» αναφέρει ο κ. Ζαλίδης.
Ο ίδιος ξεκαθαρίζει επίσης πως σε ό,τι αφορά την εναέρια ρύπανση τα δείγματα ήταν «καθαρά» και «και δεν πρέπει να ανησυχεί κανένας» όπως λέει χαρακτηριστικά.
Έλεγχοι και δειγματοληψίες για δυο μήνες
Από την πλευρά του, ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης εφιστεί την προσοχή για πιθανό κίνδυνο από τοξικές ουσίες που παρήγαγε η καύση των πυρομαχικών που μετέφερε το Antonov, ενώ τονίζει πως η περιοχή και οι κάτοικοι πρέπει να βρίσκονται σε κατάσταση συναγερμού για ένα δίμηνο.
«Πρέπει να γίνει αποτύπωση με την χρήση υπερφασματικής κάμερας που εκπέμπει σε διαφορετικά μήκη κύματος και έχει τη δυνατότητα να συγκεντρώνει πολλές πληροφορίες και να τις συνθέτει. Η κάμερα μπορεί να πετάξει πάνω από την περιοχή με κάποιο drone προκειμένου να γίνει η χημική αποτύπωση σε έναν κύκλο ακτίνας ενός χιλιομέτρου» υποστηρίζει ο κ. Σαρηγιάννης. Σε επόμενο χρόνο, εάν εντοπιστεί κάτι, τότε ο κ. Σαρηγιάννης υποστηρίζει πως θα πρέπει να γίνει δειγματοληψία του εδάφους σε διάφορα σημεία σε βάθος 15 εκατοστών με την μέθοδο του «καρότου». «Παράλληλα, πρέπει να ληφθούν δείγματα των γεωργικών καλλιεργειών για να δούμε εάν έχει περάσει κάτι στο έδαφος κι από εκεί στη σοδειά» τονίζει. Κατά τον καθηγητή του ΑΠΘ εάν αποδειχτεί από τις μελέτες και τις αναλύσεις πως κάποιο μέταλλο «πέρασε» στο έδαφος θα πρέπει να «σηκωθεί» αυτό σε βάθος 15 χιλιοστών.
Σε ό,τι αφορά τους χρόνους που πρέπει να γίνουν τα παραπάνω που περιγράφει ο κ. Σαρηγιάννης υποστηρίζει πως η χημική αποτύπωση πρέπει να γίνει άμεσα, ενώ τα δείγματα από τις καλλιέργειες να λαμβάνονται για διάστημα ενός με δυο μήνες. «Για 1-2 μήνες για να είμαστε σίγουροι, καθώς αυτές οι ουσίες δεν βιοδιασπώνται εύκολα, για να είμαστε σίγουροι ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μόλυνσης» σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος συμπληρώνει πως ενδεχομένως για να γίνει μια ενδελεχής μελέτη αναφορικά με τις επιπτώσεις της πτώσεις του αεροσκάφους με τα πυρομαχικά θα μπορούσαν να γίνουν αναλύσεις στα ούρα, το αίμα και τα μαλλιά από το τριχωτό της κεφαλής κατοίκων της περιοχής.