Οι Βάλντις Ντομπρόβσκις και Πάολο Τζεντιλόνι παρουσίασαν σήμερα (26/4) τις προτάσεις της Κομισιόν για την αναθεώρηση της οικονομικής διακυβέρνησης, προκειμένου να ξεκαθαρίσει το τοπίο μετά την περίοδο που οι δημοσιονομικοί κανόνες ανεστάλησαν προσωρινά λίγο μετά την έναρξη της πανδημίας του κορονοϊού το 2020, για να επιτρέψουν στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να υποστηρίζουν τις επιχειρήσεις και τους πολίτες τους ατιμώρητα.
Η αναστολή παρατάθηκε επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση στη συνέχεια βυθίστηκε σε ενεργειακή κρίση λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στα ύψη.
Τώρα, οι χώρες της Ένωσης συμφωνούν ότι τα ηνία πρέπει να σφίξουν ξανά σταδιακά, αλλά με διαφορετικό τρόπο από πριν. Οι υπουργοί Οικονομικών θέλουν να καταλήξουν σε συμφωνία για τις προτάσεις πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους, ώστε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης να εφαρμοστεί ξανά από το 2024, και σίγουρα πριν από τις ευρωεκλογές.
Οι προτάσεις της Κομισιόν
Κεντρικός στόχος των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι η ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και η προώθηση της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης σε όλα τα κράτη μέλη μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων.
Οι προτάσεις είναι αποτέλεσμα μιας εκτεταμένης περιόδου προβληματισμού και ευρείας διαδικασίας διαβούλευσης, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι σε πλαίσιο ισχυρότερης εθνικής ιδιοκτησίας με ολοκληρωμένα μεσοπρόθεσμα σχέδια, βασισμένα σε κοινούς κανόνες της Ευρωπαϊκή Ένωσης.
Ακρογωνιαίος λίθος αυτών των προτάσεων θα είναι τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά. Πρακτικά, τα κράτη μέλη θα σχεδιάσουν και θα παρουσιάσουν σχέδια που θα καθορίζουν τους δημοσιονομικούς τους στόχους. Αυτά τα σχέδια θα αξιολογηθούν από την Επιτροπή και θα εγκριθούν από το Συμβούλιο με βάση κοινά κριτήρια. Και βέβαια αυτά τα σχέδια θα παρακολουθούνται ως προς την εκτέλεσή τους.
Βασική διαφορά από το προηγούμενο σχήμα είναι πως οι προτάσεις της δημοσιονομικής διαχείρισης θα γίνονται από τα κράτη μέλη και όχι από ομάδες σοφών οικονομολόγων της Κομισιόν, αλλά ο χρυσός κανόνας για δημοσιονομικό έλλειμμα που δεν υπερβαίνει το 3 % του ακαθάριστου ΑΕΠ και ένα μέγιστο δημόσιο χρέος στο 60% ΑΕΠ παραμένει αμετάβλητος.
Συζήτηση με διαφοροποιήσεις
Η συζήτηση μόλις ανοίγει και θα γίνει στο πλαίσιο του ECOFIN και όχι του Eurogroup. Θα την χειριστούν, δηλαδή, διαδοχικά η σουηδική και η ισπανική προεδρία ως το τέλος του τρέχοντος έτους. Και υπάρχουν χώρες που θέλουν να συμβάλουν στη συζήτηση με διαφοροποιημένες προτάσεις.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις σημείωσε ότι έχουν αλλάξει πολλά από τότε που η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάρτισε για πρώτη φορά τους δημοσιονομικούς της κανόνες τη δεκαετία του 1990, υπογραμμίζοντας ότι το δημόσιο χρέος της Ένωσης έχει αυξηθεί κατακόρυφα.
Πέρυσι, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της ΕΕ έφτασε στο 84% – περίπου 20% περισσότερο από ό,τι πριν από δύο δεκαετίες. Σήμερα, ορισμένες χώρες της ΕΕ έχουν δείκτες δημόσιου χρέους που υπερβαίνουν κατά πολύ το 100% του ΑΕΠ τους, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Κύπρος αλλά και το Βέλγιο.
Αυτό που επίσης επισημάνθηκε είναι πως η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει τεράστιες μεταρρυθμιστικές και επενδυτικές ανάγκες: για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, για την ενίσχυση της κοινωνικής και οικονομικής μας ανθεκτικότητας και για την εξασφάλιση μακροπρόθεσμου ενεργειακού εφοδιασμού.
Οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις είναι απαραίτητες, ανέφερε ο Επίτροπος για την Οικονομία, Πάολο Τζεντιλόνι, σημειώνοντας πως “η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής ανθεκτικότητας και η ανάγκη ενίσχυσης της ικανότητας ασφάλειας της Ευρώπης θα απαιτήσουν μεγάλες και βιώσιμες δημόσιες επενδύσεις τα επόμενα χρόνια.
Οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη παραμένουν ουσιαστικό συστατικό των αξιόπιστων σχεδίων μείωσης του χρέους. Η θετική αλληλεπίδραση μεταξύ μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων δείχνει ήδη τα πλεονεκτήματά της στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της NextGenerationEU”.
HELLASJOURNAL