Η αλβανική φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Ντίτα» στις 6 Ιανουαρίου δημοσίευσε μακροσκελές άρθρο, υπό τον τίτλο «Χειμάρρα, ιστορικά αλβανική» που υπογράφει ο Σακίρ Βούκα (Shaqir Vuka, σ.σ: πρώην πρεσβευτής της Αλβανίας στη Μόσχα), στο οποίο διαστρεβλώνει την ιστορία, αυτός ο διπλωμάτης του τίποτα κι ενός λαού -και όχι έθνους- που μέχρι πριν ένα αιώνα δεν είχαν ούτε αλφάβητο και τους το έφτιαξαν «Αλβανοί» με ελληνικά ονοματεπώνυμα, αναφέροντας τα ακόλουθα:
”Η επίσκεψη αστραπή του Έλληνα πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη στη Χειμάρρα δεν ήταν ούτε επίσημη ούτε φιλική.
Ήρθε με στρατιωτικό ελικόπτερο -πάλι καλά που δεν ήρθε με στρατιωτική στολή- και πραγματοποιήθηκε σκόπιμα στις 22 Δεκεμβρίου, ημέρα κατά την οποία το 1940 οι Έλληνες, απελευθέρωσαν τη Χειμάρρα.
Ο κ. Μητσοτάκης προκάλεσε πολλούς Αλβανούς δηλώνοντας στη Χειμάρρα ότι οι κάτοικοι κράτησαν ψηλά το πνεύμα του ελληνισμού κα της ορθοδοξίας και ειδικότερα όταν έκανε την απαράδεκτη δήλωση ή «εντολή», ζητώντας από την Αλβανία να σεβαστεί το δικαίωμα των Χειμαρριωτών για αυτοδιάθεση, σύμφωνα με το tribune.gr
Στο μεταξύ, ο ίδιος αυτός πρωθυπουργός, όπως και προκάτοχοι του, δεν αναγνωρίζει το τσάμικο, τα εγκλήματα και τις σφαγές κατά των Τσάμηδων [σ.σ. Έλληνες πολίτες αλβανόφωνοι μουσουλμάνοι και συνεργάτες των Ναζί] και την εκδίωξή τους από τα εδάφη τους.
Χωρίς δισταγμό και παραβιάζοντας το Σύνταγμα «έδωσε εντολή» στα Τίρανα να αναγνωρίσουν το δικαίωμα αυτοδιάθεσης της Χειμάρρας.
Πάλι καλά που δεν ζήτησε την ένωσή της με την Ελλάδα.
Στη συνέχεια ασκεί κριτική τόσο στην αλβανική κυβέρνηση όσο και σε Αλβανούς δημοσιογράφους και πολιτικούς αναλυτές που δεν αντέδρασαν σε αυτές τις προκλήσεις του Έλληνα πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη.
Σημειώνει, επίσης, ότι την «αλβανικότητα της Χειμάρρας» την αποδεικνύουν μελέτες Αλβανών [σ.σ. εδώ γελάμε] και ξένων ερευνητών και ιστορικών, ακόμα και Ρώσων [σ.σ. ακόμα μία φερεγγυότητα], και αναφέρει πως όταν ήταν πρέσβης στη Μόσχα επισκέφθηκε την αίθουσα «Γκεοργκέφσκαγια» στο Κρεμλίνο, και φωτογράφισε αναμνηστική πλάκα αφιερωμένη στο «Ελληνικό Τάγμα πεζικού στο Μπαλακλαβά, που συγκροτήθηκε το 1775 με βάση Αλβανική Μονάδα Μάχης».
Οι περισσότεροι από το Τάγμα αυτό, συνεχίζει, ήταν Αλβανοί της Χειμάρρας και του Μοριά, που πολέμησαν κατά των Τούρκων στο πλευρό των Ρώσων κατά τους Ρωσοτουρκικούς πολέμους.
Προσθέτει ότι το 1963 ο Ρώσος ιστορικός Grigor Arshit, έγραψε το βιβλίο «Αλβανία και Ήπειρος στα τέλη του 18 ου και τις αρχές του 19 ου αιώνα» που μιλάει για τους Αλβανούς της Χειμάρρας και τους αγώνες τους και αναφέρει ότι οι μαχητές της Μονάδας Μάχης στην αίθουσα Γκεοργκέφσκαγια ήταν Αλβανοί από τη Χειμάρρα.
Από το βιβλίο προκύπτει ότι «με τον όρο Αλβανία την εποχή εκείνη εννοούσαν έναν ευρύ χώρο των Βαλκανίων, από το Μαυροβούνιο μέχρι την Πελοπόννησο».
Μετά την ειρήνη που ήρθε με την έκβαση των Ρωσοτουρκικών πολέμων, πολλοί Αλβανοί από τη Χειμάρρα μετανάστευσαν στη Ρωσία, εγκαταστάθηκαν στην Οδησσό, και σήμερα στην πόλη αυτή δύο δρόμοι, φέρουν το όνομα «Αρναούτ», δηλαδή Αλβανοί.
Και η ιστοσελίδα του Ρωσικού ΥΠΕΞ, συνεχίζει, αναφέρει ότι «η πλειοψηφία του πληθυσμού της Χειμάρρας τον 18 ο αιώνα ήταν Αλβανοί».